«Ακάματος, ανήσυχος, δημιουργικός».
Τρία επίθετα από τα χείλη της Προέδρου της Δημοκρατίας «ζωγράφισαν» με αρκετά μεγάλη επιτυχία μια προσωπικότητα που απλά δεν τη χωρά ο τόπος. Μια προσωπικότητα όπως του Σταύρου Ξαρχάκου, με τη δισκογραφική του παραγωγή να ξεκινά το 1962 και να περιλαμβάνει σήμερα περισσότερους από 45 δίσκους, μουσική για 21 ταινίες και 15 τηλεοπτικές παραγωγές.
Σε ένα συνθέτη που συνέδεσε την πορεία του με ιερά τέρατα της ελληνικής και ξένης σκηνής, ανοίχτηκε σε όλα τα είδη, τίμησε με το έργο του πρωτοπόρους της ελληνικής μουσικής, υποστήριξε τις νεότερες γενιές και - κυρίως - στάθηκε πιστός στις αρχές του σε ιστορικά δύσκολες εποχές, άξιζε, αν μη τι άλλο το «Αγαθός μόνος Τιμητέος». Αναγράφεται στην έμπροσθεν όψη του παράσημου του Ανώτερου Ταξιάρχη του Τάγματος της Τιμής που του παρέδωσε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας το μεσημέρι της περασμένης Τετάρτης.
Δύσκολα μπορούσε να διακρίνει κανείς με την πρώτη ματιά τα συναισθήματα του τιμώμενου - δωρικός ήταν και παραμένει ο Ξαρχάκος. Κι όμως, πίσω από την (πάντα λιγόλογος) τοποθέτησή του μόλις παρέλαβε το βραβείο από τα χέρια της Προέδρου, η οποία μάλιστα τον αγκάλιασε αυθόρμητα ενώπιον όλων, φανερή ήταν μια διάθεση απολογισμού αλλά και φιλοσοφίας ζωής.
Στα 85 χρόνια «της νεανικότητάς του»
«Βρίσκομαι εδώ στα 85 χρόνια της νεανικότητάς μου. Να σας ευχαριστήσω γι′ αυτή τη μεγάλη τιμή στο πρόσωπό μου. Ανέφερα την ηλικία μου για να θυμηθούμε ότι στην ιστορία και στο πεπρωμένο ενός ανθρώπου οι αριθμοί δεν παίζουν κανένα απολύτως ρόλο. Οι αριθμοί είναι ασήμαντοι. Κυρία Πρόεδρε, σας ευχαριστώ από τα βάθη της καρδιάς μου και σας είμαι ευγνώμων», ανέφερε ο Σταύρος Ξαρχάκος μετά την παραλαβή του βραβείου.
Τα επιβεβαίωσε αυτά, μάλιστα, λίγο αργότερα, όταν η HuffPost του ζήτησε ένα μικρό σχόλιο πάνω στη μεγάλη μέρα. «Η ηλικία είναι μόνο ένα νούμερο», μας είπε. «Είτε είσαι 5, είτε 85 χρονών, είναι ένα νούμερο και τίποτα άλλο». Παρατήρηση που συνάδει με το «ακάματος» της Κατερίνας Σακελλαροπούλου - αρκεί να σημειώσουμε ότι λίγους μήνες πριν, τον Ιανουάριο του 2024, ο Ξαρχάκος παρουσίασε σε δυο ακόμα sold out συναυλίες στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, το περίφημο «Ρεμπέτικο» (1983), τη μουσική που έγραψε για την ομώνυμη ταινία σε σκηνοθεσία Κώστα Φέρρη.
Αποχαιρετισμός στον μαέστρο
«Ητανε μια φορά» (μουσική : Σταύρος Ξαρχάκος, στίχοι : Κώστας Φέρρης, πρώτη εκτέλεση : Νίκος Ξυλούρης), «Γειά και χαρά σου Βενετιά» (στίχοι: Νίκος Γκάτσος, μουσική: Σταύρος Ξαρχάκος, πρώτη εκτέλεση: Νίκος Ξυλούρης) «Υπομονή» (μουσική: Σταύρος Ξαρχάκος, στίχοι: Αλέκος Σακελλάριος, πρώτη εκτέλεση: Γρηγόρης Μπιθικώτσης).
