Αν και τα πνεύματα αυτή τη στιγμή είναι οξυμένα, θα ήθελα να μοιραστώ μια σκέψη πάνω στο θέμα που προέκυψε με την Carola Rackete, διαβάζοντας για τη μεσολάβηση του Βερολίνου σε άρθρο της Καθημερινής (”Βερολίνο: Απελευθερώστε τη Ρακέτε”, 02.07.2019). Δε θα σταθώ στο αν η κοπέλα έπραξε σωστά ή λάθος, ούτε σε αυτό το σημείο έχουμε πλήρη εικόνα των γεγονότων. Εξαρχής καταθέτω τη δεδομένη συμπάθεια μου προς το πρόσωπο της και τη διαφωνία μου απέναντι στους υβριστές της. Διακρίνω όμως μια ”λεπτομέρεια” στην εξέλιξη των ως τώρα γεγονότων, και αναρωτιέμαι αν γίνεται αντιληπτή και από άλλους.
Αυτή είναι ότι έχουμε μια εθνική κυβέρνηση (τη γερμανική), η οποία, φιλοδοξώντας μάλλον να καταστεί ”υπερεθνική”, ενορχήστρωσε την κρίση των τελευταίων χρόνων. Στο ζήτημα της Ρακέτε, ο Υπουργός Εξωτερικών της, Heiko Maas, δίνει εμμέσως πλην σαφώς, σε ρόλο διοικητού Επαρχίας, απευθείας εντολές σε εκλεγμένο πρωθυπουργό χώρας, παραβλέποντας (;) την εθνική της νομοθεσία - ανεξαρτήτως του αν αυτή είναι σωστή ή όχι -, ως να επρόκειτο για τοπικό φύλαρχο και όχι ηγέτη εθνικού κράτους. Αυτό το σημείο νομίζω έχει μεγάλη σημασία, αν θέλουμε να αποτιμήσουμε νηφάλια την κατάσταση.
Έχοντας για χρόνια συναναστραφεί με Γερμανούς της ηλικίας μου θέλω να καταθέσω εδώ τη δική μου εμπειρία. Η δική μου παρατήρηση είναι ότι παράλληλα με τον ανθρωπισμό και τις ευαισθησίες των καλλιτεχνιζόντων συμφοιτητών μου, η άποψη που έχουν για το Νότο ουσιαστικά δεν αλλάζει. Έτσι, στο αγαπημένο μας για τις αντιφάσεις του Μπερλίν, έχουμε παιδιά που αγαπούν τα ζώα, αλλά όχι το ”κτήνος- άνθρωπο”, παιδιά μεγαλωμένα στην ευμάρεια του βορρά που ”αγαπούν την αγνότητα των νοτίων” - όσο αυτοί ανοίγουν τα σπίτια τους τζάμπα το καλοκαίρι - δυστυχώς όμως τον χειμώνα δεν προλαβαίνουν να τους ανταποδώσουν τη χάρη. Παιδιά που καλοπροαίρετα διαδηλώνουν στις διάφορες Unteilbar αφηρημένα κατά της ανόδου της Ακροδεξιάς και υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, για τα Κίτρινα Γιλέκα όμως και τη φλεγόμενη Γαλλία δίπλα τους...άκρα του Τάφου σιωπή. Είναι άραγε ο λόγος για αυτήν την αβλεψία, το γεγονός ότι η Γαλλία είναι κατά βάθος ”Νότος”, άρα ευθύνεται αποκλειστικά η ίδια για την κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει; Άλλη μια αντίφαση που παρατηρώ, στους εκλεκτούς συμφοιτητές μου των gender και post-colonial studies, είναι η αντίδρασή τους, όταν εμείς, κάποιοι Έλληνες του εξωτερικού, θίγουμε το θέμα της κατοχής και των αποζημιώσεων. Συχνά η αναφορά σε αυτά τα θέματα ενώπιον τους πυροδοτεί κάποια ανακλαστικά επιβίωσης, κι αυτόματα ο ”ευγενής Άγριος”, υποβιβάζεται στα μάτια τους σε ”απολίτιστο, παραδοσιοκράτη κι αντιδραστικό”, έτοιμο να τους κατασπαράξει...
Με αυτήν την περιγραφή δεν επιχειρώ να σκιαγραφήσω το προφίλ της Ρακέτε ασφαλώς, αν και οι καταβολές της έχουν ενδεχομένως ομοιότητες. Το λέω, γιατί ο τρόπος που κάποιοι ευαίσθητοι πολιτισμένοι από εκεί ψηλά (βλέπε γερμανικά Μ.Μ.Ε.) κουνούν το δάκτυλο και ωρύονται για τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι ανειλικρινείς, κρύβει σκοταδισμό και αντιδραστικότητα. Και, όπως καταλαβαίνω, είναι ένας τρόπος για τη Δύση να κρύβει την ενοχή της και να την απαλλάσσει από τις δικές της υποχρεώσεις προς το Νότο. Καταδικάζοντας τη ”βαρβαρότητά” του.
Ως υστερόγραφο θα ήθελα να επισημάνω σε κάποιους φίλους με πιο μανιχαϊστική, ας πούμε, αντίληψη των πραγμάτων, ότι ο Σοφοκλής, όταν έγραφε την Αντιγόνη, δεν ήθελε να περιγράψει μια αγία, αλλά να αποδώσει δίκαια και στις δύο πλευρές, καταδεικνύοντας την αέναη πάλη μεταξύ δύο πόλων/ αντιλήψεων περί δικαίου και κοινού καλού. Η Αντιγόνη το ξέρει αυτό, και αποδέχεται την τιμωρία της. Το ότι δέχεται να περάσει από το δικαστήριο των ανθρώπων, είναι τελικά και η μόνη απόδειξη ότι υπάρχει κάπου το δικαστήριο των θεών... Αφού τους θεούς δε θα μπορέσουμε με άλλον τρόπο να πλησιάσουμε. ”Κι αυτή δεν έχει τέλος η παρτίδα”, όπως θα μας ψιθύριζε ο Αναγνωστάκης...