Στο μεταίχμιο της δημοκρατίας

Η πολιτική απορρύθμιση που ζούμε έχει βαθύτερο χαρακτήρα.
Atlantide Phototravel via Getty Images

Ο λεγόμενος αντισυστημισμός δεν σκάει σαν φρούτο από τον ουρανό. Δεν αρκεί μια Κωνσταντοπούλου ή ένας Βελόπουλος για να τον εκθρέψει, διότι δεν παράγεται πρωτογενώς πολιτικά –είτε μιλάμε για λαϊκιστικές πολιτικές δυνάμεις, είτε για τον υβριδικό πόλεμο που διεξάγει η Ρωσία και η οποία επιμένει να τις υποδαυλίζει. Είτε για έναν συνδυασμό των δυο και την αλληλεπίδρασή του με την καθίζηση των συστημικών δυνάμεων, που είναι αυτό που συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα.

Υπάρχει και το κοινωνικό υπόβαθρο. Στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ, τα αντίστοιχα φαινόμενα εκθρέφονται στις συνθήκες της κοινωνικής κινούμενης άμμου που έχει προκαλέσει η αποβιομηχάνιση, τα αδιέξοδα της πολυπολιτισμικής κοινωνίας, και ένα μοντέλο μαζικής κατανάλωσης που καταρρέει.

Εγχωρίως έχουμε να κάνουμε με την εξάντληση του ελληνικού παρασιτικού μοντέλου. Στρώματα που βρίσκονται γύρω από το κράτος, και στρώματα που περιστρέφονται γύρω από την οικονομία του freddo και της ξαπλώστρας στις παραλίες. Ένας κόσμος που σιγά σιγά περιορίζεται μέσα σε ασφυξία, σ’ ένα περιβάλλον που δεν προσφέρει πλέον σταθερότητα, αμεριμνησία, την εύκολη ευημερία με τα δανεικά και τον πελατειασμό παλαιότερων δεκαετιών.

Επειδή αυτό το μοντέλο καταστρέφεται, υπάρχει μια προϊούσα πληβειοποίηση που διαρκεί πια 15 χρόνια. Και εγχώριες και εξωχώριες πολιτικές δυνάμεις που σπεκουλάρουν επάνω στο αδιέξοδό της, και τον διαφορισμό της Ελλάδας σε κοινωνία δύο ταχυτήτων.

Από τα μνημόνια, την πανδημία, και τώρα τα Τέμπη υπάρχει ένας κοινός μηχανισμός παραπλάνησης της κοινής γνώμης που τίθεται σε λειτουργία για να εκμεταλλευτεί αυτό το αρνητικό δυναμικό: Υπάρχουν πάντα ορισμένοι «ειδικοί» που βγαίνουν μπροστά. Καταθέτουν την επιστημονική ή επιστημονικοφανή γνώση και τις αναλύσεις τους στην υπηρεσία μιας κάποιας αποδόμησης, και μιας κάποιας ‘πραγματικότητας’. Πρόκειται για προσεκτικά κατασκευασμένα αφηγήματα, με υλικά μισές αλήθειες και ύπουλες διολισθήσεις, που στο τέλος πάντα καταλήγουν θεωρίες συνομωσίας.

Πάντα η τελική εξήγηση που δίνεται στο τέλος είναι η πιο βολική: το 2010 ήταν η επιστροφή στην δραχμή, με την οποία θα επιστρέφαμε μαγικά στην πρότερη ευημερία, δίχως χρέη, και δίχως να μπούμε σε διαδικασίες να αλλάξουμε το θνησιγενές παρασιτικό μοντέλο· μετά ήταν ο κορωνοϊός: η λύση στο μεγαλύτερο πανδημικό γεγονός του αιώνα ήταν… να αρρωστήσουμε γράφοντας στα παπούτσια μας τα υγειονομικά μέρα. Τώρα με τα Τέμπη είναι τα παράνομα φορτία και μια γιγάντια, δαιδαλώδης εγκληματική οργάνωση που διαπερνάει το κράτος, τα ΜΜΕ, καθοδηγείται από το πρωθυπουργικό γραφείο και φτάνει μέχρι… όποιον τολμάει να αμφισβητήσει δημόσια τις θεωρίες αυτές.

Αν κάτι αφήνουν πίσω με το πέρασμά τους οι θεωρίες αυτές, είναι η χειρότερη καθήλωση από αυτήν που υποτίθεται ότι καταγγέλλουν. Λες και ζούμε στο 1984 του Όργουελ, ή την εμφυλιακή δυστοπία που περιγράφει ο Θουκυδίδης, οι λέξεις φτάνουν πια να σημαίνουν το αντίθετό τους. Έτσι τα συνθήματα περί συγκάλυψης έρχονται να συγκαλύψουν τον πραγματικό χαρακτήρα του δυστυχήματος ως ένα «Τσερνομπίλ» του ελληνικού κράτους, το οποίο διατρέχει όλη την αλυσίδα των ευθυνών από την ατομική του σταθμάρχη, μέχρι την άμεση και την απώτερη διοικητική. Και βεβαίως, την πολιτική, καθώς αποδεικνύουν ότι ‘ο μεταρρυθμιστής βασιλιάς είναι γυμνός’· ανίκανος να στήσει με σοβαρό τρόπο ακόμα και τον ΕΟΔΑΣΣΑΜ ώστε να μην φτάσουμε σε ένα πόρισμα το οποίο αυτοδιασύρεται στο πιο κρίσιμο σημείο του, εκείνο της πυρόσφαιρας πάνω στο οποίο στηρίζονται όλες οι τερατολογίες που έχουν απορρυθμίσει την κοινή γνώμη.

Θα πρέπει να μας προβληματίσει ότι το ίδιο μοτίβο επανέρχεται διαρκώς, και μάλιστα είναι αναγνωρίσιμο και επαναλαμβάνεται με άλλο περιεχόμενο και χαρακτηριστικά σε όλη την Ευρώπη και στις ΗΠΑ. Η υβριδική αυτή πολιτική οπλοποιείται από την δυνατότητα των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, να διασπείρουν πολύ πιο μαζικά το μήνυμα, επίσης, είναι αλήθεια ότι αυτά στήνουν μια ψηφιακή φούσκα η οποία επηρεάζει αποφασιστικά πλέον τον ίδιο τον τρόπο πρόσληψης της πραγματικότητας.

Σε στιγμές όξυνσης η τελευταία δεν διαδραματίζει καμία άλλη σημασία πέραν από το να λειτουργεί ως διάδρομος απογείωσης. Έτσι τώρα στις ΗΠΑ για παράδειγμα, οι οπαδοί του τραμπισμού ισχυρίζονται διαδοχικά για τους δασμούς ότι τα χρηματιστήρια δεν έχουν σχέση με την πραγματική οικονομία, και ότι η κατάρρευσή τους συνιστά καλό νέο γι’ αυτήν (τα αποθέωναν βέβαια όταν υποδέχθηκαν τον Τραμπ στις 21 Ιανουαρίου με ένα ράλι ανόδου), ότι ο Τραμπ είναι τόσο θαρραλέος που βάζει φωτιά στα τόπια της κινέζικης παγκοσμιοποίησης και της υπερφιλελεύθερης χρηματοπιστωτικής διεθνούς, ενώ όταν πήρε πίσω τους δασμούς όλα τα προηγούμενα έπαψαν να ισχύουν και τώρα ο Τραμπ ήταν ο επιδέξιος διαπραγματευτής που με τις μανούβρες του προκάλεσε εν μια νυκτί την απομόνωση της Κίνας (η οποία βέβαια δεν τεκμαίρεται από πουθενά).

Η απογείωση από την πραγματικότητα είναι το υψηλότερο στάδιο της ταυτοτικής πολιτικής. «Όμως εγώ δεν παραδέχθηκα την ήττα», όπως λέει και ένα τραγούδι – μελοποιημένο ποίημα του Μανώλη Αναγνωστάκη. β Η πιο ξεκάθαρη περίπτωση αυτού του τύπου της πολιτικής ξεδιπλώθηκε με το δημοψήφισμα και το 62%+ του ΟΧΙ που κατίσχυσε. Ήταν καταιγιστικές οι ενδείξεις πως το ‘πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης’, και μαζί με αυτό όλη η λεγόμενη «ηρωική διαπραγμάτευση» ήταν εντελώς στον αέρα. Ένα τεράστιο κομμάτι του ενεργού πολιτικά κόσμου, όμως, επέλεξε να τις αγνοήσει και αδιαφόρησε πλήρως με την κωλοτούμπα που ακολούθησε. Ενδιαφερόταν μόνο να επικρατήσει κατά κράτος στο δημοψήφισμα έναντι των «Μένουμε Ευρώπη», και όχι τι θα γίνει με την χώρα, και πόσο βαρύς θα είναι ο λογαριασμός για τους χορούς και τα πανηγύρια στο Σύνταγμα.