Από την τεράστια γκάμα των τραγουδιών του Ξαρχάκου, η Ορχήστρα του Πολεμικού Ναυτικού διάλεξε τα παραπάνω τρία που τα ερμήνευσε σε κλίμα συγκίνησης αμέσως μετά τον ευχαριστήριο λόγο του συνθέτη. Η παρουσίαση αυτή, μάλιστα, σηματοδότησε την τελευταία εμφάνιση του μαέστρου της Ορχήστρας, τον οποίο ευχαρίστησε για τις μέχρι τώρα υπηρεσίες του, κι αποχαιρέτησε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας έχοντας στο πλευρό της τον Σταύρο Ξαρχάκο.
Η ιστορία ενός παρασήμου
Ενα χρόνο μετά την έναρξη της Μεταπολίτευσης, και συγκεκριμένα το 1975, ιδρύθηκε το Τάγμα της Τιμής αντικαθιστώντας το καταργηθέν Τάγμα του Γεωργίου Α’. Το παράσημο του Ανώτερου Ταξιάρχη του Τάγματος είναι ύψιστη τιμή που απονέμεται σε Ελληνες πολίτες, ανώτερα στελέχη της Δημόσιας Διοίκησης, εξέχουσες προσωπικότητες των Γραμμάτων και των Τεχνών, καθώς και σε διακεκριμένους επιστήμονες, ή άτομα που διέπρεψαν στους χώρους του Εμπορίου, της Ναυτιλίας της Βιομηχανίας και συνέβαλαν στην ιδιαίτερη προβολή της Ελλάδας. Απονέμεται επίσης σε Αλλοδαπούς που από συγκεκριμένες θέσεις και με την προσωπική τους αξία συνέβαλαν στην ιδιαίτερη προβολή της Ελλάδας.
Οπως εξήγησε κατά προλογίζοντας την εκδήλωση η πρέσβης Αγλαΐα Μπαλτά, της Διεύθυνσης Εθιμοτυπίας ΥΠΕΞ, η μπροστινή όψη του αστέρως και του σταυρού φέρει κεφαλή της Θεάς Αθηνάς με την επιγραφή: Ο Αγαθός μόνος Τιμητέος. Και η πίσω όψη φέρει τον Ελληνικό Σταυρό με το έτος ίδρυσης του Τάγματος.
Η προσφώνηση της ΠτΔ
«Με μεγάλη χαρά και συγκίνηση σας απονέμω σήμερα, κύριε Ξαρχάκο, το παράσημο του Ανώτερου Ταξιάρχη του Τάγματος της Τιμής, ως ύψιστη αναγνώριση στο πλούσιο και πολυσχιδές έργο σας. Ένα έργο που σφράγισε την ελληνική μουσική αντλώντας από το ανεξάντλητο κοίτασμα της παράδοσής μας, από το λαϊκό και το ρεμπέτικο τραγούδι, τους ύμνους της εκκλησίας, τις οπερέτες και τις καντάδες, αλλά και από τη δυτική συμφωνική μουσική και την όπερα. Οι σπουδές σας, κοντά στη Νάντια Μπουλανζέ στο Παρίσι και αργότερα στη σχολή Τζούλιαρντ της Νέας Υόρκης, η γόνιμη συνεργασία σας με τον Λέοναρντ Μπερνστάιν, σας προίκισαν με γνώση και έμπνευση, τις οποίες μεταγγίσατε σε κάθε τομέα της δραστηριότητάς σας. Ακάματος και ανήσυχος δημιουργός, ανοιχτήκατε σε όλα τα είδη και τα υπηρετήσατε υπό όλες τις ιδιότητες∙ ως συνθέτης, μαέστρος, καθοδηγητής μικρών ή μεγάλων μουσικών σχημάτων, υποστηρικτής των νέων δυνάμεων του ελληνικού τραγουδιού, πάντα παρών, σε μια δυναμική και ουσιαστική σχέση βαθιάς επικοινωνίας με το κοινό. Τα τραγούδια σας βρίσκονται στα χείλη κάθε Έλληνα. Για να αναφέρω μόνο δύο έργα-σταθμούς στη μακρά σταδιοδρομία σας, συνεγείρατε το δημοκρατικό αίσθημα του λαού μας με τη μουσική σας για το “Μεγάλο μας τσίρκο”, τη θρυλική παράσταση των Καρέζη-Καζάκου σε κείμενο του Ιάκωβου Καμπανέλλη μεσούσης της δικτατορίας, με τραγούδια που έγιναν σύμβολο του αγώνα κατά της χούντας, και επανεπεξεργαστήκατε μουσικά το ρεμπέτικο τραγούδι αποδίδοντας εκπληκτικά το ήθος του στη μουσική σας για την ταινία “Ρεμπέτικο” του Κώστα Φέρρη. Ταυτόχρονα όμως, ως ενεργός πολίτης, προσφέρατε από δημόσιες θέσεις, διατηρώντας πάντοτε την ανεξαρτησία της σκέψης σας και την αυτονομία των επιλογών σας».
