Ύστερα από ένα αναπάντεχο και έμμεσο ”χτύπημα” που δέχτηκε η παράταξη του Εμανουέλ Μακρόν, κατόπιν της διαπόμπευσης του υποψηφίου Δημάρχου του Παρισιού, ο Γάλλος Πρόεδρος φαίνεται πως έχει απασχολήσει ποικιλοτρόπως τη διεθνή γνώμη, δια μέσω των δηλώσεων που προέκυψαν από τη Διάσκεψη του Μονάχου.
Οι σχέσεις Ευρωπαϊκής Ένωσης-Ρωσίας, όσο και οι βλέψεις της Γαλλίας για τον μέλλον της Ευρώπης αποτέλεσαν μερικά από τα θέματα που εμπεριέχονταν στην ατζέντα του Γάλλου Προέδρου.
Σε γενικές γραμμές, οι τοποθετήσεις της Γαλλίας προβλημάτισαν την κοινή άποψη, μιας και κατέστη σαφές πως το Παρίσι προσανατολίζεται σταδιακά προς μια σχετική πολιτική εξομάλυνσης.
Σε ό,τι αφορά τις προθέσεις της χώρας για τις σχέσεις των Βρυξελλών με τη Μόσχα, η επιθυμία για καλυτέρευση των σχέσεων μεταξύ των δύο πλευρών είναι ένα γεγονός που τυγχάνει διαφορετικών ερμηνειών.
Αρχικά, οι φιλοδοξίες του Παρισιού για βελτίωση των επαφών με τη Ρωσία σχετίζονται σε μεγάλο βαθμό με το γενικότερο κλίμα συνεργασίας που έχει αναπτύξει μονομερώς η Γερμανία με τη Μόσχα.
Οι διαφοροποιημένες στρατηγικές βλέψεις που συνοδεύουν διαχρονικά τα δύο ευρωπαϊκά κράτη έχουν αποτελέσει βασικό φραγμό για την περαιτέρω διμερή σύγκλιση σε ζητήματα που επηρεάζουν την Ευρωπαϊκή Ένωση στο σύνολό της.
Οι ενεργειακές συμφωνίες μεταξύ Βερολίνου και Μόσχας, αλλά και οι πρότερες διπλωματικές πρωτοβουλίες της Γερμανίας στις διαδικασίες ειρήνευσης της Λιβύης, αναμφίβολα, ωθούν το Παρίσι στο να επιζητεί μια γέφυρα επικοινωνίας με τη Ρωσία που θα καλύπτει όλο το φάσμα του ευρωπαϊκού οικοδομήματος.
Παρ’ όλα αυτά, ζητήματα που αποτέλεσαν αιτία για την διάρρηξη των διπλωματικών σχέσεων Ευρώπης-Ρωσίας, όπως είναι η προσάρτηση της Κριμαίας, θα εξακολουθήσουν να καθορίζουν τη στάση της Ένωσης απέναντι στη Μόσχα, πόσο δε μάλλον όταν ο Πρόεδρος της Ουκρανίας διακηρύττει δημοσίως την πρόθεση για διεξαγωγή εκλογών σε περιοχές της Ανατολικής Ουκρανίας.
Επιπλέον, αξίζει να σημειωθεί πως οι προθέσεις καλής θελήσεως από μέρους της Γαλλίας συμπίπτουν χρονικά και με την πρόσκαιρη ένταση ανάμεσα στις σχέσεις Τουρκίας-Ρωσίας. Είναι προφανές πως ο Πρόεδρος Μακρόν αποσκοπεί στο να εκμεταλλευτεί στο μέγιστο το γεγονός πως οι δύο ευκαιριακοί και ”εργαλειακής φύσεως” σύμμαχοι δεν πρόκειται να παραμείνουν επ’ άπειρον σε κλίμα ψυχρότητας.
Μάλιστα, από την πλευρά της, η Μόσχα φαίνεται να επιθυμεί άμεση αποκατάσταση των διαφορών με την Άγκυρα, παρά το γεγονός πως οι αψιμαχίες στο πεδίο της Συρίας συνεχίζουν να διεξάγονται με έντονους ρυθμούς.
Επανερχόμενοι στις εξαγγελίες του Γάλλου Προέδρου, παρατηρούμε πως η άλλοτε αρνητική στάση της Γαλλίας σε ζητήματα όπως είναι η διεύρυνση της Ένωσης από τα Δυτικά Βαλκάνια, όσο και η προσέγγιση της ιδέας για αμυντική ενίσχυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, περιβλήθηκε από σχετικά ηπιότερους τόνους.
Η σταδιακή κάμψη των ενστάσεων για την προσχώρηση της Βόρειας Μακεδονίας και της Αλβανίας αποτελεί σχετική υποχώρηση της Γαλλίας από το βέτο που ασκούσε το προηγούμενο διάστημα.
Ταυτόχρονα, η αναφορά του Προέδρου στην Μεγάλη Βρετανία, μέσω της προσφώνησής της ως στρατηγικό σύμμαχο εντός του ΝΑΤΟ, επιβεβαιώνει το γεγονός πως το Παρίσι, όπως και η πλειοψηφία των ευρωπαϊκών κρατών, εξακολουθούν να νιώθουν την ανάγκη της αμυντικής τους θωράκισης από τον Βόρειο Ατλαντικό Οργανισμό.
Παρά τις επιθυμίες της Γαλλίας για ενδυνάμωση της κοινής αμυντικής συνεργασίας υπό στενότερα πλαίσια εντός της Ευρώπης, η ίδια γνωρίζει πως είναι ακατόρθωτο εκ μέρους της να ”σηκώσει στους ώμους της” το βάρος της ευθύνης για ένα τόσο αμφίβολο εγχείρημα.
Με λίγα λόγια, οι πολιτικές επιλογές της Γαλλίας στο εξής διάστημα ενδεχομένως να κινηθούν σε πιο μετριοπαθή επίπεδα, χωρίς ωστόσο να παραβλέπεται εντελώς η βαθύτερη φιλοδοξίας της, να καθορίζει σε μεγάλο βαθμό τα τεκταινόμενα και τις επιλογές της Ένωσης.