Το φετινό Πάσχα είναι για όλους διαφορετικό. Ίσως γι’ αυτό, θα το θυμόμαστε πάντα.
Σ’ αυτήν την πρωτόγνωρη κατάσταση, η μουσική μπορεί να αποτελέσει ιδανική διέξοδο και καταφύγιο. Μεταξύ άλλων, η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, ανεβάζει στο κανάλι της στο YouTube ένα μνημειώδες έργο του συμφωνικού ρεπερτορίου κάθε Παρασκευή – ημέρα της καθιερωμένης της συναυλίας.
Ακόμα, ο καλλιτεχνικός της διευθυντής Στέφανος Τσιαλής, προτείνει έξι συνθέσεις στο υποβλητικό πνεύμα των ημερών, τις οποίες εμπλουτίζουμε με βασικές πληροφορίες :
Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ – Κατά Ιωάννην Πάθη
Ήταν Μεγάλη Παρασκευή του 1724 όταν πρωτοπαρουσιάστηκαν, στον εσπερινό του Αγίου Νικολάου στη Λειψία, τα Κατά Ιωάννην Πάθη του Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ, το πρώτο από τα δύο σωζόμενα Πάθη (πιθανολογείται ότι ο Μεγάλος Κάντορας συνέθεσε συνολικά πέντε). Ο Μπαχ είχε αναλάβει μόλις ένα χρόνο νωρίτερα τη διεύθυνση εκκλησιαστικής μουσικής της πόλης, όταν κλήθηκε να παραδώσει μία σύνθεση που θα συνόδευε το κήρυγμα του ιερέα.
Το λιμπρέτο (ανώνυμου) βασίστηκε σε προϋπάρχοντα κείμενα και άριες που αφηγούνται τα Πάθη του Ιησού, όπως αυτά περιγράφονται στο Ευαγγέλιο του Ιωάννη. Η σύνθεση, που αναθεωρήθηκε πολλές φορές, εκτελείται κάθε χρόνο τις ημέρες του Πάσχα από ορχήστρες σε όλο τον κόσμο, ενώ διακρίνεται για την έντονη εκφραστικότητα, αμεσότητα, αλλά και τα πηγαία συναισθήματα που επικοινωνεί.
Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ – Κατά Ματθαίον Πάθη:
Το δεύτερο σωζόμενο ορατόριο, τα Κατά Ματθαίον Πάθη, γράφτηκαν λίγα χρόνια αργότερα, στις αρχές του 1727. Έργο για σόλο φωνές, δύο χορωδίες και δύο ορχήστρες, το οποίο βασίστηκε σε λιμπρέτο του Πικάντερ (ψευδώνυμο του Γερμανού ποιητή Κρίστιαν Φρίντριχ Χενρίτσι), το οποίο αντλεί κυρίως από τα κεφάλαια 26 και 27 του Κατά Ματθαίον Ευαγγελίου. Την εποχή εκείνη, ο Μπαχ ζούσε ακόμη στη Λειψία κι εκτός από το συνθετικό του έργο και τη διεύθυνση εκκλησιαστικής μουσικής στην πόλη, ήταν κάντορας στον ναό του Αγίου Θωμά, όπου δόθηκε η πρεμιέρα του έργου, το απόγευμα της Μεγάλης Παρασκευής, 11 Απριλίου 1727/ 1729.
Η σύνθεση, γεμάτη δραματική ένταση και γλαφυρές εικόνες, σκόρπισε ρίγη συγκίνησης στο εκκλησίασμα, που είχε συγκεντρωθεί για τον καθιερωμένο εσπερινό της Μεγάλης Παρασκευής. Δεν έλειψαν όμως και οι αντιδράσεις. Λέγεται μάλιστα ότι μία γυναίκα φώναξε δυνατά: «Ο Θεός ας μας συγχωρήσει… Πρόκειται αναμφίβολα για όπερα», θεωρώντας το ορατόριο ιερόσυλο. Την άποψή της φαίνεται ότι συμμερίστηκαν και εκκλησιαστικοί παράγοντες της περιοχής, οι οποίοι θεώρησαν ότι ο Μπαχ δεν είχε το δικαίωμα να συνθέσει εκκλησιαστική μουσική με δραματικό χαρακτήρα. Το θέμα έφθασε μέχρι το δημοτικό συμβούλιο της Λειψίας, τους τότε εργοδότες του Μπαχ, οι οποίοι τον κάλεσαν σε απολογία για παράβαση ουσιωδών όρων του συμβολαίου του. Τελικά, καταδικάσθηκε ομόφωνα σε μείωση των αποδοχών του, σε μία εποχή μάλιστα που είχε όσο τίποτα ανάγκη τα χρήματα, καθώς η δεύτερη σύζυγός του, Άννα Μαγδαληνή, ήταν έγκυος στο πέμπτο παιδί τους. Ίσως λόγω των παραπάνω, το έργο έμεινε στην αφάνεια σχεδόν για έναν αιώνα, μέχρι τη στιγμή που το ανακάλυψε και τελικά ανέδειξε ο Φέλιξ Μέντελσον, το 1829. Έκτοτε, γνωρίζει μεγάλη δημοφιλία και αποτελεί μία από τις δημιουργίες που έχουν ταυτιστεί με τις ημέρες του Πάσχα.
