Κι αν «αλλάξανε λόγια βαριά», που λέει και το τραγούδι, αν τα νεύρα τεντώθηκαν και τα πάθη οξύνθηκαν, κι αν χρειάστηκαν κάτι περισσότερο από 90 ώρες διαπραγματεύσεων, τελικά υπήρξε απόφαση. Οι 27 συμφώνησαν σε έναν ευρωπαϊκό προϋπολογισμό οριακά (και συμβολικά) μεγαλύτερο από 1 τρις και σε ένα έκτακτο χρηματοδοτικό - επενδυτικό πρόγραμμα ύψους 750 δις. Τα χρήματα είναι πολλά. Αλλά το σημαντικότερο δεν είναι τα χρήματα, είναι η μέθοδος. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, για πρώτη φορά, θα δανειστεί ως εάν ήταν μια πραγματική κυβέρνηση της Ευρώπης και θα μοιράσει ένα μέρος των δανεικών στα κράτη-μέλη που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη, όχι ως δανεικά που θα αυξήσουν το χρέος τους και θα πρέπει κάποτε να αποπληρωθούν, μα ως επιδότηση.
Το τελικό αποτέλεσμα είναι, βέβαια, ένας συμβιβασμός. Η κατανομή επιδοτήσεων-δανείων, από 500-250 δις έγινε 390-360 δις.
Οι «φειδωλοί»- τι ευφημισμός!- πήραν κάτι, ως επιστροφή (rebates) των χρημάτων τους και η συναίνεση της αρχι-φειδωλής Ολλανδίας είχε ως αντάλλαγμα να κρατά ένα μεγαλύτερο μέρος των τελωνειακών εσόδων στα μεγάλα λιμάνια της. Οι περικοπές που έγιναν σε κάποιες κρίσιμες δαπάνες (υγεία, περιβάλλον, ταμείο διάσωσης υγειών επιχειρήσεων) ήταν οδυνηρές.
Και οι χώρες που θέλουν να εξαιρούνται από τους κανόνες του κράτους δικαίου και του διαχωρισμού των εξουσιών (Ουγγαρία, Πολωνία) εξασφάλισαν ότι οι πολιτικές αμαρτίες τους, δεν θα τις εμποδίζουν να εισπράττουν. Αλλά κανένας συμβιβασμός δεν είναι τέλειος.
Υπάρχει, λοιπόν, η μεγάλη, ευρωπαϊκή εικόνα. Η Ένωση απέδειξε ότι τα πικρά μαθήματα της προηγούμενης κρίσης δεν πήγαν χαμένα. Το 2010, τα έκαναν όλα λάθος. Τώρα τα κάνουν σωστά. Η ΕΚΤ της Λαγκάρντ χρειάστηκε λίγες εβδομάδες για να κάνει αυτό που είχε πάρει τρία χρόνια στον Μάριο Ντράγκι: να εφαρμόσει ένα γιγαντιαίο, αντισυμβατικό πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Η Κομισιόν χρειάστηκε λίγες ώρες για να καταργήσει όλους τους δημοσιονομικούς κανόνες που την προηγούμενη φορά εφαρμόζονταν σαν ευαγγέλιο, με το φραγγέλιο. Και το Συμβούλιο, μπορεί να χρειάστηκε λίγο παραπάνω χρόνο, αλλά κατέληξε σε κάτι που θυμίζει το «ευρω-ομόλογο», που μάταια ονειρευόμασταν στις δύσκολες ημέρες της προηγούμενης κρίσης.
Το «πακέτο» είναι εντυπωσιακό. Μένει να αποδειχθεί εάν είναι και επαρκές ώστε να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά την διπλή πρόκληση: Την πρόκληση της μεγαλύτερης ύφεσης από την δεκαετία του 30 κι ύστερα. Και την πρόκληση των ευρωπαϊκών ανισοτήτων που η πανδημία παρόξυνε (η Ευρώπη, πολύ λογικά, αποφάσισε να αναστείλει την απαγόρευση κρατικών επιδοτήσεων στις εθνικές οικονομίες, με συνέπεια οι πλουσιότερες χώρες να επιδοτούν τις επιχειρήσεις τους με τρόπο που οι πιο αδύναμες χώρες αδυνατούν να κάνουν- παράδειγμα: από τα 1,9 τρις κρατικών επιδοτήσεων που έχουν εγκριθεί ως τώρα, το 52% αντιστοιχεί σε μία μόνον χώρα, την Γερμανία).
Κι υπάρχει, έπειτα, η εθνική εικόνα. Η Ελλάδα είναι από τους ωφελημένους του συμβιβασμού. Τις αναλογούν κοντά 32 δις επιδοτήσεις και δάνεια από το πακέτο ανασυγκρότησης και κοντά 40 δις από τα κονδύλια του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού. Η ευκαιρία είναι μεγάλη. Η πρόκληση μεγαλύτερη.
Πρόκληση τεχνικής επάρκειας, πρώτον, ώστε να ετοιμαστούν πολύ γρήγορα υψηλής ποιότητας, επιλέξιμα προγράμματα προς χρηματοδότηση από τους νέους ευρωπαϊκούς πόρους. Η εμπειρία πολλών χρόνων από την διαχείριση των ΕΣΠΑ- χαμένα χρήματα, χαμένες «επενδύσεις»- δεν συνηγορεί ότι μπορούμε να τα καταφέρουμε. Χρειάζεται πραγματική πολιτιστική επανάσταση στο ελληνικό δημόσιο για να καταφέρει να απορροφήσει τόσο γρήγορα τόσο μεγάλα κεφάλαια.
Πρόκληση πολιτική, κατόπιν. Η πίεση θα είναι πελώρια ώστε τα χρήματα που έρχονται από την Ευρώπη να συντηρήσουν παλιές, νεκρές οικονομικές δομές που δεν παράγουν νέα αξία, παράγουν όμως πελατειακό και συντεχνιακό κεφάλαιο, εξοικονομούν «διαπλοκή», εξαργυρώνονται σε ψήφους. Τι αντοχή, τι πολιτική και θεσμική θωράκιση και πόσο απόθεμα συναίνεσης χρειάζεται το πολιτικό σύστημα ώστε να αποκρούσει αυτές τις πιέσεις και να κατευθύνει τους νέους πόρους προς την αλλαγή του παραγωγικού προτύπου αντί προς την συντήρησή του;