Τέσσερις περιπτώσεις που η άσκηση μπορεί να μας βλάψει και μάλιστα ανεπανόρθωτα

Ας διαβάσουμε αυτό που ακολουθεί κι ας το λάβουμε σοβαρά υπόψη.
.
skynesher via Getty Images
.

Η ενασχόλησή μας με την άσκηση είναι ένα από τα πράγματα που μπορούμε να κάνουμε για να έχουμε έναν πιο υγιεινό τρόπο ζωής μια και ωφελεί σημαντικά τόσο τη σωματική όσο και την ψυχική μας υγεία.

Η άσκηση μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης παθήσεων, αυξάνει το προσδόκιμο ζωής, βελτιώνει την ψυχολογία μας, δρα εναντίον της μυϊκής ατροφίας, βελτιώνει το μεταβολισμό μας και το σημαντικότερο: Βελτιώνει τη σχέση μας με τον εαυτό μας.

Οπως γράφει ο Παύλος Κοθωνίδης, γυμναστής, με έδρα την Καβάλα:

Πότε η άσκηση μπορεί να δράσει αρνητικά;

1. Όταν ξεπερνάμε κατά πολύ τα όριά μας, για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Στο πλαίσιο των προπονήσεών μας, θα υπάρξουν πολλές φορές σκληρές μέθοδοι, θα πλησιάσουμε πολλές φορές στην μυϊκή αποτυχία και θα φτάσουμε τον εαυτό μας στα όριά του από άποψη δύναμης, καρδιοαναπνευστικής επάρκειας και νευρικής κόπωσης.

Αυτό είναι φυσιολογικό. Όταν, ωστόσο, πιέζουμε τον εαυτό μας πολύ περισσότερο, ή για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, τότε εμφανίζονται κάποια σημάδια που δεν πρέπει να αγνοήσουμε.

Το φαινόμενο της «υπερπροπόνησης» ανιχνεύεται στους ανθρώπους με ένα συνδυασμό μερικών από τα παρακάτω:

  • Ένα βαθύ αίσθημα κόπωσης,
  • Απώλεια ενέργειας,
  • Χρόνια κρυολογήματα, λοιμώξεις και άλλες ασθένειες
  • Αυπνία
  • Έντονη ταχυκαρδία
  • Απότομη αύξηση ή μείωση βάρους,
  • Κατακόρυφη πτώση αντοχής,
  • Για τις γυναίκες, απώλεια της περιόδου τους (αμηνόρροια).

Καλό είναι ωστόσο να μην μπερδευόμαστε εάν ένα βράδυ δεν κοιμηθούμε καλά, ή εάν το βάρος μας αυξηθεί κατά ένα - δύο κιλά μέσα σε μια μέρα. Συνήθως η υπερπροπόνηση θα γίνει εμφανής από μόνη της με ένα συνδυασμό των παραπάνω και θα πρέπει να εκφράσουμε κάθε μας φόβο πρώτα στον προπονητή μας.

Το “Overreaching” δηλαδή η ηθελημένα πολύ έντονη προπονητική περίοδος (συνήθως μια έως τρεις εβδομάδες ) είναι κάτι που υπάρχει στα προπονητικά προγράμματα και ενδέχεται να επηρεάσει έναν ή περισσότερους παράγοντες από τους παραπάνω έπειτα από την οποία όμως συνήθως ακολουθεί περίοδος μειωμένου όγκου προπόνησης / deload.

Εάν αυτή η έντονη περίοδος συνέχιζε, θα αυξανόταν η πιθανότητα εμφάνισης “υπερπροπόνησης” – Overtraining. Το σώμα μας είναι αρκετά ανθεκτικό στα προπονητικά ερεθίσματα, πόσο μάλλον όταν το υποστηρίζουμε με την ανάλογη διατροφή και ξεκούραση.

2. Ανεπαρκής διατροφή και /ή ξεκούραση

Όταν η φύση της καθημερινότητας μας επιβάλει να μη κοιμηθούμε πολύ, τότε πρέπει να προσαρμόσουμε ανάλογα και τις προπονήσεις μας. Μια και μας νοιάζει να είμαστε γενικότερα υγιείς και μακροπρόθεσμα συνεπείς με την άσκηση, πρέπει να αποφύγουμε τον μεγάλο όγκο ή τη μεγάλη συχνότητα προπόνησης, αφού είναι πιο πιθανό έτσι να νιώσουμε κόπωση γρηγορότερα.