Μεταξύ των παρευρισκομένων ήταν η σύζυγος του συνθέτη, Ηρώ Σαϊα και τα δίδυμα παιδιά τους, ο ποιητής, Βαγγέλης Χρόνης, ο πρέσβης ε.τ. Τάσος Κριεκούκης, στενοί φίλοι του Σταύρου Ξαρχάκου και μέλη της οικογένειάς του.
Σταύρος Ξαρχάκος
Ο Σταύρος Ξαρχάκος γεννήθηκε στις 14 Μαρτίου 1939, στο κέντρο της Αθήνας, όπου κατοικεί μέχρι και σήμερα. Κατάγεται από τη λακωνική Μάνη. Μεγαλώνοντας σε μία γειτονιά της πρωτεύουσας, όπου άνθιζαν οι τέχνες, ήλθε σε επαφή με το λαϊκό και το ρεμπέτικο τραγούδι, αλλά και με το ευρωπαϊκό, που ακουγόταν στο ραδιόφωνο, ενώ επηρεάστηκε έντονα από την εκκλησιαστική μουσική. Μουσικά ερεθίσματα έλαβε και από τη γιαγιά του, που έπαιζε κιθάρα και τραγουδούσε μαζί άριες από όπερες και καντάδες. Από μικρή ηλικία επέδειξε ενδιαφέρον για τη μουσική και παρακολούθησε μαθήματα βιολεντσέλου και πιάνου.
Το 1958 εισήχθη στο Ωδείο Αθηνών, στο οποίο πραγματοποίησε τις πρώτες του σπουδές στην μουσική. Το 1968, ενώ βρισκόταν σε μία ιδιαίτερα παραγωγική στιγμή της καριέρας του, επιδιώκοντας να εξελίξει τη μουσική του και να διευρύνει τις γνώσεις του, αποφάσισε να σπουδάσει μουσική και σύνθεση στο Παρίσι, ως μαθητής της κορυφαίας Γαλλίδας μουσικολόγου και παιδαγωγού Νάντια Μπουλανζέ, έως και το 1973.
Το 1978, επιθυμώντας να μελετήσει την τεχνική της κλασικής μουσικής και να εντρυφήσει στην αρμονία, τη σύνθεση και τη διεύθυνση ορχήστρας, αποφάσισε να συνεχίσει τις σπουδές του στη Σχολή Τζούλιαρντ, στη Νέα Υόρκη, ύστερα από παρότρυνση του Λέοναρντ Μπερνστάιν, με τον οποίο αλληλογραφούσε, αφότου τον έφερε σε επαφή μαζί του ο Κίμων Φράιερ, διεθνούς φήμης ακαδημαϊκός και μεταφραστής του έργου του Νίκου Καζαντζάκη. Στη σχολή Τζούλιαρντ μαθήτευσε δίπλα στο συνθέτη Ντέιβιντ Ντάιαμοντ για τρία χρόνια. Δίπλα στον Μπερνστάιν διδάχθηκε ανάλυση παρτιτούρας, για δύο χρόνια και διηύθυνε πολλά κονσέρτα. Ενδεικτικά αναφέρεται η συναυλία που πραγματοποιήθηκε στη Νέα Υόρκη, στην οποία διηύθυνε τη Συμφωνική Ορχήστρα της πόλης.
Στην αρχή της σταδιοδρομίας του διακρίθηκε ως συνθέτης κινηματογραφικής και θεατρικής μουσικής. Η δισκογραφική του παραγωγή ξεκινά το 1963 και περιλαμβάνει περισσότερους από 45 δίσκους, μουσική για 21 ταινίες και 15 τηλεοπτικές παραγωγές.
