Η συνέχεια του πρώτου μέρους - Ηγεμονικές Συμπληγάδες: Η Ελλάδα μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων
Ενώ οι στρατηγικές λογικές που μόλις αναφέρθηκαν είναι ανορθολογικό να αμφισβητηθούν – στην Ελλάδα βέβαια γίνονται αφορμή για εμφύλιες διενέξεις μέχρι και σήμερα – ένα ακόμη κριτήριο που σημαίνει επιτυχία στην επιλογή συμμαχιών και συγκλίσεων με τους συμμαχικούς στρατηγικούς προσανατολισμούς, είναι ένα να κατορθώνει να μην εισέρχεται στις Συμπληγάδες των ηγεμονικών συγκρούσεων. Στο πλαίσιο των εξελίξεων που συντρέχουν μερικές επισημάνσεις θα φωτίσουν καλύτερα αυτό το δύσκολο ζήτημα.
α) Ενώ η κατασκοπεία είναι μια συνήθης πρακτική των κρατών, ασφαλώς και εξαποστέλλεις στην πατρίδα τους τους δράστες ξένων δυνάμεων όταν συνωμοτούν στο εσωτερικό και τιμωρείς τους αποδεδειγμένα συνωμότες εγχώριους κατασκόπους ξένων δυνάμεων. Αυτό όμως αφορά όλους τους κατασκόπους. Όσον αφορά την διαφύλαξη της κρατικής κυριαρχίας και της εθνικής ασφάλειας δεν υπάρχουν «φιλικοί» και «εχθρικοί» κατάσκοποι αλλά κατάσκοποι που όταν εντοπιστούν απελαύνονται. Ως προς τούτο, ο σημαντικότερος σύμμαχος των ΗΠΑ, το Ισραήλ, την δεκαετία του 1980 απέλασε Αμερικανούς κατασκόπους.
β) Ασφαλώς και θα έπρεπε να απελαθούν οι Ρώσοι κατάσκοποι επειδή όπως φαίνεται υπήρξαν αποδείξεις (και να τιμωρηθούν εγχώριοι συνεργάτες τους ένα συνειδητά χρηματίστηκαν για πράξεις κατά της εθνικής ασφάλειας). Αυτό όμως είναι ένα πράγμα και άλλο η εκτεταμένη γενικόλογη και ατεκμηρίωτη ενοχοποίηση όποιου διαφωνεί με την αναγνώριση του «Μακεδονικού αλυτρωτισμού» ή αύριο μιας άλλης υπόθεσης που καταμαρτυρούμενα είναι προσανατολισμένη λανθασμένα.
Εδώ, επιπλέον, υπάρχει κάτι ακόμη. Ενώ είναι κατακριτέο να χαρακτηρίζονται ως προδότες όσοι αναμφίβολα με καλές προθέσεις έκαναν φρικτά διπλωματικά λάθη είναι εξίσου κατακριτέο και αυτοκαταστροφικό όποιος διαφωνεί να ενοχοποιείται ως κατάσκοπος ή συνοδοιπόρος κατασκόπων.
γ) Για ένα ακόμη λόγο, είναι ένα πράγμα να κάνουμε συμφέρουσες συναλλαγές με τον κυριότερο δυτικό σύμμαχό μας (και επιτυχία όπως είπαμε, εφικτή υπό τις περιστάσεις, θα ήταν η παντοτινή εξαφάνιση του «Μακεδονικού αλυτρωτισμού») και άλλο μια συνήθης υπόθεση κατασκοπείας που δεν μπορεί παρά να αφορά μερικά άτομα να γενικεύεται και να ενοχοποιείται συλλήβδην ακόμη και το Άγιο Όρος. Στο σημείο αυτό, προσθέτουμε, ότι για όποιο έχει επίγνωση του τι σημαίνει εθνική ασφάλεια θα συνηγορούσε με δύο θέσεις:
1. Οι ΗΠΑ είναι ο κυριότερος Δυτικός σύμμαχος με τον οποίο θα πρέπει να είμαστε σε διαρκή ισότιμο διάλογο και ενόσω καλλιεργούμε τις προαναφερθείσες προϋποθέσεις να κάνουμε διαρκείς συμφέρουσες συναλλαγές.
2. Επειδή οι εναλλαγές συμμαχιών, εχθρών και φίλων μεταξύ κρατών και περισσότερο μεταξύ ηγεμονικών δυνάμεων είναι συνεχείς το λιγότερο κράτος απαιτείται να κινείται επιδέξια και να μην καταντά υποχείριο των ηγεμονικών αντιπαραθέσεων στο πλαίσιο των αδιάλειπτων και ανελέητων ανταγωνισμών τους.
