Το γεγονός ότι μέχρι και σήμερα η Ελληνική Πολιτεία ακόμη σκέφτεται αν ο τελικός του κυπέλλου διεξαχθεί με την παρουσία φιλάθλων ή όχι συνιστά ήττα, καταρχήν για την ίδια την πολιτεία, αλλά και για τις ομάδες, τους υποστηρικτές και τις διοικήσεις τους. Δίνει τη χαριστική βολή σε αυτό καθαυτό το ποδόσφαιρο, αλλά και στον ελληνικό αθλητισμό συλλήβδην.
Από την άλλη, δίνει αξία και προστιθέμενη ισχύ σε μειονότητες ανεγκέφαλων, που είτε από φανατισμό, είτε από υστεροβουλία, επιχειρούν κατά καιρούς να μετατρέπουν γιορτές του αθλητισμού, όπως είναι κι αυτή του τελικού κυπέλλου, σε πεδία μάχης, χουλιγκανισμού και εξτρεμισμού. Το σώμα των φιλάθλων, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, δείχνει πως από μόνο του έχει απομονώσει και περιθωριοποιήσει αυτές τις περιπτώσεις, έστω κι αν ακόμα δεν έχει εξαλειφθεί η βία από τα γήπεδα και τα τερέν.
Ο κόσμος αποτελεί θεμελιώδες συστατικό του κάθε αθλήματος, όπως και του ποδοσφαίρου, καθώς τα γκολ μπαίνουν για να πανηγυρίσει η κερκίδα και όχι μόνο για εξυπηρετηθούν οι λογιστικές ανάγκες του επαγγελματικού ποδοσφαίρου. Άλλωστε αν αδειάσουν οι κερκίδες, δεν θα βρίσκονται εύκολα, ούτε ποδοσφαιριστές, ούτε προπονητές, που να ξεδιπλώνουν το ταλέντο και τις ικανότητές τους στο… κενό…
Ο τελικός πρέπει να γίνει με το γήπεδο γεμάτο και όλοι οι πρωταγωνιστές, επώνυμοι και ανώνυμοι, να φροντίσουν ώστε να είναι μια γιορτινή βραδιά. Η δε πολιτεία, δεν απομένει να κάνει κάτι περισσότερο, πέρα από αυτό που οι αρμοδιότητές της ορίζουν. Η συζήτηση, όσο παραμένει ακόμη ανοιχτή, βλάπτει την ομαλή διεξαγωγή του αγώνα και ρίχνει νερό στο μύλο όλων όσων, υποτίθεται, προσδοκά να αποτρέψει…