Ναι, μάλλον τέλειωσε πριν καν αρχίσει. Ο λόγος για την συνταγματική αναθεώρηση, την πολυδιαφημισμένη, την πολυαναμενόμενη, την απολύτως απαραίτητη, αφού το ισχύον Σύνταγμα δεν ισχύει στην πράξη σε αρκετά ζητήματα. Εχει ξεπεραστεί από τις εσωτερικές εξελίξεις, τις διεθνείς και κοινοτικές επιταγές, αλλά και την νομολογία.
Κι όμως όλα δείχνουν ότι την προτεινόμενη αναθεώρηση την τέλειωσαν γιατί δεν θέλουν να γίνει. Κι είναι πολλοί αυτοί...
Πρώτα οι κυβερνήσεις. Την θυμούνται όταν θέλουν, όταν η συγκυρία τους βολεύει, όταν το κομματικό συμφέρον ωφελείται. Μετά τα κόμματα. Επεξεργάζονται τις προτάσεις τους με βάση την πολιτική συγκυρία, το κυβερνητικό τους παρελθόν, τα εκλογικά τους σχέδια. Ακολουθούν οι ειδικοί, λές και το Σύνταγμα είναι ιδιοκτησία κάποιας κάστας κι όχι το βασικό κείμενο του Πολιτεύματος. Να μην ξεχνούμε και τις προστατευόμενες από το ίδιο το Σύνταγμα συντεχνίες κι είναι κι αυτές αρκετές. Η θολή ζώνη που έχει επικρατήσει ανάμεσα στην απαραίτητη διάκριση των τριών εξουσιών και τους ασκούντες τις υπόλοιπες εξουσίες (ΜΜΕ, ισχυρά οικονομικά συμφέροντα, ιστορικοί θεσμοί όπως η Εκκλησία, κοκ), επέτρεψε την κατοχύρωση επιλεκτικής επιρροής και προστασίας μέσα από το κείμενο του Συντάγματος. Σε βάρος της λαϊκής κυριαρχίας.
Πού είναι ο ανεξάρτητος έλεγχος της κάθε εξουσίας; Πού βρίσκεται η ισορροπία των εξουσιών; Πού είναι η ισονομία και η λαϊκή συμμετοχή; Πώς κατοχυρώνονται η συμμετοχή του πολίτη στα κοινά, οι σύγχρονες μορφές άμεσης δημοκρατίας, οι νέες μέθοδοι διαφάνειας. Πού είναι η ισορροπία ανάμεσα στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις πολιτών, συντεχνιών και θεσμών;
Ψιλά γράμματα όλα αυτά; Κι όμως δεν θάπρεπε να είναι έτσι. Το Σύνταγμα καθορίζει τις αρχές, τον τρόπο λειτουργίας της Πολιτείας, την μορφή του Πολιτεύματος. Δεν θάπρεπε αυτά να συζητούνται ελεύθερα, δημιουργικά, καλόπιστα και ενδελεχώς; Υπάρχουν σοβαρές προτάσεις στο τραπέζι, υπάρχουν επιστήμονες που έχουν επεξεργαστεί θέσεις, κινήσεις πολιτών που κατέθεσαν έγκαιρα ριζοσπαστικές προτάσεις. Κι αυτές πρέπει να βεβαίως συζητηθούν και να μην γίνει η δημόσια συζήτηση μόνο με βάση τις επιθυμίες των επαγγελματιών της πολιτικής....
Άρχισαν όμως πάλι τα βιολιά, τα άρθρα, τα υπονοούμενα, οι δοσοληψίες, οι συμμαχίες, οι αντιπαραθέσεις. Όλοι εναντίον όλων; Μια αίσθηση κόπωσης, να περνάει ο καιρός, να έρθει ο καιρός των εκλογών, έτσι κι αλλιώς δεν πρόκειται να υπάρξει συναίνεση και συνταγματική αναθεώρηση. Θα προκύψουν μάλλον πολλά πορίσματα, θα δοθούν υποσχέσεις, θα διαπιστωθεί έλλειψη συναίνεσης και πάλι από την αρχή. Οι περίφημες διαδικασίες νά’ναι καλά, συμπεριλαμβανομένης κι αυτής της αναθεώρησης, κι από ουσία άστα να πάνε...
Κι όμως ακόμα και τώρα υπάρχει χρόνος προς αξιοποίηση. Αν γενικά η συναίνεση ορίζεται ως «η ευρέως διαδεδομένη αποδοχή, μέσα σε ένα κοινωνικό σύνολο, ενός συνόλου αξιών που αφορούν τις ρυθμίσεις συνύπαρξης σε μια κοινότητα» (Pierre Favre) τότε χρειάζεται μια επανεκτίμηση των προϋποθέσεων. Προσωπικότητες, κόμματα, εκπρόσωποι θεσμών, όπως ο Πρόεδρος της Βουλής, οι πολιτικοί αρχηγοί, εκπρόσωποι της κοινωνίας πολιτών, όλοι μπορούν και πρέπει να συνεισφέρουν και να διασφαλίσουν τις προϋποθέσεις επιτυχίας του εγχειρήματος. Να μην χαθεί μια ακόμα ευκαιρία, αφού η κρίση άλλαξε δραματικά τα δεδομένα.
Ο τρόπος βρίσκεται, αν βεβαίως υπάρχει ειλικρινής βούληση. Η απαραίτητη επανεκκίνηση της πολιτικής μας ζωής, περνά από την επιτυχημένη, δηλαδή την ουσιαστική συνταγματική αναθεώρηση. Οι πολίτες παρακολουθούν, κρίνουν και αξιολογούν τις προτάσεις.