Ήδη το 1961 συνέθεσε μουσική για το θεατρικό έργο της Τζέιν Άρντεν Το πάρτυ, ενώ το 1963, σε ηλικία 24 ετών, ανέλαβε τη μουσική σύνθεση για την εμβληματική ταινία Τα κόκκινα φανάρια, σε σκηνοθεσία Βασίλη Γεωργιάδη. Η ταινία έλαβε διθυραμβικές κριτικές και τέθηκε υποψήφια για βραβείο Όσκαρ στην κατηγορία καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας το 1964, ενώ προτάθηκε να διαγωνιστεί για το βραβείο του Χρυσού Φοίνικα στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών. Ο ομότιτλος δίσκος κυκλοφόρησε την ίδια χρονιά και εμπλουτίστηκε με νέα τραγούδια. Λίγο αργότερα συνέθεσε μουσική για την ταινία Λόλα σε σκηνοθεσία Ντίνου Δημόπουλου. Από τα μουσικά θέματα και τα τραγούδια της ταινίας ξεχώρισε το Χάθηκε το φεγγάρι, που ερμήνευσε η Βίκυ Μοσχολιού.
Το 1964, συνέθεσε τη μουσική για τα τραγούδια που περιλαμβάνονται σε μία σειρά ντοκιμαντέρ με τίτλο Η Ελλάδα της Μελίνας, τα οποία δημιουργήθηκαν από το αμερικάνικο τηλεοπτικό δίκτυο ABC, για την ανάδειξη της χώρας. Η Μελίνα Μερκούρη ερμήνευσε τα τραγούδια Τι έχει και κλαίει το παιδί και Να με θυμάσαι σε στίχους Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου και Βαγγέλη Γκούφα, αντίστοιχα.
Το 1965 συνέθεσε τη μουσική για την ταινία Μοντέρνα Σταχτοπούτα σε σενάριο και σκηνοθεσία Αλέκου Σακελλαρίου, ενώ την επόμενη χρονιά για την ταινία Διπλοπενιές σε σκηνοθεσία Γιώργου Σκαλενάκη. Σε αυτή ακούγονται τα τραγούδια Μάτια βουρκωμένα, Στου Όθωνα τα χρόνια και Με τι καρδιά (Αποχαιρετισμός), σε στίχους Νίκου Γκάτσου, με ερμηνευτή τον ηθοποιό Δημήτρη Παπαμιχαήλ. Η ταινία παρουσιάστηκε στο φεστιβάλ του Σαν Σεμπαστιάν και στο Φεστιβάλ των Κανών με τίτλο Dancing The Sirtaki και ταξίδεψε μέχρι την Ιαπωνία, την Αγγλία και τη Γαλλία. Ο δίσκος κυκλοφόρησε την επόμενη χρονιά σε αγγλόφωνη έκδοση, με ερμηνευτές τον Γρηγόρη Μπιθικώτση, τη Βίκυ Μοσχολιού και τον Σταμάτη Κόκοτα. Το 1966 κυκλοφόρησε ο δίσκος Η Ελλάς χωρίς ερείπια, στον οποίο περιλαμβάνεται δική του ακυκλοφόρητη μουσική και τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη. Η μουσική του είχε συνοδεύσει το ομότιτλο ντοκιμαντέρ του Άγγελου Λάμπρου.
Το 1968 συνέθεσε τη μουσική της ταινίας Κορίτσια στον Ήλιο, σε σκηνοθεσία Βασίλη Γεωργιάδη, η οποία απέσπασε 4 βραβεία στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, μεταξύ των οποίων καλύτερης μουσικής, ενώ το 1969 έθεσε υποψηφιότητα για Χρυσή Σφαίρα Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας.
Τo 1968 κυκλοφόρησε και η πρώτη του εργασία στο ρεμπέτικο τραγούδι με τίτλο Μάρκος ο δάσκαλός μας, ο οποίος περιλαμβάνει 12 τραγούδια του Μάρκου Βαμβακάρη, υπό τη δική του οπτική.
Το 1972, η ταινία προβλήθηκε στην Ιαπωνία. Ακόμη, συνέθεσε -5- από τα τραγούδια που περιλαμβάνονται στο δίσκο της Νάνας Μούσχουρη Σπίτι μου σπιτάκι μου, σε στίχους Νίκου Γκάτσου. Την ίδια χρονιά συνέθεσε τη μουσική της ταινίας Λυσιστράτη, τη γνωστή αριστοφάνεια αρχαία κωμωδία. Το 1973, συνέθεσε τη μουσική της τηλεοπτικής σειράς Οι έμποροι των εθνών, που βασίστηκε στο ομώνυμο έργο του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Εκεί ακούγεται για πρώτη φορά το αξιομνημόνευτο τραγούδι Ήτανε μία φορά σε ερμηνεία Νίκου Ξυλούρη.