δ) Σχετικά με τα δύο τελευταία επιχειρήματα ενώ στρατηγικός ορθολογισμός προϋποθέτει προσεκτική αλλά στέρεη συνηγορία με τις γεωπολιτικές ισορροπίες που επιδιώκουν οι Δυτικές ναυτικές δυνάμεις, την Ελλάδα όχι μόνο δεν την συμφέρει να γίνεται βασιλικότερος του Βασιλέως για ζητήματα τακτικού χαρακτήρα αλλά θα μπορούσε να κινηθεί σε άλλους τομείς για να είναι γέφυρα επί ζητημάτων κατά τα άλλα ανώδυνων πλην μεγάλου ενδιαφέροντος, ενδεχομένως για τις δυτικές δυνάμεις.
Πιο συγκεκριμένα, πολιτισμικές και θρησκευτικές σχέσεις πχ με την Ρωσία και άλλα έθνη των Βόρειων συνόρων μπορούν να αναπτύσσονται με προσοχή ούτως ώστε να μην θίγουν στρατηγικά συμφέροντα των ναυτικών δυνάμεων και να αποφεύγεται η μετατροπή της Ελλάδας σε άβουλο υπηρέτη των στρατηγικών παιγνίων της Μόσχας. Ενώ κάτι τέτοιο είναι απολύτως εφικτό, θα μπορούσε να χρησιμεύσει και σαν προσέγγιση που αφενός εξυπηρετεί τα εθνικά συμφέροντα και αφετέρου διευκολύνει συναλλαγές με τα συμφέροντα των δυτικών συμμάχων.
Βέβαια επειδή δεν κατέχουμε επαρκείς πληροφορίες που θα μπορούσε να έχει ένας αρμόδιος πολιτικός με θέση ευθύνης, δεν μπορούμε να επεκταθούμε επί αυτών των ζητημάτων παρά μόνο να μιλήσουμε για τους διπλωματικούς προσανατολισμούς. Και ως προς τούτο δεν υπάρχει αμφιβολία τι σημαίνει επιτυχία:
1) Συναλλάσσεσαι επιτυχώς με την σταθερή Δυτική σύμμαχό σου (εδώ τις ΗΠΑ και σε μικρότερο βαθμό κάποιες Ευρωπαϊκές δυνάμεις που και αυτές ελίσσονται).
2) Δεν εισέρχεσαι σε διένεξη με άλλες ηγεμονικές δυνάμεις (εδώ με την Ρωσία τους οποίους τους κατασκόπους και απελαύνεις χωρίς όμως μετατρέψεις το ζήτημα σε εσωτερική διένεξη που εξυπηρετεί αξιοθρήνητες μικροπολιτικές σκοπιμότητες).
3) Όχι μόνο δεν εισέρχεσαι στις ηγεμονικές Συμπληγάδες αλλά υπέρτατη επιτυχία είναι επί ζητημάτων ανώδυνων για εσένα να μπορείς να είσαι δίαυλος επικοινωνίας και συνεννοήσεων.
Πέραν της προαναφερθείσης διαχρονικά σταθερής εναλλαγής φίλων, εχθρών και συμμάχων μεταξύ των ηγεμονικών δυνάμεων –λίγες αμφιβολίες υπάρχουν ποιος θα είναι ο «σύμμαχος» των ΗΠΑ ενόψει ταχύρρυθμα ανερχόμενης Κινεζικής δύναμης – το λιγότερο ισχυρό κράτος σε μια ρευστή και υποψήφια για στρατηγικά παίγνια περιφέρεια όπως τα Βαλκάνια και η Μεσόγειος, απαιτείται να κατέχει στοιχειωδώς την τυπολογία των ηγεμονικών στάσεων, συμπεριφορών και αποφάσεων. Συνοψίζουμε την κορυφαίας σημασίας και τεκμηριωμένη τυπολογία του John Mearsheimer στο «Η τραγωδία της πολιτικής των μεγάλων δυνάμεων»:
α) Οι ηγεμονικές δυνάμεις δεν έχουν φίλους, εχθρούς, μόνιμους συμμάχους και τα λοιπά. Έχουν βραχυχρόνια, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα συμφέροντα και υιοθετούν αλληλένδετες στρατηγικές εκπλήρωσής τους. Οι επιλογές τους διακρίνονται από ρευστότητα και οι αποφάσεις αφορούν την κατανομή ισχύος. Δεν τους ενδιαφέρουν θρησκείες, πολιτισμοί, δεν βλέπουν κακούς ή καλούς ηγέτες και κάνουν τις επιλογές τους με ψυχρό υπολογιστικό τρόπο. Όποιος είναι απρόσεκτος ή άτυχος βλάπτεται ενίοτε σε βαθμό αβάστακτο. Συναφώς να θυμηθούμε την συμμαχία ΗΠΑ και Κίνας επί Νίξον / Μάο και να μετρήσουμε τις εναλλαγές ρευστών συμμαχικών συγκλίσεων στην Μέση Ανατολή τα δέκα τελευταία χρόνια.
