Το ζωγραφικό ημερολόγιο σπανίως γίνεται γνωστό στο κοινό. Αν και η τέχνη μοιάζει να είναι το όνειρο της επικοινωνίας που έχει ο καλλιτέχνης, σε αυτό δεν απευθύνεται στους πολλούς. Είναι ένα έργο με χαρακτήρα προσωπικό που κρύβει την «πρώτη ιδέα» και δεν ανοίγεται στο κοινό, παρά όταν ο δημιουργός του έχει κερδίσει την αποδοχή του κόσμου ή, συνηθέστερα, την υστεροφημία. Ακριβώς λόγω της μύχιας συνθήκης που φέρει το σημειωματάριο, χωρίς δηλαδή τον κίνδυνο της «έκθεσης», ο καλλιτέχνης αποτυπώνει εκεί αβίαστα την αλήθεια της ζωγραφικής πράξης, το κρυμμένο αίτιό της. Το ζητούμενο δεν είναι το βλέμμα του θεατή, αλλά η ίδια η σύλληψη.
Από τους ζωγράφους που αντιμετωπίζουν τις σελίδες στα σημειωματάριά τους όχι ως πρωτόλειες δοκιμές, αλλά ως έργα με αυτόνομη αξία, είναι ο Μανώλης Μπιτσάκης. Όσοι έχουν επισκεφθεί την έκθεσή του στην «Φωκίωνος Νέγρη 16» του Σωτήρη Φέλιου πριν από δύο χρόνια, θα θυμούνται στις προθήκες ανοιγμένα κάποια από αυτά τα μπλοκάκια να στέκονται ισότιμα δίπλα στα κρεμασμένα έργα.
«Ο Μπιτσάκης είναι σαν τη χελώνα που κουβαλά το σπίτι της!» μου είχε πει τότε ο ομότεχνος και φίλος του ζωγράφου, Τάσος Μαντζαβίνος, προκειμένου να δείξει την εσωτερική πειθαρχία και την εμμονή του καλλιτέχνη να δημιουργεί σε κάθε συνθήκη – στον καφέ, στην ταβέρνα, παντού - τον μικρόκοσμο του μπλοκ.
Ειδικά τώρα, στις μέρες του εγκλεισμού, το ζωγραφικό ταπεραμέντο του Μπιτσάκη μοιάζει με οδηγό ελευθερίας, αφού στις σελίδες ημερολογίου σκηνοθετεί τις πιο δαιμόνιες «αποδράσεις».
Με μια επιδέξια «γραφή», η οποία του έχει χαρίσει επάξια τον τίτλο του μικρογράφου, ο Μπιτσάκης κάνει ταξίδια στη Βηρυτό, στη Λόνδρα, στη Σύρο, οπουδήποτε και σε όποια εποχή θελήσει, κολυμπώντας ή πετώντας. Στην πραγματικότητα, είναι ένας ευφάνταστος «χαρτογράφος» που απευθύνεται στον θεατή, συχνά με ειρωνεία και αυτοσαρκασμό.
Οι σχεδιαστικές «παραπομπές» του Μπιτσάκη είναι μέρος του βιωματικού υλικού και επιπλέον φωτίζουν την προσωπικότητα των πρωταγωνιστών που ενδύεται: φτερωτή Νίκη της Σαμοθράκης, Αυτοκράτωρ, καθαριστής φαναριών. Είναι σαφώς αυτοαναφορικές, καθώς συχνά αναπαράγει τον εαυτό του, κολυμπώντας στην ελευθερία που παρέχει ο προσωπικός χαρακτήρας του ημερολογίου.
Ο Μπιτσάκης επιχειρεί ένα ιδιότυπο, ασυνήθιστο και περιπετειώδες ταξίδι, αποτυπώνοντας στα σχέδιά του ένα πρωτόφαντο λεξιλόγιο. Αυτές οι δοκιμές της εγχώριας ζωγραφικής, μετουσιώνουν τον σωματικό εγκλεισμό σε πνευματική απελευθέρωση και δείχνουν για μιαν ακόμη φορά ότι στην Τέχνη δεν έχει τόσο σημασία το «θέμα», όσο ο «τρόπος» που χειρίζεσαι το όποιο «θέμα».
Γεννημένος στην Αθήνα το ’74, μετά από σπουδές στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, ο Εμμανουήλ Μπιτσάκης ταξίδεψε το 2001 και το 2008, με υποτροφία του Ινστιτούτου της Δανίας στην Αθήνα και της National Portrait Gallery αντίστοιχα, στην Κοπεγχάγη και την Κίνα για ελεύθερη καλλιτεχνική εργασία. Έχει πραγματοποιήσει πέντε ατομικές εκθέσεις, μεταξύ των οποίων την έκθεση με τίτλο Faces Of The Uigur Through Song & Dance, στην National Portrait Gallery στο Λονδίνο (2009) και έχει συμμετάσχει σε διεθνείς art fairs. Το σπίτι - εργαστήριό του βρίσκεται στα Εξάρχεια.