Εάν έχουμε εξετάσει όλα τα ενδεχόμενα βελτίωσης ή επιμήκυνσης του διαστήματος που κοιμόμαστε και δεν έχουμε βρει λύση, τουλάχιστον δεν πρέπει να επιβαρύνουμε περαιτέρω τον εαυτό μας με πολύ μεγάλη άσκηση.

Ομοίως, η διατροφή μας πρέπει να υποστηρίζει τον κόπο που καταβάλλουμε στο γυμναστήριο/χώρο άσκησης. Οι ενεργειακές απαιτήσεις του οργανισμού είναι αρκετά μεγαλύτερες όταν στη ζωή μας λαμβάνει χώρα η άσκηση σε οποιαδήποτε μορφή της. Μάλιστα πολλά από τα προπονητικά προγράμματα που εκτελούμε απαιτούν την παρουσία ορισμένων διατροφικών στοιχείων ώστε να πραγματοποιηθούν σωστά.

Για παράδειγμα, εάν είμαστε δρομείς μεσαίων αποστάσεων, ή ασχολούμαστε με το CrossFit ή με το γυμναστήριο με μέτριο προς υψηλό εύρος επαναλήψεων, η κατανάλωση επαρκούς ποσότητας υδατανθράκων είναι απαραίτητη τόσο για την επιβράδυνση της σωματικής και πνευματικής κόπωσης όσο και για την επίδοσή μας.

Υποστηρίζουμε τις προπονήσεις μας με την ανάλογη παροχή ενέργειας από σύνθετους και απλούς υδατάνθρακες, «δομούμε» το σώμα μας με την απαραίτητη ποσότητα πρωτεϊνών και χαρίζουμε στην καρδιά, τον εγκέφαλο και κατ’ επέκταση σε όλα μας τα συστήματα την απαραίτητη δοσολογία καλών λιπαρών.

3. Όταν παρακολουθούμε πως γυμνάζεται ο αγαπημένος μας ινφλουένσερ

Φυσικά και είναι πολύ ωραίο να παίρνουμε έμπνευση ή τη θετική ενέργεια ενός ανθρώπου που θαυμάζουμε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όταν αυτός μας τη δίνει απλόχερα τη στιγμή που μας δείχνει τι άσκηση/προπόνηση κάνει. Θυμόμαστε όμως, ότι κάθε άνθρωπος είναι μοναδικός, έχει τις δικές του ανάγκες, το δικό του ενδοκρινικό, μυοσκελετικό και καρδιοαναπνευστικό σύστημα.

Εάν προσπαθήσουμε να μιμηθούμε την προπόνηση ενός ανθρώπου με μεγάλη επιρροή στο ευρύ κοινό, χωρίς την παρακολούθησή μας από έναν καθηγητή φυσικής αγωγής, είναι αρκετά πιθανό, στην καλύτερη περίπτωση να μη δούμε τα ανάλογα αποτελέσματα (μιας και δεν έχουμε τον ίδιο τρόπο ζωής γενικότερα) και στη χειρότερη περίπτωση να τραυματιστούμε.

4. Δεν συμβουλευόμαστε γυμναστή/γυμνάστρια

Όπως θα εμπιστευθούμε έναν ψυχολόγο για την ψυχική μας υγεία κι έναν καρδιολόγο για την ακεραιότητα της καρδιάς μας, έτσι πρέπει να έχουμε στο νου μας ότι και ο καθηγητής φυσικής αγωγής που θα μας αναλάβει θα αξιολογήσει τις ανάγκες μας, θα μας συμβουλέψει για τον τρόπο ζωής μας γύρω από τη γυμναστική και θα παρακολουθεί εάν ό,τι κάνουμε, το κάνουμε σωστά.

Έτσι, για παράδειγμα, εάν έχουμε μυϊκές ανισορροπίες μεταξύ των ποδιών μας ή μεταξύ μυών στο ένα μας πόδι και δεν συμβουλευτούμε γυμναστή ενώ παράλληλα κάνουμε άσκηση μόνοι μας, αυτές οι ανισορροπίες ενδέχεται να επιδεινωθούν.

Όταν κάτι δεν μπορούμε να το κάνουμε μόνοι μας, καλό είναι να ζητάμε βοήθεια. Και τι καλύτερο από έναν γυμναστή που εμπιστευόμαστε και θα μας βελτιώσει τη ζωή μακροπρόθεσμα;

ΠΗΓΗ: fmh.gr