Ο πίνακας του Βαν Γκογκ «Garden in front of the Debray Farm/Jardin devant le Mas Debray» (Ιούλιος - Αύγουστος 1887) βγαίνει σε δημοπρασία στις 16 Μαΐου, από τον οίκο Sotheby’s στη Νέα Υόρκη, με εκτιμώμενη τιμή πώλησης 20 - 30 εκατ. δολάρια.
Το έργο με την περιπετειώδη ιστορία, απεικονίζει μία αγροικία του 18ου αιώνα, έχοντας σε πρώτο πλάνο τα ψηλά ηλιοτρόπια του κήπου. Πρόκειται για την οικία της οικογένειας Debray, στην οποία ανήκαν οι ανεμόμυλοι στην κορυφή του λόφου της Μονμάρτρης. Το σημείο απέχει μόλις λίγα λεπτά από το διαμέρισμα που μοιραζόταν ο Βίνσεντ με τον αδελφό του Τεό την περίοδο που έζησαν στο Παρίσι.
Φωτογραφία του 1887, που τραβήχτηκε την ίδια χρονιά κατά την οποία φιλοτεχνήθηκε ο πίνακας, αποτυπώνει την κατοικία στην κορυφή του λόφου με θέα την αστική εξάπλωση της γαλλικής πρωτεύουσας, που σημαίνει ότι ο Βαν Γκογκ επέλεξε να αποδώσει το σημείο διαφορετικά, ως ένα ειδυλλιακό σπίτι με κήπο στην εξοχή. Την εποχή εκείνη οι μύλοι είχαν ήδη μετατραπεί σε υπαίθριο καφέ και σημείο συνάντησης, το περίφημο Moulin de la Galette. Στη φωτογραφία δεν διακρίνονται τα πανύψηλα ηλιοτρόπια του πίνακα (αν και μπορεί κάλλιστα να έχει τραβηχτεί εκτός θερινής περιόδου, την εποχή της ανθοφορίας τους).
Περίπου έναν χρόνο αργότερα στην Προβηγκία, ο Βαν Γκογκ θα άρχισε να ζωγραφίζει τη σειρά των έργων με τα διάσημα ηλιοτρόπια του.
Φτάνοντας στο Παρίσι στις 28 Φεβρουαρίου 1886, ο Βίνσεντ γράφει ένα πρόχειρο σημείωμα στον αδελφό του Τεό. Έχει έρθει στη γαλλική πρωτεύουσα τέσσερις μήνες νωρίτερα από ό,τι είχαν συμφωνήσει και του ζητάει να συναντηθούν το μεσημέρι στο Μουσείο του Λούβρου. Τα δύο αδέλφια επρόκειτο να ζήσουν μαζί, αρχικά σε ένα μικρό διαμέρισμα στην rue Laval και μετά σε ένα μεγαλύτερο στην rue Lepic. Ο Βίνσεντ θα έμενε στο Παρίσι για σχεδόν δύο χρόνια, μέχρι την αναχώρηση του τον Φεβρουάριο του 1888 για τη νότια Γαλλία και την Αρλ.
Εκείνα τα δύο χρόνια θεωρούνται καθοριστικά όσον αφορά τη διαμόρφωση του ύφους του, καθώς δέχεται την επιρροή των ιμπρεσιονιστών, όπως ο Μονέ και ο Πισαρό, αλλά και της νεότερης γενιάς, μεταξύ των οποίων ο Πολ Σινιάκ και ο Τουλούζ - Λοτρέκ.
Το «Jardin devant le Mas Debray» καταγράφει αυτή τη κομβική στιγμή το καλοκαίρι του 1887. Είναι κατά τη διάρκεια της χρονικής περιόδου από το 1887 έως το 1890, των τελευταίων τριών χρόνων της μυθιστορηματικής ζωής του (Παρίσι, Αρλ, Σεν Ρεμί ντε Προβάνς, Οβέρ-σιρ-Ουάζ) που αποκρυσταλλώνει το προσωπικό του στιλ και δημιουργεί τα αριστουργήματα του, αλλάζοντας για πάντα την ιστορία της σύγχρονης τέχνης.
Από την Αλεξαντρίν ντε Ρότσιλντ στους Ναζί
Το 1937 τον πίνακα «Jardin devant le Mas Debray» αγοράζει η Miriam Alexandrine de Rothschild (1884-1965), γνωστή συλλέκτρια έργων τέχνης και γόνος της διάσημης γαλλικής εβραϊκής οικογένειας τραπεζιτών. Λίγο προτού ξεσπάσει ο Β′ Παγκόσμιος Πόλεμος η Αλεξαντρίν φυλάσσει τον πίνακα του Βαν Γκογκ μαζί με άλλα έργα τέχνης στο θησαυροφυλάκιο μίας παρισινής τράπεζας και στη συνέχεια, καταφεύγει στην Ελβετία.
Τον Δεκέμβριο του 1941, ενώ η Γαλλία βρίσκεται πλέον υπό γερμανική κατοχή, ο πίνακας που βρίσκεται στο θησαυροφυλάκιο της τράπεζας κατάσχεται από τους Ναζί που τον στέλνουν στο Βερολίνο για τον Χέρμαν Γκέρινγκ, υπαρχηγό του Χίτλερ. Στη συνέχεια, ο Γκέρινγκ χρησιμοποιεί τον Βαν Γκογκ και 24 ακόμη λεηλατημένους πίνακες άλλων ιδιοκτητών ανταλλάσσοντας τα έργα με έναν Ρέμπραντ και δύο χαλιά.
Ο πίνακας του Βαν Γκογκ εστάλη στη Galerie Fischer, στη Λουκέρνη της Ελβετίας -προφανώς ως αποστολή με διπλωματικό σάκο προκειμένου να αποφευχθούν τυχόν προβλήματα στο τελωνείο. Το 1942, ο έμπορος έργων τέχνης και διοργανωτής δημοπρασιών Theodore Fischer -ο οποίος διαδραμάτισε βασικό ρόλο στην αγορά των έργων που λεηλάτησαν οι Γερμανοί από τις κατεχόμενες χώρες- πουλάει το έργο στον Ελβετό βιομήχανο, κατασκευαστή όπλων και συλλέκτη Emil Bührle.
Μετά τον πόλεμο η ντε Ρότσιλντ κινήθηκε νομικά ζητώντας την επιστροφή του έργου. Το 1948 ελβετικό δικαστήριο αποφάσισε υπέρ της επιστροφής του πίνακα, ο οποίος αργότερα πέρασε στην κουνιάδα της ντε Ρότσιλντ, Lucy Spiegl, η οποία με τη σειρά της έδωσε το έργο προς πώληση το 1965.
Το 1990 το «Jardin devant le Mas Debray» απέκτησε ο Ιάπωνας βιομήχανος και συλλέκτης Ryoei Saito, ο οποίος απεβίωσε το 1996, περισσότερο γνωστός για το πιο ακριβό έργο του Βαν Γκογκ εκείνη την εποχή -ο λόγος για το «Πορτρέτο του Dr Gachet», το οποίο αγόρασε σε δημοπρασία έναντι 82,5 εκατ. δολαρίων. Αν και κάποτε είχε πει ότι το πορτρέτο πρέπει να αποτεφρωθεί με το σώμα του, ευτυχώς αυτό δεν συνέβη, αν και το Πορτρέτο του Dr Gachet έχει πλέον εξαφανιστεί σε κάποια ιδιωτική συλλογή.
Με πληροφορίες από The Αrt Νewspaper, Sotheby’s