Τα στελέχη της Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων ανέλαβαν τη διερεύνηση έξι περιστατικών, που αφορούν σε καταγγελίες για αντιεπαγγελματική και αντικοινωνική συμπεριφορά αστυνομικών, αλλά και για μία σύλληψη, που φαίνεται ότι δεν έγινε ποτέ, αλλά διακινήθηκε ως είδηση σε ορισμένα μέσα μαζικής ενημέρωσης και σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Οι «Αδιάφθοροι» της ΕΛ.ΑΣ ήδη έχουν ξεκινήσει τη διερεύνηση:
·καταγγελίες για αστυνομικό, που φέρεται να προέβαλε όπλο και να απείλησε διαδηλωτές,
·καταγγελίες για έφοδο της Ομάδας «ΔΡΑΣΗ» σε κατάστημα στη Νέα Σμύρνη και στη συνέχεια παρέσυραν με το δίκυκλό τους διαδηλωτή,
·την υπόθεση σύλληψης λάθος υπόπτου - για τον ξυλοδαρμό του αστυνομικού της Ομάδας «ΔΡΑΣΗ» στη Νέα Σμύρνη- στο Μενίδι και της διαρροής των προσωπικών του στοιχείων,
·καταγγελία ότι αστυνομικοί της Ομάδας «ΔΡΑΣΗ» εισέβαλαν στην είσοδο πολυκατοικίας και προσήγαγαν πολίτη,
·υπόθεση των καταγγελιών 18χρονης που υποστηρίζει ότι την παρενόχλησαν σεξουαλικά αστυνομικοί των ΜΑΤ, την ξυλοκόπησαν και δεν της επέτρεψαν να την εξετάσει ιατρός και
·καταγγελία για ξυλοδαρμό κρατουμένων στη Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής.
Επιπλέον, η Υποδιεύθυνση Διοικητικών Εξετάσεων ανέλαβε τη διενέργεια Ένορκων Διοικητικών Εξετάσεων για:
·βίντεο όπου απεικονίζεται αστυνομικός να χαστουκίζει γυναίκα που διαμαρτύρεται,
·καταγγελίες που αναφέρουν ότι αστυνομικοί πετούν μολότοφ σε διαδηλωτές,
·καταγγελία από 5 φοιτητές που προσήχθησαν, εκ των οποίων ένας οδηγήθηκε στο αυτόφωρο, σε πανεκπαιδευτικό συλλαλητήριο στην οδό Πανεπιστημίου και
·καταγγελίες για περιστατικά ξυλοδαρμού εκπροσώπων του Τύπου.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ανώτατοι αξιωματικοί του Σώματος, τόσο από το Αρχηγείο της ΕΛ.ΑΣ όσο και από τη Γενική Αστυνομική Διεύθυνση, έχουν ενοχληθεί ιδιαίτερα με τη συμπεριφορά του προσωπικού σε ορισμένα από αυτά τα περιστατικά, αλλά ταυτόχρονα έχουν στοιχεία ότι κάποιες από τις καταγγελίες δεν ευσταθούν.
Η διαφορά της έρευνας από τις Εσωτερικές Υποθέσεις σε σχέση με τις ΕΔΕ είναι ότι στην πρώτη περίπτωση, εάν διαπιστωθούν, υπάρχουν ποινικές ευθύνες και οι εμπλεκόμενοι θα αντιμετωπίσουν τη δικαιοσύνη, ενώ στη δεύτερη περίπτωση αντιμετωπίζουν μόνον πειθαρχικές.