«Τα δύσκολα έχουν περάσει, δεν υπάρχουν πλέον οι κίνδυνοι που υπήρχαν παλαιότερα για την Ελλάδα και την οικονομία, είμαι αισιόδοξος για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας, παρά το ότι η κρίση έχει αφήσει μία βαριά κληρονομιά που εκφράζεται στο υψηλό δημόσιο χρέος, στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια των τραπεζών τα οποία χρειάζονται ειδικό χειρισμό για να μειωθούν» δήλωσε ο διοικητής της τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας από το Ρέθυμνο όπου βρέθηκε την Παρασκευή στο πλαίσιο του 23ου Διεθνούς Συνεδρίου Μακροοικονομικής Ανάλυσης και Διεθνούς Χρηματοδότησης, στο Πανεπιστήμιο Ρεθύμνου, για την 90ή επέτειο της ΤτΕ.
Σχετικά με τη σημερινή οικονομική περίοδο που περνάμε τόσο διεθνώς όσο και στην Ελλάδα ο κ. Στουρνάρας ανέφερε: «Έχουμε ξεπεράσει ως χώρα τις δυσκολίες του 2009-2010 με τη δημοσιονομική και οικονομική πολιτική και κατάσταση να έχει ακόμη προκλήσεις. Ακόμα δεν έχουμε ξεπεράσει τις προκλήσεις, ο πληθωρισμός παραμένει πολύ χαμηλός, κάτω από το στόχο μας. Η οικονομική ανάπτυξη είναι ακόμα αδύναμη παρά το ότι το 2018 αλλά και το 2017 δεν πήγε άσχημα. Η ευρωζώνη συνεχίζει να κινείται παρά τα σύννεφα που υπάρχουν στον ορίζοντα και οι νομισματικές αρχές της είναι σε επιφυλακή».
Σε ό,τι αφορά στην παρατεταμένη κρίση στη χώρα μας, ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος είπε ότι: «Τα δύσκολα έχουν περάσει, δεν υπάρχουν πλέον οι κίνδυνοι που υπήρχαν παλαιότερα. Είμαι αισιόδοξος για το μέλλον της Ελληνικής οικονομίας παρά το ότι η κρίση έχει αφήσει μία βαριά κληρονομιά που εκφράζεται στο υψηλό δημόσιο χρέος στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια των τραπεζών τα οποία χρειάζονται ειδικό χειρισμό για να μειωθούν». Όπως πρόσθεσε, «Η κρίση επίσης έχει αφήσει μία κληρονομιά υπό την έννοια της υψηλής ανεργίας παρά το ότι έχει μειωθεί και έχουμε αποκτήσει ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης. Η κρίση στοίχησε στη χώρα μας μείωση του ΑΕΠ της τάξης του 25% με αποτελέσματα στο επίπεδο ευημερίας του κόσμου. Έχουμε βέβαια πάρει και τα μαθήματά μας όπως, ότι ποτέ δεν πρέπει να επιστρέψουμε στις πολιτικές που μας έφεραν στο σημείο αυτό».
Ο κ. Στουρνάρας υπερασπίζεται πως από δω και στο εξής, οι επερχόμενες εθνικές εκλογές δεν μπορούν να επηρεάσουν την οικονομία μιας και: «Φαίνεται ότι μπαίνουμε σε πιο ομαλές συνθήκες». Εξήγησε μάλιστα πως η δημοσιονομική πολιτική μιας χώρας πρέπει να είναι πειθαρχημένη. «Πειθαρχημένη, ώστε να είμαστε μέλος ενός συστήματος χωρών που μοιράζονται ένα κοινό νόμισμα. Για να είσαι μέλος πρέπει να ακολουθήσεις και τους κανόνες του κοινού νομίσματος και ένας από τους λόγους που η Ελλάδα υπέστη αυτό που υπέστη, είναι διότι για ένα μεγάλο διάστημα δεν ακολουθούσαμε τους κανόνες αυτούς. Αυτό είναι ένα μάθημα που δεν πρέπει ποτέ να το ξεχάσουμε και να μην επιστρέψουμε ποτέ σε πολιτικές τέτοιου είδους. Τώρα από εκεί και πέρα, οι κεντρικές τράπεζες έχουν ένα ρόλο για τη νομισματική σταθερότητα, για τη χρηματοοικονομική σταθερότητα του τόπου και μέσω των ερευνητικών τμημάτων τους που επεξεργάζονται προβλήματα των οικονομιών, ο εκάστοτε διοικητής έχει την υποχρέωση να παρουσιάζει, να εξετάσει τις προτάσεις και λύσεις που οι ερευνητές της τράπεζας επεξεργάζονται».
Ο κ. Στουρνάρας τάχτηκε επίσης υπέρ της δημιουργίας Ευρωπαϊκού Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και εξήρε το ρόλο που διαδραμάτισε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), προκειμένου να αντιμετωπιστεί η πρόσφατη κρίση. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, η ΕΚΤ αναλαμβάνοντας ενεργό ρόλο παρενέβη στην αγορά αγοράζοντας από την αγορά πάσης φύσεως ομόλογα, με αποτέλεσμα να διαθέτει σήμερα τίτλους αξίας άνω των 3,5 τρισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 1/3 του ΑΕΠ της Ε.Ε.
(με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ)