Αν κάτι τρομάζει ίσως πιο πολύ κι από έναν πόλεμο δεν είναι άλλο από τη σιχαμερή σκιά της τρομοκρατίας.
Φτάνει ένα χτύπημα, όσο μακριά κι αν είναι, ακόμη και με αίσιο τέλος, για να δέσει πάνω στους ιστούς της μνήμης και να ανασύρεται σε κάθε παρόμοια θλιβερή ευκαιρία.
Τι ακριβώς πετυχαίνουν οι τρομοκράτες; Πρόκειται για φανατικούς άμισθους ή μήπως έμμισθους καλοπληρωμένους εργαζόμενους; Πως μαθαίνουμε τις πληροφορίες;
Ξεχωρίζει η αλήθεια από το ψέμα; Τι είδους «θεριά» κρύβονται πίσω από κάθε περίπτωση;
Υπάρχει εμπλοκή (συμμετοχή) από τις μυστικές υπηρεσίες των κρατών ή πρόκειται για έναν δημοσιογραφικό μύθο;
Εμείς οι απέξω, μετράμε το αίμα, λογαριάζουμε τα θύματα, έπειτα αφού καταγραφούν στοιχεία και αν το επιτρέπουν οι συνθήκες, μαθαίνουμε τα κομμάτια του δράματος. Κάπως έτσι επιβιώνουμε παρέα με σκοτεινούς εφιάλτες και κάθε τόσο χτίζονται νέοι κανόνες αποτροπής.
Αόρατες οργανώσεις, δύστροπα ονόματα και κουβέντες καφενείου κάνουν συνείδηση το φόβο, δίνουν ανάσα στην ανασφάλεια. Κι αν η στεριά έχει μια μικρή πιθανότητα τύχης ένα χτύπημα στη θάλασσα είναι ταυτόσημο με την καταστροφή.
Η τρομοκρατία στα πλοία αποτελεί ένα ξεχωριστό κεφάλαιο (διαφορετική περίπτωση είναι η πειρατεία), εκατοντάδες είναι τα περιστατικά πλοίων που καταλήφθηκαν, χτυπήθηκαν ή ακόμη και βυθίστηκαν από σκοτεινές οργανώσεις.
Το περιστατικό στο κρουαζιερόπλοιο SANTA MARIA (1961), λέγεται ότι αποτελεί την πρώτο χτύπημα της σύγχρονης τρομοκρατίας Το πλοίο 21.000 τόνων, που ανήκε στην Companhia Colonial της Λισαβόνας, καταλήφθηκε από ομάδα 70 ανδρών με αρχηγό τον αξιωματικό του στρατού Henriques Galvao (εξόριστος πορτογάλος), ο οποίος ήθελε για να στρέψει το βλέμμα του πλανήτη στο καθεστώς Estado Novo, στην Πορτογαλία (Νέο Κράτος, δικτατορία Αντόνιο Σαλαζάρ).Το SANTA MARIA πραγματοποιούσε κρουαζιέρα στη νότια Καραϊβική και περισσότεροι από 600 επιβάτες κρατήθηκαν για 11 ημέρες πριν παραδοθούν στο βραζιλιάνικο ναυτικό.
Από τότε αναφέρονται δεκάδες περιστατικά, όπως το CLAUDIA στις ακτές της Ιρλανδίας (1973), το ACHILLE LAURO, το χτύπημα στη Μεσόγειο από το PLF (1985). Η κατάληψη του MV AVRASYA από τσετσένους αντάρτες στη Μαύρη Θάλασσα (1996), η φονική βομβιστική επίθεση κατά του αντιτορπιλικού USS COLE (2000) από την Αλ κάιντα. Η επίθεση αυτοκτονίας κατά του πετρελαιοφόρου M / V LIMBURG (2002,) ξανά από την Αλ κάιντα.
Με αποκορύφωμα το χτύπημα στο Φιλιππινέζικο SUPERFERRY 14 (2004). Αυτό το περιστατικό καταγράφεται ως η πιο καταστροφική πράξη τρομοκρατίας στην ναυτική ιστορία και το τέταρτο σοβαρότερο διεθνές συμβάν από τις 11 Σεπτεμβρίου 2001.