β) Οι ηγεμονικές δυνάμεις γνωρίζοντας ότι ποτέ δεν θα νικήσουν και κατακτήσουν μια άλλη μεγάλη δύναμη σταθερά επιδιώκουν να εμποδίσουν μια άλλη μεγάλη περιφερειακή δύναμη να γίνει περιφερειακός ηγεμόνας. Στα Βαλκάνια και στην Μέση Ανατολή σήμερα αυτό αφορά την Ρωσία και στην Άπω Ανατολή την Κίνα (στο μέλλον ενδεχομένως κάποια άλλη μεγάλη δύναμη ή συνδυασμό δυνάμεων). Ο έλεγχος της Περιμέτρου της Ευρασίας, σήμερα από τις ΗΠΑ, συνεπάγεται έλεγχο της κατανομής ισχύος, διαχείριση των ανακατανομών ισχύος και των εναλλαγών συμμαχιών. Για όποιον ενδιαφέρεται να κατανοήσει την Αμερικανική στρατηγική αυτό βασικά κάνουν οι ΗΠΑ τα τελευταία χρόνια.
Μόλις προχθές, επίσης, γίναμε μάρτυρες της συνάντησης Τραμπ – Πούτιν. Τα αποτελέσματα αυτής της συνάντησης δεν εκπλήττουν όποιον έχει στοιχειώδη γνώση πάγιων ηγεμονικών στρατηγικών προσεγγίσεων. Για παράδειγμα:
1. Με δεδομένες τις στρατηγικές σχέσεις σε πλανητικό επίπεδο αλλά και την ανοδική τροχιά της Κινεζικής ισχύος η στρατηγική προσέγγιση Μόσχας – Ουάσιγκτον είναι μια εξέλιξη που πολλοί προβλέπουν από καιρό.
2. Αυτό δεν συνεπάγεται τερματισμό πάγιων αντιπαραθέσεων που σχετίζονται με την προαναφερθείσα αντιπαλότητα ναυτικών και ηπειρωτικών δυνάμεων. Ενώ δηλαδή θα συγκλίνουν σε πλανητικό επίπεδο η αντιπαράθεση επί άλλων ζητημάτων σε κάποιες περιφέρειες είναι κάτι περισσότερο από αναμενόμενη. Εξ ου και μια περιφερειακή χώρα όπως η Ελλάδα απαιτείται ναι μεν να έχει σταθερότητα στρατηγικών συμμαχικών προσανατολισμών αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι με ευκολία θα σέρνεται σε τακτικού χαρακτήρα παίγνια που πάντα οδηγούν σε μεταφορά βαρών προς όφελος τρίτων και κατατριβή σε άγονες αντιπαραθέσεις που αφορούν άλλα κράτη. Σύγκλιση, συνηγορία, συμμαχία και συμμετοχή σε δράσεις είναι, για ένα βιώσιμο περιφερειακό κράτος ένα άθλημα στρατηγικού ορθολογισμού. Τα γεγονότα περί το «Μακεδονικό» και τους κατασκόπους είναι ανησυχητικές μαρτυρίες για τον πολιτικό και στρατηγικό ορθολογισμό των Ελλήνων.
γ) Αναπτύσσοντας τις στρατηγικές τους οι ηγεμονικές δυνάμεις υιοθετούν συγκεκριμένες προσεγγίσεις. Μεταξύ άλλων: Μεταφορά βαρών: (προσπάθεια ανάληψης αναχαίτισης από τρίτον όχι κατ’ ανάγκη «σύμμαχο»), ενθάρρυνση, υποκίνηση, μυστικών ενεργειών διαίρει και βασίλευε, μεθοδεύσεις κτλ. Εκβιασμοί, απειλές χρήσης βίας, πρόκληση πολέμου για κατατριβή τρίτων κρατών αδιάφορα αν είναι «φίλοι ή εχθροί» ή «σύμμαχοι», καθότι ο έλεγχος μετράει. Καλλιέργεια αλυτρωτισμών, αναθεωρητικών απειλών που ενώ δεν έχουν συνέπειες για την ίδια την ηγεμονική δύναμη αυξάνουν τις δυνατότητες διαχείρισης και ελέγχου λιγότερο ισχυρών κρατών. Παρεμπόδιση άλλων μεγάλων δυνάμεων να έχουν πρόσβαση σε πλουτοπαραγωγικούς πόρους και συγκεκριμένες γεωπολιτικά σημαντικά περιοχές. Και «soft-power», δηλαδή καταστάσεις που διευκολύνουν την διείσδυση με αποδυνάμωση του φρονήματος άλλων κοινωνιών και της πίστης τους στην κυριαρχία του κράτους τους, στον πολιτισμό τους και τις εθνικές πολιτικές παραδόσεις τους.