Γκέοργκ Φρίντριχ Χαίντελ – Μεσσίας
Το ορατόριο Μεσσίας γράφτηκε από τον Χαίντελ το 1741 σε λιμπρέτο του Τσαρλς Τζένενς, συμπεριλαμβάνοντας αποσπάσματα από τη Βίβλο καθώς και Ψαλμούς από το Αγγλικανικό Προσευχητάριο. Η σύνθεση χωρίζεται σε τρία μέρη: το πρώτο ξεκινά με τις προφητείες του Ησαΐα και τον ευαγγελισμό των ποιμένων. Στο δεύτερο, το κείμενο επικεντρώνεται στο Θείο Πάθος, το οποίο και κλείνει με το περίφημο χορωδιακό Αλληλούια· τέλος, το τρίτο μέρος έχει ως κεντρικό θέμα την Ανάσταση νεκρών και τη δόξα του Ιησού στους Ουρανούς. Πρωτοπαρουσιάστηκε στο Δουβλίνο, στις 13 Απριλίου 1742 και έκτοτε είναι ένα από τα πλέον δημοφιλή χορωδιακά έργα του ρεπερτορίου.
Ο Χαίντελ, ήδη εγκατεστημένος στην Αγγλία από το 1712, είχε εδραιώσει τη φήμη του ως συνθέτης όπερας και η στροφή του προς το ορατόριο οφείλεται κυρίως στην προσπάθειά του να ικανοποιήσει τις επιθυμίες του βρετανικού κοινού. Παρ’ όλα αυτά, τα ορατόριά του δανείζονται στοιχεία από τη μορφολογία της ιταλικής όπερας, όπως την συνύπαρξη του ρετσιτατίβο, της άριας και των χορωδιακών, παραλείποντας ωστόσο το δραματικό στοιχείο.
Stabat Mater
Πολλοί συνθέτες εμπνεύστηκαν βαθιά συναισθηματικές, δραματικές δημιουργίες από τον λατινικό ύμνο του 13ου αιώνα, που περιγράφει τη θλίψη και τον πόνο της Παρθένου Μαρίας στη θέα του εσταυρωμένου γιου της. Εκφραστικό και συγκινητικό, το Stabat Mater, αξιοποιείται από τον 18ο αιώνα και στις λειτουργίες της Καθολικής Εκκλησίας, συμβάλλοντας στην κατανυκτική ατμόσφαιρα. Ανάμεσα σε αυτούς που εξέφρασαν συχνά το δικό τους, προσωπικό δράμα μέσα από τις ομώνυμες συνθέσεις είναι ο Τζιοβάνι Περγκολέζι, ο οποίος λέγεται ότι συνέθεσε το Stabat Mater του λίγες μέρες πριν πεθάνει από φυματίωση μόλις στα 26, ο Αντονίν Ντβόρζακ, που το ολοκλήρωσε το φθινόπωρο του 1877, μετά από τον τραγικό θάνατο και των τριών παιδιών του, αλλά και οι Χάυντν, Βιβάλντι, Μότσαρτ, Βέρντι, Λιστ και Ροσσίνι.
Άντον Μπρούκνερ - Λειτουργία αρ.3 σε φα ελάσσονα για τέσσερις σολίστ, μικτή χορωδία και ορχήστρα
Η Τρίτη Λειτουργία σε φα ελάσσονα επενδύει ιδανικά την ατμόσφαιρα της Μεγάλης Εβδομάδας, εκφράζοντας το έντονο θρησκευτικό αίσθημα του Άντον Μπρούκνερ. Αποτελεί καρπό της επιθυμίας του να δοξάσει τον Θεό αλλά και των επιρροών του από την ορχηστρική παράδοση της Κλασικής εποχής (Χάυντν, Μότσαρτ, Μπετόβεν), αλλά και τις Λειτουργίες του Σούμπερτ.
Ο Γιόχαν Χέρμπεκ, που επρόκειτο να διευθύνει την πρεμιέρα του έργου, φέρεται να είπε στον Μπρούκνερ:
«Ο Βάγκνερ έκανε λάθος με τον Τριστάνο, όπως έκανα κι εγώ με τη δική μου Συμφωνία σε σι ύφεση μείζονα· γιατί δεν μπορείς να παραδεχθείς κι εσύ ότι έκανες ανάλογο λάθος με τη Λειτουργία σου; Με τη Λειτουργία σε ρε ελάσσονα μπορώ να βγάλω άκρη αλλά αυτήν δεν μπορώ να την εκτελέσω, είναι αδύνατο να τραγουδηθεί.»