Η επίθεση έγινε με 3,6 κιλά TNT και η φωτιά εξαπλώθηκε γρήγορα σε όλο το πλοίο λόγω της έλλειψης αποτελεσματικού εσωτερικού συστήματος πυρόσβεσης. Από τους 900 επιβάτες χάθηκαν 116, από αυτούς 53 δεν βρέθηκαν ποτέ. Οι ερευνητές της αστυνομίας πιστεύουν ότι το Superferry έγινε στόχος επειδή οι ιδιοκτήτες του, WG & A, ένα χρόνο νωρίτερα είχαν πει όχι στο αίτημα για 1 εκατομμύριο δολλάρια, χρήματα που αφορούσαν προστασία από την οργάνωση Abu Sayyaf!
Το χτύπημα στους δίδυμους πύργους έδωσε ώθηση σην εξέλιξη των κανόνων, οδήγησε στην τροποποίηση της Διεθνούς Σύμβασης SOLAS 1974 και τη δημιουργία του ISPS code (Διεθνής Κώδικας για την Ασφάλεια, ενεργητική και παθητική, των Πλοίων και Λιμενικών Εγκαταστάσεων από έκνομες ενέργειες, 2-12-2002).
Οι μελετητές καταγράφουν και αναδεικνύουν τις περιπτώσεις τέτοιων χτυπημάτων, το βάρος δίνεται στην αποτροπή και την πρόληψη τρομοκρατικών (και πειρατικών) ενεργειών. Όμως ο χορός των εκατομμυρίων, με καβαλιέρους κάθε λογής κομψευόμενους λαθρέμπορους, που λογαριάζουν μόνο την κονόμα δεν έχει σταματημό. Αίμα και νεκροί κάθε φορά βαφτίζονται όπως τους βολεύει.
Η μάχη με τον υπόκοσμο (κάθε βαθμίδας) είναι λυσσαλέα και δεν σταματά, τι γίνεται όμως στις σκοτεινές περιπτώσεις που φαίνεται να υπάρχει εμπλοκή και ρόλος από κρατικές μυστικές υπηρεσίες;
Σε τέσσερις περιπτώσεις οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες (CIA) φαίνεται να έχουν συμμετοχή σε θαλάσσια χτυπήματα. Άραγε αυτές οι πράξεις δεν ονομάζονται τρομοκρατία; Για ποιο λόγο δεν αποτέλεσαν αντικείμενο μελέτης;
Επίσημα δεν υπάρχει παραδοχή, ωστόσο ορισμένοι θαρραλέοι ερευνητές υποστηρίζουν αυτές οι ενέργειες εξυπηρετούσαν τους σκοτεινούς σκοπούς της CIA! Αν είναι έτσι, τότε κάθε φορά που θα μιλάμε για τρομοκρατία, πρέπει να εξαιρούμε τις περιπτώσεις που εμπλέκονται μυστικές υπηρεσίες, να προσθέσουμε καινούριους όρους σε ένα βρώμικο παιγνίδι που όλοι εμείς είμαστε τα υποψήφια θηράματα-θύματα του.
SAN FLAVIANO, η ανατροπή στην Ινδονησία
Κωδικός "Haik", αυτός ήταν το όνομα της επιχείρησης στην Ινδονησία, αν και μέχρι σήμερα η CIA επίσημα δεν έχει παραδεχτεί οποιοδήποτε ανακάτεμα στην υπόθεση!
Το 18.000 τόνων SS SAN FLAVIANO ήταν ένα 170μετρο πετρελαιοφόρο της ναυτιλιακής Eagle Oil, θυγατρική της Royal Dutch Shell.
Τη Δευτέρα 28 του Απριλίου 1958 το πλοίο ήταν σε διαδικασία εκφόρτωσης αργού πετρελαίου σε ένα τερματικό σταθμό της Shell στο Μπαλικπαπάν του Βόρνεο.
Στα ξαφνικά εμφανίστηκε ένα μαύρο άγνωστο αεροσκάφος, χωρίς σημάδια αναγνώρισης, τύπου Ντάγκλας Β-26 Invader, και πάνω από το λιμάνι άρχισε να αδειάζει βόμβες.
Το πλοίο SAN FLAVIANO χτυπήθηκε στην δεξιά πλευρά και αμέσως άρπαξε φωτιά. Πανικόβλητο το πλήρωμα πήδηξε στις σωσίβιες λέμβους και κατόρθωσε να φτάσει στο λιμάνι, ευτυχώς δεν υπήρξαν θύματα. Μια άλλη βόμβα έπεσε σε ένα δεξαμενόπλοιο της Shell, το 8.000 τόννων MV DAROVIA, το πλοίο ήταν πολύ τυχερό, η βόμβα αναπήδησε και έπεσε στη θάλασσα χωρίς να γίνει έκρηξη.