Το 1973 είναι η χρονιά που συνέθεσε και τη μουσική για τη θεατρική παράσταση Το μεγάλο μας τσίρκο, του Ιάκωβου Καμπανέλλη, στην οποία - με όπλο τη σάτιρα και το δράμα - πραγματοποιείται μία αναδρομή στη σύγχρονη ιστορία της χώρας. Η παράσταση ανήχθη σε όχημα έκφρασης της διαμαρτυρίας των Ελλήνων πολιτών κατά του δικτατορικού καθεστώτος και οι συντελεστές υφίσταντο διώξεις. Μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας, συνέθεσε τη μουσική για το τραγούδι Προσκύνημα το οποίο προστέθηκε στην παράσταση για να τιμήσει τα θύματα του Πολυτεχνείου. Ήδη, το 1966, από κοινού με τον Μάνο Χατζιδάκι και τον Μίκη Θεοδωράκη, είχαν αγωνιστεί για την κατάργηση της λογοκρισίας στην τέχνη, που είχε επιβληθεί από το δικτατορικό καθεστώς. Μαζί με τον ερμηνευτή Νίκο Ξυλούρη τραγουδούσαν στο Πολυτεχνείο υποστηρίζοντας τον αντιδικτατορικό αγώνα των φοιτητών.
Το 1974 κυκλοφόρησε ο δίσκος Νυν και αεί σε ερμηνεία Βίκυς Μοσχολιού και Νίκου Δημητράτου και η Συλλογή σε ερμηνεία Νίκου Ξυλούρη. Το 1976 συνέθεσε τη μουσική για την παράσταση Ο πειρασμός του Γρηγορίου Ξενόπουλου, με τον ομότιτλο δίσκο να κυκλοφορεί την επόμενη χρονιά με ερμηνεύτρια την πρωταγωνίστρια του έργου, Αλίκη Βουγιουκλάκη.
Ακόμη, ορμώμενος από την αγάπη και το ενδιαφέρον του για την κλασική μουσική, πέρα από τη λαϊκή και έντεχνη μουσική, έχει συνθέσει έργα συμφωνικής ορχήστρας, από τα οποία ξεχωρίζουν το συμφωνικό ποιήμα του 1969 Κυρά-Παναγιά, το Κοντσέρτο για πιάνο του 1971, το Ένδοψις του 1979 για βαρύτονο και ορχήστρα, σε ποίηση Γιώργου Σεφέρη, η σουίτα για ορχήστρα του 1982 Αναμνήσεις.
Επιστρέφοντας από τις σπουδές του στη Νέα Υόρκη το 1983, συνέθεσε τη μουσική για την ταινία Ρεμπέτικο, σε σκηνοθεσία του Κώστα Φέρρη. Τους στίχους των τραγουδιών έγραψε ο Νίκος Γκάτσος. Η ταινία κέρδισε -4- βραβεία στο φεστιβάλ κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, μεταξύ των οποίων και το ειδικό βραβείο μουσικής. Η ταινία κέρδισε το βραβείο της Αργυρής Άρκτου στο 34ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βερολίνου, ενώ παράλληλα διακρίθηκε στα Φεστιβάλ της Βαλένθια και της Αλεξάνδρειας. Την ίδια χρονιά συνέθεσε τη μουσική για την τηλεοπτική σειρά παραγωγής του BBC, που γυρίστηκε στη Ρόδο The dark side of the Sun, ενώ τo 1986 ανέλαβε τη σύνθεση της μουσικής για την ταινία Γλυκιά πατρίδα, σε σκηνοθεσία Μιχάλη Κακογιάννη, η οποία πραγματεύεται τα γεγονότα της δικτατορίας στη Χιλή.
Το 1986, το τραγούδι του Τα τραίνα που φύγαν ερμηνεύτηκε από την Ελληνίδα μεσόφωνο Αγνή Μπάλτσα, για να συμπεριληφθεί στο δίσκο που κυκλοφόρησε διεθνώς με τίτλο Songs my country taught me. Η συνεργασία του με τη μεσόφωνο, περιλαμβάνει την πραγματοποίηση συναυλιών σε μεγάλα θέατρα του κόσμου στην Αυστρία, την Ιαπωνία, τις ΗΠΑ και τη Γερμανία.