Παρόλα αυτά, ο συνθέτης δεν έπαψε να πιστεύει στην καλλιτεχνική αξία του έργου του και οργάνωσε με δικά του έξοδα την πρώτη παρουσίαση της Τρίτης Λειτουργίας σε εκκλησία της Βιέννης στις 16 Ιουνίου 1872. Η ανταπόκριση του κοινού υπήρξε θερμότατη, ενώ έκτοτε το εκφραστικό βάθος, η ενορχήστρωση και η μορφολογική διαύγεια, την κατατάσσουν στα αριστουργήματα της εκκλησιαστικής μουσικής του 19ου αιώνα.
Γκούσταβ Μάλερ - Συμφωνία αρ.2 σε ντο ελάσσονα, «της Αναστάσεως»
Μία διαφορετική, βαθιά εσωτερική και γεμάτη υπαρξιακά ερωτήματα «Ανάσταση» περιγράφει ο Γκούσταβ Μάλερ, στη Δεύτερη Συμφωνία του, για την ολοκλήρωση της οποίας χρειάστηκε έξι χρόνια. Αντλώντας από τη γερμανική παράδοση, αλλά και τις αρχετυπικές εικόνες της χριστιανικής θρησκείας, ο ψυχαναλυτής της μουσικής παραδίδει τελικά έναν ύμνο στην υπέρτατη δύναμη της Αγάπης, που ξορκίζει ίσως τις δικές του, βαθιά προσωπικές αγωνίες.
Ίσως η σημαντικότερη αρετή της μουσικής του Μάλερ είναι η έντονη αφηγηματική αφηγηματικότητα, στοιχείο που έκανε τον Μαξ Μπροντ να αποκαλέσει εύστοχα τις Συμφωνίες του «όπερες χωρίς λόγια». Σύμφωνα με τις «προγραμματικές» οδηγίες του ίδιου του συνθέτη για την ακρόαση της Δεύτερης Συμφωνίας, στο πρώτο μέρος βρισκόμαστε πλάι στο φέρετρο ενός αγαπημένου προσώπου, του οποίου η ζωή, τα πάθη και οι εμπνεύσεις περνούν μία ύστατη φορά από τη σκέψη μας. Υπό το βάρος της συγκλονιστικής απώλειας αναδύονται εναγώνια ερωτήματα: «Τι είναι η ζωή και ο θάνατος; Υπάρχουμε μετά τον θάνατο; Είναι όλα αυτά ένα μπερδεμένο όνειρο ή ζωή και θάνατος έχουν νόημα;».
Το δεύτερο μέρος λειτουργεί ως ανάμνηση μίας ευτυχισμένης στιγμής, που περνά σαν ηλιαχτίδα από το μυαλό μας και μας κάνει πρόσκαιρα να ξεχνάμε τι έχει συμβεί. Το όνειρο όμως δεν κρατά πολύ και κανείς ξυπνά (τρίτο μέρος) βιώνοντας τη σύγχυση της καθημερινότητας. Η ζωή μοιάζει με φρικτό θέαμα που δεν βγάζει νόημα και μας κάνει να οπισθοχωρούμε με μία κραυγή απέχθειας.
Ο Μάλερ, παρομοιάζει το τρίτο μέρος με την αίσθηση που έχουμε παρακολουθώντας εξ αποστάσεως και μέσα από ένα παράθυρο έναν χορό· η κίνηση των χορευτών φαντάζει παράλογη, επειδή ο παρατηρητής δεν μπορεί να ακούσει τον ρυθμό της μουσικής.
Η φωνή στο τέταρτο μέρος είναι η φωνή της απλής πίστης που μας συγκινεί και μας προσφέρει μία ευπρόσδεκτη παρηγοριά.
Τα ερωτήματα του πρώτου μέρους επανέρχονται στο προσκήνιο στο πέμπτο. Το τέλος της ζωής έχει φτάσει και έρχεται η τρομερή μέρα της Κρίσης. Η γη σείεται, οι νεκροί σηκώνονται και κάθε συνείδηση ξεθωριάζει στην έλευση του αιωνίου Πνεύματος. Οι τρομπέτες της Αποκάλυψης ηχούν αλλά οι αιθέριες φωνές των αγγέλων και των αγίων προετοιμάζουν την εμφάνιση του Θεού: τελικά δεν υπάρχει κρίση, δεν υπάρχουν αμαρτωλοί και δίκαιοι, ούτε ταπεινοί και ένδοξοι, ούτε τιμωρία ούτε επιβράβευση. Μία παντοδύναμη Αγάπη ευλογεί την ύπαρξή μας.
Κρατική Ορχήστρα Αθηνών:
Facebook: Κρατική Ορχήστρα Αθηνών/ Athens State Orchestra
Instagram: @athensstateorchestra
YouTube: Athens State Orchestra