Λίγο πιο έξω, χτυπήθηκε μια ινδονησιακή κορβέτα του ναυτικού, η ΚΡΙ HANG TUAH, το πλοίο βυθίστηκε με αποτέλεσμα να σκοτωθούν 18 μέλη του πληρώματος και 28 να τραυματιστούν.
Η επίθεση, όπως αναφέρουν δημοσιογράφοι και ερευνητές, ήταν μέρος μιας προσπάθειας της CIA για την ανατροπή του ηγέτη της Ινδονησίας Sukarno. Του ανθρώπου που κατάφερε να οδηγήσει την Ινδονησία στην ανεξαρτησία από την Ολλανδία το 1945-47.
Μια δεκαετία αργότερα, το 1957, μια ομάδα από πολιτικούς και αξιωματικούς του στρατού στο N. Sulawesi, μια περιοχή της Ινδονησίας, οργάνωσαν ένα επαναστατικό κίνημα με το όνομα Permesta, που είχε στόχο την πτώση του προέδρου Sukarno.
Τους επόμενους μήνες οι κυβερνήσεις της Ινδονησίας και του Ηνωμένου Βασιλείου υποστήριξαν ότι το άγνωστο αεροσκάφος ήταν των ανταρτών. Στην πραγματικότητα, μόνο ο χειριστής ασυρμάτου ήταν από τους αντάρτες Permesta (συνταγματάρχης Muharto της AUREV, μέλος του επαναστατικού κινήματος).
Όπως υποστηρίζουν αρκετοί ερευνητές το Ντάγκλας Β-26 και ο πιλότος του, ο πρώην αξιωματικός του στρατού των ΗΠΑ William H Beale, είχαν σταλεί από τη CIA ως μέρος σχεδίου των ΗΠΑ στην συγκαλυμμένη υποστήριξη για την εξέγερση.
Σε αρκετές έρευνες αναφέρετε ότι ο πιλότος είχε εντολή να χτυπήσει την εμπορική ναυτιλία και έτσι να οδηγήσει τα ξένα εμπορικά πλοία μακριά από τα νερά της Ινδονησίας, αποδυναμώνοντας έτσι την οικονομία της χώρας και προκαλώντας αποσταθεροποίηση στην κυβέρνηση του Προέδρου Σουκάρνο.
Η αναστολή των εργασιών της Shell και η μερική εκκένωση του προσωπικού ήταν ό,τι ακριβώς είχε ως στόχο να επιτύχει η επίθεση.
(Conboy, Kenneth; Morrison, James (1999). Feet to the Fire CIA Covert Operations in Indonesia, 1957–1958. Annapolis: Naval Institute Press ISBN 1-55750-193-9).
Το MAGDEBURG στον Τάμεση
Η υπόθεση του πλοίου MV MAGDEBURG παραμένει ακόμη και σήμερα σκοτεινή.
Ήταν Οκτώβρης 1964, ένα πλοίο φορτωμένο με 42 λεωφορεία τύπου Leyland, είχε προορισμό την Κούβα και διέσχιζε τον Τάμεση. Από την αντίθετη κατεύθυνση κατέβαινε άδειο το ιαπωνικό πλοίο YAMASHIRO MARU.
Τα δυο πλοία συγκρούστηκαν, με αποτέλεσμα να βυθισθεί το MV MAGDEBURG, από τύχη δεν υπήρξαν ανθρώπινα θύματα, χάθηκαν μόνο τα λεωφορεία που μετέφερε το ανατολικογερμανικό φορτηγό.
Ο ιστορικός John McGarry και ο δημοσιογράφος Andrew Rosthorn, που ασχολήθηκαν με το θέμα, έφεραν στην επιφάνεια στοιχεία που ενισχύουν τις υποψίες ορισμένων ιστορικών ότι το πλοίο χτυπήθηκε έπειτα από τη διαταγή της CIA κι αυτό αποτελεί μέρος μιας προσπάθειας να σαμποτάρουν εκείνους που έσπαγαν το αμερικανικό εμπάργκο στην Κούβα του Φιντέλ Κάστρο.
