Στην αρχή ακούς προειδοποιήσεις για την αφρικανική σκόνη. Αν έχεις αναπνευστικά προβλήματα, πρέπει να φοράς μάσκα. Μην απλώσεις ρούχα έξω και αν περπατάς ή τρέχεις σε εξωτερικό χώρο για να εκτονώνεσαι, καλύτερα να μείνεις με τα νεύρα σου για λίγες μέρες.
Ύστερα κυκλοφορείς στην πόλη. Τα πάντα είναι καλυμμένα με σκόνη. Τα αυτοκίνητα, τα τρόλεϊ και τα λεωφορεία, οι ταμπέλες, ακόμη και τα φύλλα των λιγοστών φυτών. Κάποιοι ηλικιωμένοι αγνόησαν τις υποδείξεις και βγήκαν πεισματικά να πιούν τον καφέ τους.
Χρησιμοποιείς το κινητό σου στον δρόμο. Λίγο μετά βλέπεις στην οθόνη του σκόνη. Τότε συνειδητοποιείς ότι λογικά έχεις κι εσύ πάνω σου σκόνη. Βρίσκεται στα μαλλιά σου, στα ρούχα σου, την εισπνέεις και πονάει ο λαιμός σου και αν είσαι έξω, δεν μπορείς πουθενά να καταφύγεις για να γλιτώσεις από αυτήν.
Η αφρικανική σκόνη είναι μέρος της παγκοσμιοποίησης της φύσης. Κάποια σωματίδια από τη Σαχάρα ταξίδεψαν ως τη χώρα σου. Αυτό ακούγεται κάπως μαγικό και αρχίζεις κοιτάζοντας κάποιο τζάμι να φαντάζεσαι πως βρίσκεσαι με μία καμήλα και περιπλανιέσαι στην έρημο χωρίς να ξέρεις πού πας. Ξυπνάς απότομα από κάποιο κορνάρισμα και βρίσκεσαι ξανά να περπατάς νευρωτικά σε κάποιο πεζόδρομο.
Ένας άστεγος, ηλικιωμένος άνδρας καλύφθηκε με σκόνη. Το άδειο του κύπελο γέμισε επιτέλους με κάτι, μόνο που δεν μπορεί να φάει τη σκόνη. Βρίσκει παρηγοριά σε ένα αδέσποτο σκυλί, που του κάνει συνήθως παρέα.
Λίγο παραπέρα κάποιοι νεαροί μουσικοί του δρόμου βγήκαν κι εκείνοι με πείσμα και τραγουδούν χαμογελώντας. Τα μικρόφωνά τους και οι κιθάρες τους έχουν σκόνη. Οι φωνές τους αντηχούν σε έναν αέρα όλο σκόνη. Κανείς περαστικός δεν συγκινείται από το τραγούδι τους. Όλοι προσπερνούν θλιμμένοι, σαν να τους βρήκε κάποιο μεγάλο κακό που δεν μπορούν να πολεμήσουν ή δεν μπορούν καν να δουν.
Η σκόνη είναι παντοδύναμη. Κανείς δεν μπορεί να τα βάλει με τη σκόνη. Τρυπώνει παντού, κάνει τις νοικοκυρές που έχουν εμμονή με τα μπαλκόνια τους να καταρρέουν. Κάνει τους άντρες που έχουν εμμονή με αυτοκίνητά τους να αναγκάζονται να τα αντικρύσουν μη καλογυαλισμένα. Κάνει τους γονείς να ανησυχούν για τα παιδιά τους. Να βγουν να παίξουν ή όχι; Και τελικά, τι τα περιμένει στο μέλλον με αυτό το κλίμα που γίνεται τόσο αλλόκοτο;
Ούτε οι επιστήμονες θα τολμήσουν να ασχοληθούν ουσιαστικά με τη σκόνη. Δεν υπάρχουν αρκετά δυσνόητα λόγια για το πολύ απλό γεγονός ότι το πιο πολύτιμο που έχει ο άνθρωπος σε αυτό τον κόσμο είναι η ίδια του η αναπνοή.
Κανείς δεν τολμά να τα βάλει με τη σκόνη. Στη Βουλή δεν βγήκε κανένα κόμμα να κατηγορήσει το άλλο ότι τάχα υποθάλπει τη σκόνη ή τη δημιουργεί. Στις τηλεοπτικές εκπομπές κανένας δεν αναζητά το ντροπιαστικό παρελθόν της σκόνης και καμία δεν ξεφωνίζει για το θράσος της σκόνης να εισβάλει έτσι στη ζωή μας.
Κανείς δεν μπορεί να κάνει δημόσιες σχέσεις με τη σκόνη, να φωτογραφηθεί μαζί της με ψεύτικο χαμόγελο, ούτε να κάνει εικονικές εκστρατείες για την αντιμετώπιση της. Κανείς δεν θα τολμήσει να της ζητήσει να χορέψει αισθησιακά κι ούτε φυσικά θα βρεθεί κανείς να τη συνδέσει με τα κινήματα του σήμερα και τους πολέμους τους.
Όλοι κατεβάζουμε το κεφάλι απέναντι στη σκόνη και περιμένουμε υπομονετικά κι ευγενικά να φύγει, όπως περιμένει κανείς να αποχωρήσει κάποιος ενοχλητικός φιλοξενούμενος συγγενής που ήρθε χωρίς πρόσκληση.
Παρόλα αυτά, οφείλουμε κάποια ευγνωμοσύνη στη σκόνη.
Κατάφερε αυτό που δεν έχει καταφέρει κανένας και τίποτα και ποτέ. Με κάποιο τρόπο να μας ενώσει. Αποχαυνωμένοι στεκόμαστε όλοι εκεί έξω απέναντί της εξίσου λυπημένοι, ηττημένοι και βρώμικοι.