Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ αφού κατάφερε με τις γνωστές «ανταλλαγές» και «συναλλαγές», αφενός να διατηρήσει ο ΣΥΡΙΖΑ τεχνητή πλειοψηφία (151 βουλευτές) και αφετέρου οι ΑΝΕΛ να διατηρήσουν την κοινοβουλευτική τους ομάδα στη Βουλή, συνεχίζει, με τη νέα μορφή της (ΣΥΡΙΖΑ-Δεκανίκια) την πολιτική της ως προς τη Συμφωνία των Πρεσπών, θέτοντας τα εξής διχαστικά διλήμματα:
1ο) Ή θα υπάρξει επικύρωση της Συμφωνίας από την παρούσα Βουλή ή θα γίνει επίσπευση των πολιτικών εξελίξεων που θα εκθέσουν τη χώρα διεθνώς λόγω μη κύρωσης της συγκεκριμένης Συμφωνίας!
2ο) Όποιος ψηφίσει τη Συμφωνία των Πρεσπών είναι προοδευτικός ενώ όποιος διαφωνεί και καταψηφίζει -με επιχειρηματολογία- είναι εθνικιστής!
Τέτοια διλλήματα αποτελούν το βασικό συστατικό της πόλωσης και του διχασμού. Παρακολουθούμε δυστυχώς μια συστηματική εργαλοποίηση της εξωτερικής πολιτικής της Ελλάδας στο βωμό των μικρο- πολιτικών συμφερόντων με εκβιαστικά διλήμματα που αποτελούν πράξεις τουλάχιστον πολιτικής ανευθυνότητας. Σε ένα μείζον θέμα για την Ελλάδα και τους Έλληνες, όπως είναι η Συμφωνία Πρεσπών, η κυβέρνηση μειοψηφίας με τεχνάσματα και υπόγειες διαδρομές, υπονομεύει την εθνική ενότητα και τη δημοκρατική κοινοβουλευτική τάξη!
Σαφώς το ονοματολογικό με τη σύνθετη ονομασία, τα θέματα της γλώσσας και της ιθαγένειας οπως καταγράφονται στο άρθρο 7 της Συμφωνίας, αποτελούν μείζονα θέματα ως προς το κείμενο της Συμφωνίας. Παράλληλα όμως υπάρχει μια άλλη διάσταση που δεν έχει αναδειχθεί, τα ζητήματα ασφάλειας, εδαφικής ακεραιότητας και κυριαρχίας. Όταν με τέτοια άνεση και ένταση στον πολιτικό λόγο, εκχωρείται στη γειτονική χώρα η ιστορία μας,η ταυτότητα μας, η γλώσσα μας, ανοίγει μια κερκόπορτα για τις όποιες μελλοντικές αλυτρωτικές βλέψεις των γειτόνων μας, δημιουργώντας και νέα μέτωπα στον άξονα των εξωτερικών μας ζητημάτων! Αλήθεια, δεν προβληματίζει την κυβέρνηση η ευθεία και δημόσια στάση της ρωσικής κυβέρνησης ως προς τη Συνθήκη των Πρεσπών; Aσχέτως του ευρωατλαντικού προσανατολισμού της χώρας μας, η ευθεία παρέμβαση ενός μόνιμου μέλους του Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΕ πρέπει να αξιολογηθεί προσεκτικά και όχι να ξεπεραστεί αδιάφορα. Η ένταξη της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ αρχικά και την ΕΕ σε δεύτερο χρόνο, ενεργοποιεί γεωστρατηγικά αντανακλαστικά πολλών παραγόντων του διεθνούς συστήματος που η Ελλάδα πρέπει να διαχειριστεί με ενιαίες ισχυρές θέσεις, εσωτερικής καθολικής αποδοχής και στήριξης.
Δυστυχώς, οι διαδικασίες fast track και μυστικής διπλωματίας που επέλεξε η κυβέρνηση τόσο για την σύναψη της Συμφωνίας των Πρεσπών όσο και για την κοινοβουλευτική κύρωση της, κατέστησαν το κρατίδιο της ΠΓΔΜ πρωταγωνιστή στις εξελίξεις, με την Ελλάδα να σύρεται από αυτές εν μέσω Συμπληγάδων, χωρίς καμία διασφάλιση προστασίας των ελληνικών συμφερόντων.
Χάθηκε μια ιστορική ευκαιρία από μια κυβέρνηση που λειτούργησε ως απλός ”εντολοδόχος” και ”διεκπεραιωτής” των συμμάχων μας, δυναμιτίζοντας την εθνική ενότητα και τον ελληνικό λαό! Σε οποιοδήποτε πολιτισμένο κράτος του κόσμου ένα εθνικό θέμα αποτελεί πεδίο διαλόγου με στόχο την επίτευξη ευρύτερων πολιτικών και κοινωνικών συναινέσεων και όχι το αποτέλεσμα ευκαιριακών συσχετισμών μιας κοινοβουλευτικής περιόδου χωρίς
συμπαγής πλειοψηφία και βουλευτές à la Carte!