Οι άνθρωποι που ζουν στις φυλακές αντιμετωπίζουν, σε σχέση με το γενικό πληθυσμό, δυσανάλογα χρόνια προβλήματα υγείας, όπως διαβήτη, υψηλή αρτηριακή πίεση, χρόνιες ιογενείς ηπατίτιδες Β και C και HIV. Αντίστοιχα μεγάλα είναι επίσης και τα προβλήματα ψυχικής υγείας που αντιμετωπίζουν καθώς και η χρήση ουσιών.
Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι αυτή η κατάσταση παραμένει γνωστή εδώ και δεκαετίες, η σωφρονιστική υγειονομική περίθαλψη είναι χαμηλής ποιότητας και η πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας των κρατουμένων παραμένει προβληματική.
Στο σύνολο των σωφρονιστικών καταστημάτων της χώρας βρίσκονται αυτή τη στιγμή περίπου 10.000 κρατούμενοι. Αρκετοί από αυτούς έχουν ανάγκη ιατρικής περίθαλψης και κοινωνικών υπηρεσιών. Δυστυχώς όμως, 1 στους 4 αντιμετωπίζει ανυπέρβλητα προβλήματα πρόσβασης σε υπηρεσίες υγείας, φάρμακα και διαγνωστικές εξετάσεις καθώς δε διαθέτει Αριθμό Μητρώου Κοινωνικής Ασφάλισης (ΑΜΚΑ).
Οι ευάλωτες πληθυσμιακές ομάδες, όπως οι χρήστες ενδοφλεβίων ναρκωτικών (ΧΕΝ), στους οποίους ο επιπολασμός της ηπατίτιδας και άλλων λοιμωδών νοσημάτων είναι ιδιαιτέρως υψηλός, αποτελούν πλειοψηφία στα σωφρονιστικά καταστήματα. Σύμφωνα με δεδομένα του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, τον Ιανουάριο 2017 υπήρχαν 2.829 άτομα σε ελληνικές φυλακές, που κρατούνταν για αδικήματα σχετικά με τα ναρκωτικά σε σύνολο 9.560 φυλακισμένων (29.6%). Το ποσοστό αυτό βέβαια δεν αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα μιας και πολλοί χρήστες έχουν καταδικαστεί για άλλα αδικήματα, όπως κλοπές και ληστείες.
Από το 2019 μέχρι και πρόσφατα, ο Σύλλογος Ασθενών Ήπατος Ελλάδος «Προμηθέας» κατάφερε να εξετάσει περισσότερους από 5.000 κρατούμενους σε 15 σωφρονιστικά καταστήματα κράτησης σε όλη την Ελλάδα.
Περίπου 700 κρατούμενοι, στην πλειοψηφία τους με παρελθόν ενδοφλέβιας χρήσης, διαγνώσθηκαν με χρόνια ηπατίτιδα C. Δυστυχώς, περίπου το 50% αυτών παραμένει αποκλεισμένο από την πρόσβαση σε εξιδεικευμένες αλλά απαραίτητες διαγνωστικές εξετάσεις και φάρμακα για την αντιμετώπιση της νόσου, επειδή δε διαθέτει ΑΜΚΑ.
Παράλληλα με το πρόβλημα της έλλειψης ΑΜΚΑ, σοβαρό εμπόδιο για την πρόσβαση των κρατουμένων σε υπηρεσίες διάγνωσης είναι το στίγμα και η διακριτική μεταχείριση που βιώνουν εντός των φυλακών. Από τους 5000 κρατούμενους που προσέγγισε ο «Προμηθέας» περίπου 1.300 ήταν επιφυλακτικοί έως και αρνητικοί στο να εξετασθούν για λοιμώδη νοσήματα.
Ένας από τους βασικούς λόγους της άρνησής τους αυτής αφορά τον εσωτερικό κανονισμό των φυλακών που αποκλείει τους κρατούμενους που ζουν με λοιμώδες νόσημα από εργασίες, όπως εντός των μαγειρείων. Το γεγονός ότι ο εσωτερικός κανονισμός δίνει τη δυνατότητα στους κρατούμενους που εργάζονται να μειώσουν την ποινή τους έως και 50%, καθιστά αυτούς προνομοιούχους, και κατ’ αναλογία, όσους δεν εργάζονται, αποκλεισμένους από τέτοια προνόμια. Φυσικά, αυτές οι διατάξεις του κανονισμού βασίζονται σε αναχρονιστικές αντιλήψεις, στερούνται επιστημονικής τεκμηρίωσης και τελικά δημιουργούν αντικίνητρα για την σωστή και απαραίτητη περίθαλψη των κρατουμένων.
Τα σωφρονιστικά καταστήματα αποτελούν περιβάλλον υψηλού κινδύνου μετάδοσης για τις ιογενείς ηπατίτιδες και τα λοιμώδη νοσήματα, καθώς διευκολύνεται η διασπορά μέσα από επικίνδυνες συμπεριφορές, όπως η χρήση ενδοφλέβιων ναρκωτικών ουσιών αλλά και από τις συνθήκες ελλιπούς υγιεινής. Οι συχνές μεταγωγές καθώς και η έλλειψη μηχανογράφησης και ηλεκτρονικού φακέλου υγείας κρατουμένων επιβαρύνουν έτι περαιτέρω την ήδη προβληματική κατάσταση.
Παρόλα αυτά, το περιβάλλον των φυλακών δίνει μία σημαντική ευκαιρία για τη δημόσια υγεία.
Αυτή την ευκαιρία δεσμεύτηκε ο Γενικός Γραμματέας Αντεγκληματικής Πολιτικής να κάνει πράξη, μέσω της νομοθετικής πρωτοβουλίας που θα προβλέπει τη χορήγηση ΑΜΚΑ σε όλους τους κρατούμενους, κατά τη διάρκεια παραμονής τους στα σωφρονιστικά καταστήματα. Μια τέτοια πρωτοβουλία κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση, καθώς στοχεύει στην πρόληψη και τη θεραπεία με σκοπό τη βελτίωση της υγείας όλων των κρατουμένων και τη μείωση του κίνδυνου μετάδοσης νοσημάτων. Το κοινωνικό αποτύπωμα αυτής της πρωτοβουλίας είναι ισχυρό τόσο εντός των σωφρονιστικών καταστημάτων, όσο και για την κοινωνία εν γένει.
Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, κάθε χρόνο ο πληθυσμός της φυλακής «ανακυκλώνεται» σε ποσοστό 50%. Στην πράξη δηλαδή περίπου 5.000 κρατούμενοι αποφυλακίζονται και επιστρέφουν στην κοινωνία, και άλλοι τόσοι καταλήγουν στα σωφρονιστικά καταστήματα. Αυτό σημαίνει ότι η επανένταξη υγιών ανθρώπων στο κοινωνικό σύνολο θα αποτυπωθεί και στη δημόσια υγεία.
Αν κάτι μας έχει διδάξει η πανδημία της COVID-19, είναι πως ένα πρόβλημα υγείας που συμβαίνει σε ένα μικρό χωριό στην άλλη άκρη του πλανήτη, μας αφορά όλους, και δεν πρέπει να το αψηφούμε. Κατ’ αντίστοιχο τρόπο, ένα πρόβλημα υγείας που υπάρχει μέσα στις φυλακές, μπορεί και επηρεάζει το σύνολο της κοινωνίας μας, και οφείλουμε να το αντιμετωπίσουμε με σοβαρότητα και υπευθυνότητα.