Το 1988 πραγματοποιήθηκε συναυλία στο θέατρο Παλλάς στην οποία ερμήνευσαν ο Γιώργος Νταλάρας και η Δήμητρα Γαλάνη, ενώ δίσκος κυκλοφόρησε την ίδια χρονιά με τίτλο Συναυλία. Το 1989 συναντήθηκε μουσικά - για πρώτη και τελευταία φορά επί σκηνής - με το Μάνο Χατζιδάκι και το Μίκη Θεοδωράκη στο Ολυμπιακό Στάδιο Αθηνών. Σε μεγάλο μέρος της συναυλίας διηύθυνε την ορχήστρα, με τον Μίκη Θεοδωράκη να ερμηνεύει κορυφαία τραγούδια. Η μουσική συνύπαρξή τους στη συναυλία που πραγματοποιήθηκε, αποτελεί μία από τις πιο εμβληματικές στιγμές στην ιστορία της σύγχρονης ελληνικής μουσικής.
Το 1989 εξελέγη δημοτικός σύμβουλος στον Δήμο Αθηναίων και διετέλεσε αντιδήμαρχος Πολιτιστικών Θεμάτων. Επίσης, εξελέγη βουλευτής στην Α′ Αθηνών από το 1989 έως το 1990, οπότε παραιτήθηκε.
Το 1991 κυκλοφόρησε ο δίσκος Το κατά Μάρκον σε στίχους Νίκου Γκάτσου και ερμηνεία Γιώργου Νταλάρα. Το 1994 συνεργάστηκε ξανά με την Νάνα Μούσχουρη, συνθέτοντας τη μουσική για τον δίσκο Αγάπη είναι ζωή, στον οποίο στίχους έγραψαν ο Νίκος Γκάτσος και ο Μάνος Χατζιδάκις. Τη χρονιά εκείνη συνέθεσε τη μουσική και ανέλαβε τη θεατρική σκηνοθεσία για την παράσταση Αμαν-Αμήν, που παρουσιάζει την ιστορία του ρεμπέτικου τραγουδιού. Ακόμη, αναγορεύτηκε διδάκτωρ Καλών Τεχνών στο Πανεπιστήμιο Adelphi της Νέας Υόρκης.
Το 1995 ανέλαβε την καλλιτεχνική διεύθυνση της Κρατικής Ορχήστρας Ελληνικής Μουσικής (ΚΟΕΜ) την οποία διηύθυνε σε πολλές συναυλίες, σε εθνικό και διεθνές επίπεδο. Το 1996 συνέθεσε τη μουσική για τη λυρική τραγωδία In 1996 LLanto por Ignacio Sanchez Mejias (Θρήνος για τον Ιγνάθιο Σάντσιεθ Μεχίας), που βασίστηκε στο ομότιτλο ποιήμα του Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα. Η παράσταση σκηνοθετήθηκε από τον Πιερ Ζουρντάν και παρουσιάστηκε στο Αυτοκρατορικό Θέατρο της Compiegne, στη Γαλλία.
Το 1996, πραγματοποίησε και συναυλία στην Όπερα του Βερολίνου με τη συμμετοχή της Δήμητρας Γαλάνη και της ΚΟΕΜ, ενώ το 1998, σε συνεργασία με τη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη της Αθήνας, παρουσίασε την παράσταση Ode Poreias- Ode for Journey, διευθύνοντας την ΚΟΕΜ στο Carnegie Hall της Νέας Υόρκης. Το 1999 διηύθυνε στη μουσική παράσταση Νύχτες Μαγικές, που πραγματοποιήθηκε στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού. Αποτελώντας αφιέρωμα για τα δεκαπέντε έτη από το θάνατο του Βασίλη Τσιτσάνη, παρουσιάστηκαν -25- τραγούδια σταθμοί, σε δικές του ενορχηστρώσεις.