Η Leyland Motors είχε αποφασίσει να χρησιμοποιήσει ένα πλοίο της Ανατολικής Γερμανίας κι αυτό βρέθηκε στον πάτο της θάλασσας.
Σύμφωνα με πληροφορίες από τον Βρετανό πιλότο του MV MAGDEBURG, Gordon Grinfild, το ιαπωνικό πλοίο προηγήθηκε λανθασμένα και λίγο πριν τη σύγκρουση έδινε παραπλανητικά σήματα. Ο κυβερνήτης αλλά και ο πιλότος του YAMASHIRO MARU αρνήθηκαν να μιλήσουν στον τύπο.
(Πληροφορίες από το βιβλίο του δημοσιογράφου John McGarry, The Cuban Bus Crisis. Tales of CIA Sabotage')
Έρευνα διεξήχθη στην πρώην δημοκρατία της Ανατολικής Γερμανίας, στην οποία είχαν υποβληθεί γραπτές αποδείξεις τόσο από τους πιλότους της Greenfield (στο Magdeburg) όσο και από τον Johnson (στο Yamashiro Maru). Και οι δύο επιβεβαίωσαν ότι δεν υπήρχε πρόβλημα με την ορατότητα κατά τη στιγμή της σύγκρουσης και οι δυο πλευρές ισχυρίστηκαν ότι μπορούσαν να δουν το σκάφος του άλλου σε όλη την χερσόνησο του Boardness.
Ωστόσο ο John Clandillon-Baker, συντάκτης του The Pilot, μιας έκδοσης του British Pilots Association, σε μελέτη του για το θέμα επιμένει, η σύγκρουση των δύο πλοίων ήταν αποτέλεσμα ατυχήματος:
“Εκτός από τις δυσκολίες υλικοτεχνικής αντιμετώπισης μιας σύγκρουσης για την καταστροφή του , ένα τέτοιο σχέδιο θα απαιτούσε μια σύγκρουση τεράστιας δύναμης με ακρίβεια στοχεύοντας να εξασφαλίσει το ναυάγιο του MAGDEBURG και επομένως υπήρξε απαράδεκτα υψηλού ρίσκου πιθανότητα απώλειας ζωής, συμπεριλαμβανομένου του κινδύνου των εμπλεκομένων πιλότων. Το πραγματικό θαύμα αυτής της υπόθεσης είναι ότι δεν χάθηκαν ζωές, ακόμη και όταν το MAGDEBURG τελικά βυθίστηκε. Όχι, αυτό ήταν ένα ατύχημα που προκλήθηκε από ένα ή περισσότερα σφάλματα πλοήγησης”.
SIERRA ARANZAZU, ενέδρα έξω από την Αβάνα
Το 1964 ο Φιντέλ Κάστρο ήταν παντοδύναμος, είχαν περάσει ήδη πέντε χρόνια από την αλλαγή της εξουσίας, όταν η υπόθεση του Ισπανικού πλοίου SIERRA ARANZAZU αναστάτωσε την Κούβα.
Το πλοίο φόρτωσε από το λιμάνι Σαντάντερ της Κατάμπριας Ισπανίας, με προορισμό την Αβάνα. Στις 13 Σεπτέμβρη 1964, περίπου στις 13:00 μ.μ., ένα αεροσκάφος θαλάσσιας περιπολίας της Ακτοφυλακής των Ηνωμένων Πολιτειών πετούσε πάνω από το ισπανικό φορτηγό σε πολύ χαμηλό ύψος. Λίγες ώρες αργότερα, στις 20:00, πλησίασε στην πρύμνη μια βάρκα και φώτισε το όνομα του SIERRA ARANZAZU, ήταν 75 μίλια βόρεια της Maisi, στο Γκουαντάναμο. Λίγα λεπτά αργότερα έφτασαν δυο ταχύπλοα, ένα από αριστερά και το άλλο από δεξιά και αμέσως άνοιξαν πυρ.
Σχεδόν 800 βλήματα μεγάλου διαμετρήματος γάζωσαν το πλοίο, από τα καταιγιστικά πυρά χτυπήθηκαν πολλά μέλη του πληρώματος, ανάμεσα τους και ο καπετάνιος Pedro Ibargurengonitia. Οι ναυτικοί κατέβασαν τις σωσίβιες λέμβους εγκατέλειψαν το φλεγόμενο πλοίο, πήραν και τους τραυματίες και περίμεναν 12 ώρες μέχρι που φάνηκε βοήθεια. Στην αναμονή μέσα στις βάρκες πέθανε ο τραυματισμένος καπετάνιος και δυο μέλη του πληρώματος.
