Η μελέτη του έργου του Κ. Π. Καβάφη έχει πάντοτε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για μένα, όχι μόνο βέβαια επειδή ο Καβάφης υπήρξε μία από τις σημαντικότερες μορφές στην ιστορία της Ευρωπαϊκής ποίησης του 20ου αιώνα που έχει ασκήσει μεγάλη επίδραση σε λογοτέχνες και στοχαστές ανά την υφήλιο, αλλά και για έναν επιπλέον λόγο: όπως σημειώνει ο Καβάφης στο ημερολόγιο της πρώτης του επίσκεψης στην Ελλάδα το 1901 (που έγραψε στην αγγλική), είχε θετική άποψη για το έργο του Γεωργίου Ροϊλού, σπουδαίου ζωγράφου της εποχής, από τους πρώτους που εισήγαγαν τον ιμπρεσσιονισμό στην ελληνική τέχνη, δασκάλου και μέντορα, μεταξύ άλλων, του Τζιόρτζιο ντε Κίρικο στα πρώτα αποφασιστικά καλλιτεχνικά βήματα του τελευταίου.
Στο λήμμα του ημερολογίου του για την 28η Ιουνίου 1901, ο Καβάφης αναφέρει ότι επισκέφθηκε τον ζωγράφο στο εργαστήριό του, όπου είχε την ευκαιρία να περιεργαστεί τον πίνακά του Η μάχη των Φαρσάλων: "At 4:30 I took the direction of the Polytechneion. The first person I met in the Odos Patision was Tsocopoulo [sic], who accompanied me to the Polytechneion and conducted me to the painter Roilos's study to see this artist's great picture The Battle of Pharsala". Η συνάντηση εκείνη του ποιητή με τον ζωγράφο ήταν αντικείμενο αφηγήσεων που άκουγα συχνά στο σπίτι ως παιδί--αφηγήσεις που διαμόρφωσαν αργότερα πλευρές της ερευνητικής μου έλξης προς την πολιτισμική ιστορία και τέχνη.
Ο Καβάφης γεννήθηκε και πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στην περιφέρεια του ελληνόφωνου κόσμου, στην Αλεξάνδρεια, όπου και πέθανε το 1933, σε ηλικία 70 ετών, την ημέρα των γενεθλίων του. Αν και ένθερμος πατριώτης και εραστής καθετί του ελληνικού, ο κοσμοπολιτισμός του (έζησε κάποια χρόνια της παιδικής του ηλικίας στην Αγγλία και της ύστερης εφηβείας του στην Κων/πολη) και κυρίως η διασπορική του αντίληψη συνέβαλαν στο να αναπτύξει μία κριτική προσέγγιση πλευρών της πολιτισμικής και πολιτικής ζωής του ελληνικού κράτους. Η στάση του απέναντι σε πολιτισμικά θέματα, την ιστορία και τα περί ηθικής κρατούντα είχε επηρεασθεί σε μεγάλο βαθμό από τον πολυπολιτισμικό του προσανατολισμό, από την μια, και από την έντονη προσωπική του μεταιχμιακότητα (γεωγραφική και πρωτίστως κοινωνικοαισθητική), από την άλλη.
Η διασπορική του εμπειρία και μεταιχμιακότητα διαμόρφωσαν εν πολλοίς αυτό που θα αποκαλούσα την εν γένει πολιτισμική του πολιτική, η οποία συνεχίζει να εμπνέει έναν εξαιρετικά μεγάλο αριθμό αναγνωστών, ποιητών, μελετητών, στοχαστών και πολιτικά/ιδεολογικά στρατευμένων ατόμων σε όλο τον κόσμο. Η αδιάπτωτη σαγήνη που ασκεί σε διεθνές επίπεδο ακόμη και σήμερα αναδείχθηκε υποβλητικά και διατρανώθηκε σε μία εκδήλωση που είχα οργανώσει στο Χάρβαρντ για να εορτασθεί το τέλος του Έτους Καβάφη. Στην εκδήλωση εκείνη συμμετέσχαν ως αναγνώστες όχι λιγότεροι από είκοσι επτά συναδέλφους Καθηγητές και φοιτητές από το εν λόγω Πανεπιστήμιο, οι οποίοι διάβασαν μεταφράσεις της "Ιθάκης" σε είκοσι επτά διαφορετικές γλώσσες!