Το 1999 πραγματοποιήθηκε η συναυλία Ρέκβιεμ - Νύχτα και Φως, σε συμπαραγωγή Ελλάδας, Γαλλίας και Βελγίου, υπό το φως της πανσελήνου, κάτω από τον επιβλητικό βράχο των Μετεώρων. Την παράσταση εμπνεύστηκε από το ημιτελές Ρέκβιεμ όπως το είχε συνθέσει ο Βόλφγκανγκ Αμαντέους Μότσαρτ. Στη συναυλία συμμετείχε η Εθνική Συμφωνική Ορχήστρα της Λιθουανίας, την οποία και διηύθυνε και οι χορωδίες της Φιλιππούπολης, της Λιθουανίας και του Βελιγραδίου. Το 2000 διευθύνοντας την Κρατική Ορχήστρα Ελληνικής Μουσικής, πραγματοποίησε συναυλία αφιέρωμα στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού, για τα 75 χρόνια του Μίκη Θεοδωράκη, στην οποία παρίστατο ο συνθέτης. Την ίδια χρονιά παρουσίασε την παράσταση Le visiteur, ενώ την επόμενη χρονιά επιμελήθηκε συναυλία - αφιέρωμα στο έργο του Μίκη Θεοδωράκη και διηύθυνε την ΚΟΕΜ. Και οι δύο παραστάσεις πραγματοποιηθήκαν στο Αυτοκρατορικό Θέατρο της Compiegne.
Από το 2000 έως το 2004 εξελέγη και διετέλεσε ευρωβουλευτής. Κατά τη διάρκεια της θητείας του εστίασε το ενδιαφέρον του στα θέματα πολιτισμού και παιδείας, πραγματοποιώντας ομιλίες και υποβάλλοντας σχετικές προτάσεις και εισηγήσεις, στο πλαίσιο του θεσμικού του ρόλου. Από το 2000 έως και το 2002 διετέλεσε αναπληρωματικό μέλος της Επιτροπής Πολιτισμού, Νεότητας, Παιδείας, Μέσων Ενημέρωσης και Αθλητισμού, ενώ από το 2002 έως και το 2004 τακτικό μέλος στην ίδια Επιτροπή. Μεταξύ άλλων αποτέλεσε και τακτικό μέλος στις Επιτροπές Ανάπτυξης & Συνεργασίας και Αναφορών.
Το 2001, ο παγκοσμίου φήμης τενόρος Χοσέ Καρέρας, με τη συνοδεία της συμφωνικής ορχήστρας της Βιέννης ερμήνευσε το τραγούδι Τα τραίνα που φύγαν το οποίο συμπεριλήφθηκε με τον τίτλο Volve στο δίσκο Around the World.
Το 2004 συνέθεσε την εμβληματική μουσική, που ακούστηκε στην τελετή έναρξης των 28ων Θερινών Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας, “Το ζεϊμπέκικο του Δία” ταξιδεύοντας την ελληνική μουσική στα πέρατα του κόσμου. Παράλληλα, συνέθεσε τη μουσική για την αρχαία τραγωδία Τρωάδες του Ευριπίδη, σε σκηνοθεσία Διαγόρα Χρονόπουλου. Η πρεμιέρα της ταινίας πραγματοποιήθηκε στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου και από εκεί ταξίδεψε στην Τουρκία, όπου παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο αρχαίο θέατρο της Τροίας. Από το 2005 έως το 2006 διετέλεσε Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Ελληνικού Ιδρύματος Πολιτισμού.
Το 2006, ενορχήστρωσε το δίσκο Ερημιά του Μίκη Θεοδωράκη σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου, με ερμηνευτές τη Μαρία Φαραντούρη και τον Μανώλη Μητσιά. Το 2008 διηύθυνε την ΚΟΕΜ σε συναυλία με τη μεσόφωνο Αγνή Μπάλτσα στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών και στο Ρωμαϊκό Ωδείο της Πάτρας, τα έσοδα της οποίας διατέθηκαν στο φιλανθρωπικό σωματείο Η Αγάπη. Το 2009 παρουσίασε στην Εθνική Λυρική Σκηνή την όπερά του Συρανό και Ρωξάνη, σε συμπαραγωγή με το Αυτοκρατορικό Θέατρο της Κομπιέν .
Την ίδια χρονιά (2009) επαναλήφθηκε η σύμπραξή του για δυο βράδια στο Ηρώδειο με την Αγνή Μπάλτσα με την πραγματοποίηση συναυλίας με τίτλο Τα τραγούδια της πατρίδας μου.
Το 2011 παρουσίασε τραγούδια των Χατζιδάκι, Θεοδωράκη και δικά του, σε συναυλίες ανά την Ελλάδα αλλά και στο Ηρώδειο διαθέτοντας τα έσοδα στη φιλανθρωπική δράση Μαζί για το παιδί .