Σύμφωνα με ισπανική αρθρογραφία το αμπάρι του πλοίου ήταν γεμάτο τρόφιμα και διάφορα υλικά, βοήθεια για τον κουβανικό λαό, μεταξύ άλλων παιγνίδια, κυρίως παιδικές κούκλες.
Ο δημοσιογράφος Wilfredo Roldan Rivero στάλθηκε από την εφημερίδα Hoy για την κάλυψη της υπόθεσης στην πόλη της Antilla, Holguin, όπου το πλοίο είχε μεταφερθεί από κουβάνικα ρυμουλκά και ανέφερε στο σχετικό ρεπορτάζ του:
"Ήταν μια επίθεση πειρατών, ένα πολύ θλιβερό γεγονός, πραγματικά αξέχαστο.
Το πλοίο μετέφερε ακόμα και παιχνίδια για τα παιδιά, κυρίως κούκλες, γιατί σε λίγους μήνες ήταν η γιορτή για την «Ημέρα ανεξαρτησίας» και η κυβέρνηση ήθελε να δώσει παιχνίδια στα παιδιά».
SPRINGFJORD, χτύπημα στη Γουατεμάλα
Τον Μάιο του 1954 το σουηδικό φορτηγό πλοίο MS ALFHEM κατάφερε να αποφύγει τις θαλάσσιες και αεροπορικές περιπολίες των ΗΠΑ, έτσι μπόρεσε να παραδώσει φορτίο τσεχοσλοβακικών εξοπλισμών στον Puerto Barrios, στην ακτή της Καραϊβικής της Γουατεμάλας για να αυξήσει την άμυνα της εκλεγμένης κυβέρνησης.
Η Γουατεμάλα είχε αριστερό Πρόεδρο, τον πρώην στρατιωτικό συνταγματάρχη Jacobo Árbenz, των οποίων οι πολιτικές περιλάμβαναν την αγροτική μεταρρύθμιση.
Ωστόσο η αμερικανική εταιρεία United Fruit Company, η οποία είχε τον έλεγχο στο 42% της γεωργικής γης της Γουατεμάλας δεν συμφώνησε! Κάπου εδώ μπλέκεται η CIA, που λένε ότι ήταν αποφασισμένη να αποτρέψει περαιτέρω παραδόσεις όπλων κι αυτό περιλάμβανε τη χρήση μιας συγκαλυμμένης «αεροπορικής δύναμης απελευθέρωσης».
Το καμουφλάζ ήταν οι αντάρτες, που δεν είχαν σχέση με τις ΗΠΑ και η CIA είχε δημιουργήσει για να στηρίξει τον διαφωνούντα συνταγματάρχη Castillo.
Νωρίς το πρωί της 27ης Ιουνίου 1954, την ημέρα που το πραξικόπημα της CIA ανάγκασε τον εκλεγμένο πρόεδρο της Γουατεμάλας Jacobo Árbenz να παραιτηθεί και να φύγει στην εξορία, το πλοιο SPRINGFJORD ήταν ναυλωμένο από την αμερικανική ναυτιλιακή εταιρία Grace Line, στο Puerto San José της Γουατεμάλας φορτώνοντας ένα μεικτό φορτίο, που περιλάμβανε καφέ και 976 μπάλες βαμβάκι.
Ωστόσο, ο τοπικός επικεφαλής της CIA πίστευε ότι το SPRINGFJORD ξεφόρτωσε όπλα και έτσι έδωσε εντολή στον πιλότο Ferdinand Schoup.
Ο Schoup πετούσε ένα Lockheed P-38M, το μαχητικό αεροσκάφος χωρίς διακριτικά, επιτέθηκε στο πλοίο με βόμβες Napalm. Το SPRINGFJORD γρήγορα άρπαξε φωτιά και μόνο από τύχη δεν σκοτώθηκε κανένα μέλος από το πλήρωμά του. Λίγες ώρες μετά την καταστροφή του πλοίου, ο πρόεδρος Árbenz παραιτήθηκε και ο συνταγματάρχης Castillo ανέλαβε τη Γουατεμάλα.