Έχοντας δει κι εγώ όπως και χιλιάδες άλλοι το viral vid-εάκι με τον Ξαρχάκο από τη Σύρο με τους πιτσιρικάδες και τα μπουζούκια τους, η προσμονή μου για να τον δω από κοντά, και μάλιστα για πρώτη μου φορά ήταν μεγάλη.
Ο χώρος είχε επίσης πολύ μεγάλο ενδιαφέρον. Πόσοι άλλοι έχετε πάει σε συναυλία στη μέση της πίστας ενός αεροδρομίου; Θα μιλήσουμε όμως γι’ αυτό παρακάτω.
Ξεκίνησε με Τσιτσάνη, πράγμα που αμέσως με έκανε να σκεφτώ ότι ένας γεναιόδωρος άνθρωπος, και δη δημιουργός, τιμά έναν συνθέτη που έχει επηρεάσει πλήθος μουσικών στην πατρίδα μας.
Κι ενώ ξεσκόνιζα το μυαλό μου για να δω ποιο από τα τραγούδια του Ξαρχάκου θέλω να ακούσω πιο πολύ, ποια μελωδία θέλω να τη συνδέσω και με την ζωντανή απόδοσή της, ο Ξαρχάκος με πήρε, νοερά, από το χέρι, και άρχισε να με ταξιδεύει σε γνωστά και λιγότερα τραγούδια και συνθέσεις των μεγάλων Ελλήνων μουσικοσυνθετών.
Με Τσιτσάνη, Βαμβακάρη, Θεοδωράκη, Χατζηδάκι, Μαρκόπουλο ο Ξαρχάκος έφτιαξε ένα πανόραμα της ιστορίας του ελληνικού λαϊκού τραγουδιού, σαν να έκανε υπόκλιση στους συναδέλφους του, που απόντες πια, έχουν αυτόν ως πρεσβευτή τους απέναντι μας, απέναντι στο κοινό, για να μην τους ξεχάσουμε ποτέ. Άφησε τα δικά του κομμάτια για το τέλος, και σε χρόνο αντίστοιχο αυτού που είχε αφιερώσει στους προηγούμενους συνθέτες.
Και κάπου εκεί κατάλαβα ότι κομμάτι του Ξαρχάκου που ήθελα να ακούσω, που σου έλεγα στην αρχή του άρθρου, ήταν το ορχηστρικό θέμα από «Τα Κόκκινα Φανάρια», μια από τις πιο ωραίες μελωδίες του, που λατρεύω.
Οι μουσικοί του, ένας κι ένας, ακολουθούσαν τις νευρώδεις, κεφάτες κινήσεις των δακτύλων, των χεριών, ακόμη και τους μορφασμούς του προσώπου του και με τις ιδιοφυείς του ενορχηστρώσεις άφησαν τις πιο αγαπημένες μελωδίες να ορμήσουν στην πίστα του παλιού αεροδρομίου, να μας αρπάξουν και να μας απογειώσουν όχι σε ένα ταξίδι νοσταλγίας αλλά σε μια νέα ορμητική ματιά στο μέλλον.
Αυτοσχεδιασμοί με κάποιες τζαζ αναφορές σε κάποια μέτρα των συνθέσεων (νομίζω ότι αναγνώρισα κάποιες νότες από το Rhapsody in Blue του Γκέρσουιν), εξαιρετικές φωνές, φοβερά σόλο, είτε από το μπουζούκι, την κιθάρα, το φυσικό κοντραμπάσο (που λατρεύω) και στη μέση του νοητού κύκλου μεταξύ των μουσικών και του κοινού ο μικροκαμωμένος αλλά τεράστιος Σταύρος Ξαρχάκος να παίζει με κάθε μουσικό χωριστά, να του δείχνει «μπράβο», να χαίρεται σαν μικρό παιδί κάθε στιγμή.
Το κοινό, αν και οπτικά ήταν, όταν «μας» παρατηρούσα πριν αρχίσει η συναυλία, ετερόκλητο, δεν χρειάστηκε πολύ να μπει στο κλίμα που ο Ξαρχάκος έφτιαξε με το που ανέβηκε στη σκηνή. Το παρατεταμένο χειροκρότημα και στα ενδιάμεσα μέρη αλλά και στο τέλος αυτής της δυόμιση ωρών μυσταγωγίας απέδειξε για μια ακόμη φορά άλλωστε ότι η μουσική μπορεί να κάνει «ένα» τόσους διαφορετικούς ανθρώπους.
ΥΓ
Η εκδήλωση που παρακολουθήσαμε, εντάσσεται στο The Ellinikon moments, καθώς το παλιό αεροδρόμιο μετασχηματίζεται αλλάζει και ετοιμάζεται να υποδεχτεί αλλά και να χαράξει το μέλλον. (Μια βόλτα από το Experience Park θα σε πείσει!)