Το 2012 παρουσίασε σε παραστάσεις στη Θεσσαλονίκη, στην Αθήνα αλλά και σε ολόκληρη την Ελλάδα την παράσταση Το Μεγάλο μας Τσίρκο του Ιάκωβου Καμπανέλλη.
Ακόμη, το 2013, στο πλαίσιο αφιερώματος στη Μελίνα Μερκούρη, πραγματοποίησε συναυλία, στο δεύτερο μέρος της παράστασης, παρουσιάζοντας τραγούδια τα οποία είχε ερμηνεύσει η μεγάλη Ελληνίδα ηθοποιός.
Τον χειμώνα του 2014 πραγματοποίησε αφιέρωμα στον Βασίλη Τσιτσάνη καθώς και μια συναυλία - αναδρομή στην μουσική του σταδιοδρομία, μέσα από την παράσταση Μάνα μου Ελλάς σε συναυλίες ανά την Ελλάδα αλλά και στο Ηρώδειο.
Σημείο σταθμό αποτελεί η συναυλία που πραγματοποιήθηκε στο Carnegie Hall της Νέας Υόρκης το 2014 με τίτλο Greece for a Lifetime στην οποία συμμετείχε εννεαμελής λαϊκή ορχήστρα, ενώ τραγούδησαν ο Σταμάτης Κόκοτας και η Ηρώ Σαΐα.
Το 2015 μελοποίησε το ποίημα του Γιάννη Ρίτσου Η σονάτα του σεληνόφωτος και πραγματοποίησε παράσταση στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού, στην οποία τα τραγούδια ερμήνευσε η Μαρινέλλα.
Στο πλαίσιο της φιλανθρωπικής του δράσης, το 2016, πραγματοποίησε μεγαλειώδη συναυλία, με σκοπό τη συγκέντρωση τροφίμων, στην οποία παρουσίασε κορυφαία τραγούδια της μουσικής του σταδιοδρομίας, στο κατάμεστο Παναθηναϊκό Στάδιο (Καλλιμάρμαρο). Τα τραγούδια του ερμήνευσαν καταξιωμένοι Έλληνες τραγουδιστές και τραγουδίστριες.
Το 2017 και το 2018 συνεργάστηκε με την Άλκηστη Πρωτοψάλτη σε συναυλίες ανά την Ελλάδα και σε δυο βραδιές στο Ηρώδειο .
Την ίδια χρονιά, αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτωρ του Τμήματος Ψηφιακών Μέσων και Επικοινωνίας του Τ.Ε.Ι. Δυτικής Μακεδονίας.
Το 2019 τιμήθηκε κατά τον ίδιο τρόπο από το Τμήμα Μουσικής της Φιλοσοφικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Το 2019 και το 2020 πραγματοποίησε τη συναυλία 5 λαϊκές μορφές με τρόπον εντόνως ερωτικό στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού αλλά και σε περιοδεία ανά την Ελλάδα, στο πλαίσιο της οποίας παρουσιάστηκαν ορχηστρικά από το έργο των Χατζιδάκι, Θεοδωράκη, Τσιτσάνη, Βαμβακάρη και το δικό του.
Το 2021, με αφορμή τον εορτασμό των 200 χρόνων από την απελευθέρωση της Ελλάδας, προετοίμασε και παρουσίασε στο Ωδείο συναυλία με τίτλο Θέλει αρετή και τόλμη … το τραγούδι, παραφράζοντας τα λόγια του κορυφαίου ποιητή Ανδρέα Κάλβου.
Το 2022 πραγματοποίησε πολλές συναυλίες ανά την Ελλάδα με δικό του ρεπερτόριο και τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς αφιέρωμα στον Νίκο Ξυλούρη στο Ηρώδειο.
Το 2023 παρουσίασε δυο συναυλίες στο Ηρώδειο στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου με κοινωνικοπολιτικά του τραγούδια.
Τον Σεπτέμβρη της ίδιας χρονιάς για πρώτη φορά, παρουσιάστηκε η συναυλία Ρεμπέτικο σε δυο επετειακές συναυλίες στο Ηρώδειο, 40 χρόνια μετά τη δημιουργία της! Τον ίδιο μήνα, ο Σταύρος Ξαρχάκος εγκαινίασε το Δημοτικό Θέατρο Λυκαβηττού.
Τον Ιανουάριο του 2024 παρουσίασε σε δυο ακόμα sold out συναυλίες στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, το «Ρεμπέτικο».
Πηγή βιογραφικού: el.wikipedia.org