Ολοκληρώνοντας χωρίς ασφαλώς να έχουμε εξαντλήσει το ζήτημα, θα λέγαμε ότι οι ΗΠΑ, δηλαδή η συντριπτικά ισχυρότερη δύναμη του πλανήτη, εισήλθε σε μια νέα φάση που ενσαρκώνει ο πρόεδρος Τραμπ (θα μπορούσε να είναι κάποιος άλλος).
Πιο συγκεκριμένα, λόγω υπερεπέκτασης των προηγούμενων προέδρων επί ένα τέταρτο του αιώνα και λόγω κινδύνου ενός πυρηνικού πολέμου επιχειρεί μια νέα στρατηγική προσέγγιση. Επιχειρεί διαχείριση των ανακατανομών ισχύος που θα επιτύχουν αφενός μια επί μακρόν γεωπολιτική και γεωστρατηγική υπεροχή των ΗΠΑ και αφετέρου θα οδηγήσουν σε ένα νέο modus vivendi πλανητικής ισορροπίας τις επόμενες δεκαετίες.
Υπό ένα τέτοιο πρίσμα, αναπόφευκτα, τα στρατηγικά παίγνια δεν μπορεί παρά να είναι πολύ πιο πυκνά και να εναλλάσσονται το ένα μετά το άλλο με καταιγιστικό ρυθμό, να διεξάγονται στο πλαίσιο πολλών σχοινοβασιών και ρίσκων και να αυξάνουν τις περιφερειακές διενέξεις. Εκτίμησή μας είναι ότι έχοντας πάντα κατά νου τη ευρύτερη πλανητική στρατηγική εικόνα, καίριας σημασίας από γεωπολιτική άποψη είναι:
α) η σχέση Γερμανίας – Ρωσίας που καθιστά την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση εξαρτημένη μεταβλητή (για το ζήτημα αυτό επέρχεται εκτενής μονογραφία),
β) οι γεωπολιτικές ισορροπίες από την Ευρώπη μέχρι την Μέση και Μείζονα Ανατολή που επηρεάζουν τις στρατηγικές ισορροπίες μεταξύ των ηγεμονικών δυνάμεων, τον έλεγχο των ενεργειακών πόρων και τους αγωγούς των ενεργειακών πόρων (που και αυτοί αφορούν ζωτικά την σχέση Ρωσίας-Γερμανίας) και
γ) ο ρόλος της Τουρκίας και οι σχέσεις της με τις ΗΠΑ (κάτι που σε μεγάλο βαθμό εξαρτάται από τους Έλληνες γιατί αν αναβαθμίσουν τον Ερντογάν με το να δεχθούν να τεθεί η Κύπρος υπό Τουρκική επικυριαρχία θα γύρει η πλάστιγγα).
Την Ελλάδα και λόγους που αφορούν την θρησκεία, τον πολιτισμό και πλήθος ιστορικών γεγονότων επιτυχία σημαίνει να διατηρεί άριστες αλλά όχι συμμαχικές με την Ρωσία. Πρωτίστως καμιά συνηγορία ή σύμπραξη για ενέργειες που διαταράσσουν τις ιστορικές γεωπολιτικές ισορροπίες. Το ζήτημα δεν είναι εάν αυτές οι ισορροπίες είναι «καλές» ή «κακές» (στην διεθνή πολιτική τέτοιοι όροι είναι ανυπόστατοι ή διατυπώνονται για εξυπηρέτηση συμφερόντων) αλλά το γεγονός ότι δεν τις προσδιορίζει η Ελλάδα. Είναι όμως να υιοθετεί στρατηγική που εκπληρώνει τα συμφέροντα εθνικής ασφάλειας στην περιφέρεια στην οποία ανήκει.
Πάντως, η υπόθεση των Ρώσων κατασκόπων, τα μικροπολιτικά παίγνια, η υβριστική ενοχοποίηση της κοινωνίας και το ολοφάνερο έλλειμμα οποιασδήποτε πελατειακής διαπραγμάτευσης με τις ΗΠΑ αφενός, εκτιμάται, γράφεται μια από τις πιο μαύρες σελίδες της νεότερης Ελληνικής ιστορίας, και αφετέρου, θα περιπλέξει την Ελληνική διπλωματία ενδεχομένως σε βαθμό ασήκωτο και αβάστακτο. «Καταφέραμε» να αναβιώσουμε τον Μακεδονικό αλυτρωτισμό, να εισέλθουμε σε Συμπληγάδες ηγεμονικών συγκρούσεων και να πυροβολούμε τα πόδια μας για να δικαιολογήσουμε απίστευτα λανθασμένες διπλωματικές αποφάσεις που αφορούν το «Μακεδονικό ζήτημα» και ενδεχομένως σύντομα τις σχέσεις με την Αλβανία και Κύπρο.