Το κοινωνικό βάθος αυτής της στάσης, τα μέσα που μετέρχεται η υβριδική πολιτική που την προκαλεί, η έντονη διάσταση της τεχνολογίας που εμπλέκεται, με τις ριζικές της επιδράσεις πάνω στην συνείδηση των ανθρώπων, ακόμα, η πνευματική κατάσταση στην οποία αφήνει τον κόσμο που επηρεάζει, και η εξουδετέρωσή του από την πολιτική διαδικασία –όλα τα παραπάνω, δείχνουν ότι ίσως να ζούμε σε μια εποχή που εκλείπουν ή τέλοσπαντων αδυνατίζουν οι προϋποθέσεις της δημοκρατίας.

Η απάντηση σε αυτήν την κατάσταση δεν μπορεί να έρθει από έναν συστημικό καθωσπρεπισμό ο οποίος επικαλείται την διαχείριση, και την κανονικότητα. Αλλά από ένα ρεύμα οικοδόμησης, ανανέωσης, μεταρρυθμίσεων.

Στα Τέμπη έχει συγκροτηθεί ένα άτυπο μέτωπο ”κοινής λογικής” που πιέζει αφ’ ενός η συζήτηση να μετατοπιστεί στις πραγματικές ευθύνες της κυβέρνησης, στον εκσυγχρονισμό του κράτους και την ανασυγκρότηση των σιδηροδρόμων, αφ’ ετέρου, να αντιμετωπιστεί όλο αυτό το φάσμα της τερατολογίας που τείνει να μεταβάλει σε πουρέ τα αντανακλαστικά της κοινής γνώμης ανατινάζοντας κάθε έννοια κριτικής σκέψης. Δεν είναι τυχαίο ότι η ”παράταξη του ξυλολίου” στοχοποιεί χειρότερα και από την ίδια την κυβέρνηση αυτές τις φωνές –μολονότι εκείνες δεν ταυτίζονται με την τελευταία, και αντιθέτως εκφράζουν μια ξεκάθαρη αποστασιοποίηση και για τους χειρισμούς της αλλά και για την μεταρρυθμιστική της αποτυχία.

Αυτό συμβαίνει διότι οι συγκεκριμένες δυνάμεις εχθρεύονται όσο οτιδήποτε άλλο μια επανεκκίνηση της κριτικής στάσης στην βάση μιας θετικής ατζέντας, ώστε να πάψει αυτή η εμμονική επικέντρωση στο μίσος, και την καταστροφολογία.

Όμως, η δικαίωση στην Υπόθεση των Τεμπών θα έρθει μέσα από μια υποδειγματική δίκη, κι ακόμα, όταν το κράτος πάψει να λειτουργεί με τον τρόπο εκείνο που έβαλε τα δύο τρένα να κινούνται στην ίδια γραμμή, όταν αποκτήσει η χώρα τους σιδηροδρόμους που της αξίζουν όχι μόνο για τις μετακινήσεις της αλλά και για την αποκεντρωμένη ανάπτυξη που μπορούν να ενθαρρύνουν.

Και η θωράκιση της χώρας στην εποχή της περιδίνησης που ζούμε, προκύπτει συστηματοποιώντας τις θετικές εξελίξεις όπως συμβαίνει για παράδειγμα με την άνοδο της μεταποίησης, την ανάπτυξη ενός δυναμικού σμήνους μικρομεσαίων και μεγαλύτερων επιχειρήσεων με εξαγωγικό χαρακτήρα στην αμυντική βιομηχανία, τις ελληνικές επιτυχίες στην έρευνα και την ανάπτυξη των υψηλών τεχνολογιών.

Άρα χρειαζόμαστε έναν πολιτικό λόγο που οφείλει να εγκαλέσει την κυβέρνηση γιατί το κράτος ακόμα δεν βρίσκεται στην θετική πλευρά του ισοζυγίου, αλλά στην αρνητική, και που προτάσσει ένα πρόταγμα επικεντρωμένο στην γνώση, την αξιακή ανασυγκρότηση της κοινωνίας, στις ζωντανές δυνάμεις της εργασίας που οικοδομούν αυτήν την θετική πλευρά της σημερινής Ελλάδας.

Δημοφιλή