Ο όρος και η έννοια της πολιτισμικής πολιτικής γενικά πρέπει να νοηθεί ως μία αμφίδρομη διαδικασία. Αναφέρεται, από την μια, στην επίδραση πολιτικών ιδεολογιών και πρακτικών στην παραγωγή, διακίνηση και κατανάλωση πολιτισμικών αγαθών και, από, την άλλη, στους τρόπους με τους οποίους αυτά ανταποκρίνονται, ή ακόμη και διαμορφώνουν, διαστάσεις των πρώτων. Το θέμα "πολιτισμική πολιτική και Καβάφης" θα μπορούσε να εξετασθεί από αρκετές διαφορετικές, αλλά εν τέλει, συμπληρωματικές, οπτικές. Για παράδειγμα, κανείς θα μπορούσε να ασχοληθεί με τα ακόλουθα ερωτήματα: πώς το έργο του Αλεξανδρινού προσλαμβάνεται από φορείς πολιτικά καθορισμένων ή τουλάχιστον πολιτικά ενημερωμένων ιδεολογικών συστημάτων λόγου και πρακτικών (εθνικισμός, μετααποικιοακρατικές θεωρίες, σπουδές φύλου [π.÷. queer studies] κτλ.).
Πώς συγκεκριμένα ποιήματα πιθανόν αντανακλούν ή σχολιάζουν συγκεκριμένα πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα του σύγχρονού του Αλεξανδρινού ή ευρύτερου ελληνικού περικειμένου. Ή πώς το περιεχόμενο του ώριμου έργου του καθώς και οι υφολογικές του επιλογές, κυρίως η σταδιακή διαμόρφωση ενός κατ' εξοχήν μεταίχμιου ποιητικού λόγου (ο οποίος, σύμφωνα με τα κριτήρια της εποχής, βρισκόταν πλησιέστερα στον πεζό λόγο μάλλον παρά την ποίηση), υπονόμευαν καθιερωμένες κοινωνικοαισθητικές αρχές και αξίες. Στο σύντομο αυτό κείμενο επικεντρώνομαι στην τελευταία αυτή όψη του σύνθετου ζητήματος "πολιτισμική πολιτική και Καβάφης", που ενδέχεται να έχει κάποια σημασία και για γενικότερα θέματα σε σχετιζόμενα πεδία θεωρητικών αναζητήσεων. Εδώ αντλώ από την εκτενέστερη ερμηνεία μου διαστάσεων της μεταιχμιακότητας της ποιητικής, ιδεολογίας και ηθικής του καβαφικού έργου που έχω προτείνει στο βιβλίο μου C. P. Cavafy: The Economics of Metonymy και στην συμβολή μου στον τόμο Imagination and Logos: Essays on C. P. Cavafy (ed. Panagiotis Roilos, 2010).
Ο Καβάφης, που είχε δηλώσει ότι αν δεν ήταν ποιητής θα ήθελε να ήταν ιστορικός, επιδεικνύει μία ευφυή ιστορική, πολιτική και αισθητική ευαισθησία σε όλο το εύρος του έργου του, κυρίως από τα μέσα της αλληγορικής, όπως την έχω ονομάσει, περιόδου του (δηλ. από τα μέσα του 1890) και εξής. Εν αντιθέσει προς τα πολιτισμικά και ιδεολογικά πρότυπα που κυριαρχούσαν στην εποχή του στην Ελλάδα αλλά και γενικότερα στην Ευρώπη, τον Καβάφη τον είλκυε όχι τόσο το περίφημο κλασσικό παρελθόν όσο, μάλλον, μεταβατικές περίοδοι της αρχαίας και μεσαιωνικής ιστορίας: ελληνιστική περίοδος, ύστερη αρχαιότητα, Βυζάντιο.
