Στο περασμένο άρθρο μου κατέληγα με ένα προβληματισμό: Το καθεστώς Ερντογάν, που κατάντησε κράτος οργανωμένης μαφίας αδίστακτων εγκληματιών, είναι άξιο εμπιστοσύνης ότι θα σεβαστεί την υπογραφή του σε μια συμφωνία λύσης στην Κύπρο; Θα αποσυρθεί από την Κύπρο με την πολιτική υποχωρήσεων και παροχή κινήτρων εκ μέρους μας;
Η μοναδική «αρνητική» κριτική που έλαβα στην προφανή απάντηση συνοψίζεται στο ότι ”δεν έχουμε άλλη επιλογή”. Αυτό αποτελεί έμμεση παραδοχή ότι η υφιστάμενη πολιτική μας δεν προσφέρει προοπτική, αλλά είναι πολιτική μιζέριας, που θεωρεί μοιραίο τον ιστορικό αφανισμό μας.
Το πιο πάνω επαναφέρει στο προσκήνιο την διορατικότητα στην πολιτική, με αφορμή και την πρόσφατη επίσκεψη του Τούρκου Υπουργού Εξωτερικών, Τσαβούσογλου στην Θράκη, για να προωθήσει την πάγια τουρκική συνταγή να χρησιμοποιεί μουσουλμανικές ή τουρκογενείς μειονότητες, προκειμένου να επιβάλλει τις επεκτατικές της διεκδικήσεις, με πιο τρανό παράδειγμα την Κύπρο.
Στην Θράκη το ελληνικό κράτος, ακολουθώντας για δεκαετίες ισοπεδωτική πολιτική, αντιμετώπισε τους εκεί μουσουλμάνους ως μια ομοιογενή ομάδα, ωθώντας τους έτσι στην επιρροή της Τουρκίας.
Τα τελευταία χρόνια όμως αναγνώρισε την διαφορετικότητα ανάμεσα στους Έλληνες μουσουλμάνους, ιδιαίτερα τους Πομάκους, επιδεικνύοντας σεβασμό στα μειονοτικά τους δικαιώματα.
Η διορατική αυτή πολιτική είχε επικριθεί από ακραία στοιχεία ως περίπου ... μειοδοτική.
Εντούτοις τις προάλλες ο Τσαβούσογλου έλαβε μια απάντηση που θα μείνει στην ιστορία. Οι μουσουλμάνοι Πομάκοι αισθάνθηκαν προσβεβλημένοι από τις δηλώσεις του για ”τουρκική μειονότητα” και δήλωσαν Έλληνες μουσουλμάνοι με πατρίδα τους όχι την Τουρκία αλλά την Ελλάδα που την πονούν.
Προκύπτει έτσι το ερώτημα: Στην Κύπρο υπάρχει σήμερα διορατική πολιτική προς τους Τουρκοκύπριους;
Η επικράτηση Τατάρ στα κατεχόμενα προέκυψε λόγω παράνομων παρεμβάσεων της Τουρκίας, με κυριότερη την μαζική στήριξή του από τους Τούρκους έποικους.
Βάσει στοιχείων, το 72% των Τουρκοκυπρίων δεν στήριξε τον Τατάρ, όμως η μαζική συμμετοχή των εποίκων ανέτρεψε την βούληση των Τουρκοκυπρίων και καθόρισε το αποτέλεσμα.
Πιο εγκάθετος της Τουρκίας στα κατεχόμενα από τον Τατάρ μέσω ”εκλογών”, δεν υπήρξε, όπως ισχυρές φωνές στα κατεχόμενα διατράνωσαν.
Ωστόσο, ο πρώτος Πρόεδρος κράτους που χαρακτήρισε τον Τατάρ «Τουρκοκύπριο ηγέτη» ήταν ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας ισοπεδώνοντας τις φωνές αντίστασης!
Η συμμαχία με δυνάμεις εντός της τουρκοκυπριακής κοινότητας έχει νόημα στο πλαίσιο ενός αντικατοχικού προσανατολισμού.
Δυστυχώς, η επαναπροσέγγιση με την τουρκοκυπριακή κοινότητα παραμένει στρεβλωτική ενόσω:
α) θεωρεί συνεργάτες μας τους εγκάθετους της Τουρκίας, που στην πράξη εγκληματούν με ανταρσία κατά του Κυπριακού Συντάγματος
β) επικεντρώνεται σε ... ”κοινωνικές σχέσεις” ή ”ταξική αλληλεγγύη”, που στην πράξη μεταφράζονται σε οικονομική αρωγή και αποδοχή του κατοχικού καθεστώτος και
γ) παραγνωρίζει τις αντικατοχικές δυνάμεις στα κατεχόμενα, επειδή η ελληνοκυπριακή ηγεσία τις θεωρεί ανατρεπτικές και τις υπονομεύει.
Καταληκτικά, η συμμαχία με δυνάμεις στα κατεχόμενα έχει νόημα σε ένα αντικατοχικό προσανατολισμό και όχι στην αποδοχή της κατοχής.
***
Κώστας Μαυρίδης, Ευρωβουλευτής ΔΗΚΟ (S&D), Πρόεδρος Πολιτικής Επιτροπής για την Μεσόγειο