«Δεν είμαι ούτε λόγιος ούτε ακαδημαϊκός. Η θέση μου στην Επιτροπή είναι εκείνη ενός απλού επισκέπτη μουσείου και ως τέτοιος μπορώ να δω ξεκάθαρα ότι τα Γλυπτά βρίσκονται σε λάθος χώρο. Έχουν ανάγκη το αττικό φως του ήλιου να τα φωτίζει με φόντο τον γαλανό ουρανό. Ζητούν να επανενωθούν με το άλλο τους μισό στο Νέο Μουσείο της Ακρόπολης όπου πάντοτε τα περιμένει μια θέση».
Απάντηση στον διευθυντή του Βρετανικού Μουσείου δίνει με άρθρο της στην εφημερίδα «Τα Νέα» η dame Τζάνετ Σούζμαν, πρόεδρος της Βρετανικής Επιτροπής για την Επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα και ηθοποιός.
«Πρέπει να εκτεθούν μπροστά στον ίδιο τον Παρθενώνα, ο οποίος εξακολουθεί να στέκεται όρθιος. Πρέπει να αντικρίζουν αυτόν τον χώρο, ώστε εγώ, ο επισκέπτης, να μπορώ να γυρίσω το κεφάλι μου και να αναφωνήσω: ‘Τώρα πια μπορώ να το δω: να από πού προέρχονται!’. Όχι άλλο μουντό φως, όχι άλλα ορφανά αγάλματα. Πρέπει να επανενωθούν με το άλλο μισό του αετώματος που βρίσκεται σε αυτό το εξαίσιο μουσείο, έτσι ώστε εγώ, ο επισκέπτης, να μπορώ να αντιληφθώ τη σιωπηρή συζήτηση που διεξάγεται μεταξύ τους», προσθέτει η κ. Σούζμαν.
Αναφερόμενη στα όσα είχε πει ο διευθυντής του Βρετανικού Μουσείου, Χάρτβιχ Φίσερ -μεταξύ άλλων ότι «το Μουσείο δεν θα επιστρέψει μόνιμα τα Γλυπτά στην Ελλάδα»- σχολιάζει: «Δεν εμπιστεύομαι την ορολογία των ιστορικών τέχνης και των καλλιτεχνικών διευθυντών, όταν αναφέρονται υπεροπτικά σε ‘δημιουργικές πράξεις’, υπονοώντας ότι τα Γλυπτά αποκτούν μια άλλη, εξίσου σημαντική, υπόσταση όταν αποχωρίζονται βιαίως τα αδέλφια τους».
Ωστόσο, αναγνωρίζει ότι ο διευθυντής «αναγκάζεται να μιλήσει διπλωματικά» και επιτίθεται στους επίτροπους του Μουσείου: «Προφανώς ως αυτάρεσκοι κρυπτο-ιμπεριαλιστές, εξακολουθούν να μην εξετάζουν κάτι που είναι σωστό και δίκαιο».
Η κ. Σούζμαν καταλήγει με ένα απόσπασμα από δημοσίευση ενός έτερου μέλους της Επιτροπής, του Αλέξι Κέι Κάμπελ: «Με το να ζητάς πίσω κάτι που έχει τεράστια σημασία, το οποίο σου αφαίρεσαν ενώ βρισκόσουν υπό κατοχή, ζητάς απλώς να αποδοθεί δικαιοσύνη».