Παρόμοια με μεταβατικές φάσεις στην ζωή ενός ατόμου ή μιας κοινότητας, οι οποίες υπόκεινται συχνά σε διαδικασίες τελετουργικής διαχείρισης, τέτοιες ιστορικές περίοδοι εμφανίζουν συμπτώματα μίας αμφίσημης μεταιχμιακότητας: καθοριζόμενες σε μεγάλο βαθμό από κριτικές, δυνάμει ταυτόχρονα αποδομητικές και δημιουργικές, επικίνδυνες και αναζωογονητικές εντάσεις ανάμεσα σε αντιθετικές ιδεολογικές, επιστημολογικές, και ευρύτερες κοινωνικοπολιτισμικές κατηγορίες (οικείο/ανοίκειο, εμείς/άλλοι, παρελθόν/παρόν), μεταίχμιες εποχές στην ιστορία, τουλάχιστον όπως αυτές τις εκλαμβάνει ο Καβάφης, χαρακτηρίζονται από δεκτικότητα (συγκρητισμό), ρευστότητα και αυτό που προτιμώ να αποκαλώ αμφοτερογλωσσική αμφισημία.
Η υπονόμευση από τον Καβάφη καθιερωμένων, στην εποχή του, δομών ηθικής συμπεριφοράς και σχέσεων μεταξύ φύλων, υπονόμευση η οποία στα ώριμα χρόνια του αρθρώνεται δυναμικά μέσω της ανοιχτής και άμεσης πρόκρισης του ομοερωτισμού, συνέβαλε αποφασιστικά στην μεταιχμιακότητα της ποιητικής επανάστασής του και της σύνολης πολιτισμικής του πολιτικής. Ο ιδιαιτέρως πρωτότυπος, συχνά "εκκοσμικευμένος", επαναπροσδιορισμός αισθητικών και ηθικών αρχών του "ελληνικού έρωτα" ("Hellenic love"), όπως αυτές είχαν διαμορφωθεί στον δυτικοευρωπαϊκό (κυρίως τον αγγλικό) αισθητισμό, βασιζόταν σε μία ριζική αποσταθεροποίηση των ηθικών, πολιτισμικών, ακόμη και οικονομικών αξιών στις οποίες στηρίζονταν οι κοινωνίες της μεταβιομηχανικής Ευρώπης. Όπως έχω ισχυρισθεί αλλού (κυρίως στο βιβλίο μου C. P. Cavafy: The Economics of Metonymy, 2009), η αποφαστική πρόκριση της ομοερωτικής επιθυμίας και της ποιητικής δημιουργικότητας στο έργο του Καβάφη αρθρώνεται εν είδει μίας, όπως την αποκαλώ, "αντι-οικονομίας της jouissance" (ερωτικής έκστασης), ένα είδος, δηλαδή, "οικονομίας" που προκρίνει την έννοια του περισσού και της περίσσειας, την (αυτο)ανάλωση και της ζημίας εις βάρος κυρίαρχων οικονομικών αρχών όπως αυτές του οφέλους, του κέρδους, και της χρηστικότητας.
Για τον Καβάφη η ποίηση συνιστά τολμηρή εκδήλωση μίας τέτοιας αντι-οικονομίας, αφού συχνά συνεπάγεται δημιουργία μέσω (αυτο)ανάλωσης και "ζημίας", ή, με όρους τελετουργικής ποιητικης, μέσω αυτο-θυσίας. Η εκ μέρους του Καβάφη σύλληψη της ποιητικής δημιουργικότητας ως έκφανσης μίας ευρύτερης οικονομικοερωτικής μεταιχμιακότητας αποτυπώνεται εύγλωττα σε ένα ποίημα που φέρει τον οιωνεί τελετουργικό τότλο "Πέρασμα", στο οποίο η μύηση στον κόσμο της ποίησης περιγράφεται πράγματι σαν ένα είδος διαβατήριας τελετουργίας. Το ποίημα, που γράφτηκε το 1914 και δημοσιεύθηκε το 1917, έχει ως εξής:
Εκείνα που δειλά φαντάσθη μαθητής, είν' ανοιχτά,
φανερωμένα εμπρός του. Και γυρνά, και ξενυχτά,
και παρασύρεται. Κι ως είναι (για την τέχνη μας) σωστό,
το αίμα του, καινούριο και ζεστό,
η ηδονή το χαίρεται. Το σώμα του νικά
έκνομη ερωτική μέθη• και τα νεανικά
μέλη ενδίδουνε σ' αυτήν.
Κ' έτσι ένα παιδί απλό
γένεται άξιο να το δούμε, κι απ' τον Υψηλό
της Ποιήσεως Κόσμο μια στιγμή περνά κι αυτό --
το αισθητικό παιδί με το αίμα του καινούριο και ζεστό.