Απομένει ένα δεκαήμερο από τις βουλευτικές εκλογές της 17ης Σεπτεμβρίου στο Ισραήλ και το κλίμα παραμένει μάλλον υποτονικό, με τους κύριους παίκτες να κινούνται στα ίδια πλαίσια της προεκλογικής εκστρατείας των βουλευτικών εκλογών του περασμένου Απριλίου. Από πλευράς αντιπολίτευσης, οι κατηγορίες εναντίον του Νετανιάχου για υποθέσεις διαφθοράς εμπλουτίζονται με επιχειρήματα που τονίζουν τον κίνδυνο επικράτησης ακραίας θεοκρατίας στον ιδιωτικό και δημόσιο βίο. Αντίστοιχα, η συμπολίτευση της Δεξιάς τονίζει τα επιτεύγματα της εξωτερικής πολιτικής που εφάρμοσε επί σειρά ετών η διακυβέρνηση Νετανιάχου, βάλλοντας παράλληλα κατά των προσωπικοτήτων των ηγετικών στελεχών της Αριστεράς και του «Γαλανόλευκου» , εμφανίζοντάς τους ανίκανους να αναλάβουν με σοβαρότητα σημαντικές πολιτικές αποφάσεις.
Με βάση τις πρόσφατες δημοσκοπήσεις, το ισραηλινό εκλογικό σώμα φαίνεται αμετακίνητο σε σχέση με τα αποτελέσματα του περασμένου Απριλίου. Ο μέσος όρος των δημοσκοπικών αποτελεσμάτων εμφανίζει το Λικούντ να προηγείται του «Γαλανόλευκου» κατά μία μόνο έδρα, συγκεντρώνοντας 32 από τις 120 συνολικά έδρες της Κνέσετ. Ο «Ενιαίος Αραβικός Συνδυασμός» παραμένει η τρίτη κοινοβουλευτική δύναμη, όπως και στις εκλογές του Απριλίου, φερόμενος να καταλαμβάνει 10 έδρες. Το κόμμα του Αβιγκντόρ Λίμπερμαν εμφανίζεται να ελέγχει 9 έδρες – ενώ στις πρώτες δημοσκοπήσεις έφθανε να κερδίζει έως και 11 έδρες – και η εθνοθρησκευτική Δεξιά του «Υεμίνα» έχει μία αξιοπρεπή εικόνα με 9 έδρες. Χωρίς εκπλήξεις η σταθερή απόδοση των Υπερορθόδοξων κομμάτων «Shas» και «Εβραϊσμός της Βίβλου», που υπολογίζεται να συγκεντρώνουν συνολικά 15 έδρες. Τέλος, τα δύο αριστερότερα κόμματα, το «Κόμμα των Εργατικών» και η «Δημοκρατική Παράταξη» συγκεντρώνουν από 7 έδρες το καθένα.
Το συμπέρασμα που συνάγεται από τον μέσο όρο των δημοσκοπήσεων των τελευταίων εβδομάδων προκύπτει ότι ο χώρος της Δεξιάς προηγείται σε έδρες έναντι των κομμάτων της Αριστεράς, αλλά δεν ξεπερνά τις 61 έδρες που απαιτούνται για τον σχηματισμό κυβέρνησης.
Ρυθμιστής παραμένει το κόμμα «Israel Beitenu» του Αβιγκντόρ Λίμπερμαν, ο οποίος όμως επιδιώκει τον σχηματισμό κυβέρνησης εθνικής ενότητας με το Λικούντ και το «Γαλανόλευκο», χωρίς τα κόμματα των Υπερορθοδόξων και της εθνοθρησκευτικής Δεξιάς.
Από την άλλη πλευρά, ενώ ιδεολογικά ο Λίμπερμαν αυτοκατατάσσεται σαφώς στον χώρο της Δεξιάς, η αντιθρησκευτική του ατζέντα συνέβαλε στο να βρει ευήκοα ώτα στο κεντροαριστερό «Γαλανόλευκο». Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να υπογραφεί την περασμένη εβδομάδα μεταξύ Λίμπερμαν και «Γαλανόλευκου» συμφωνία προσμέτρησης εδρών. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι όσοι ψήφοι υπέρ του δεξιού «Israel Beitenu» ‘περισσέψουν’ και δεν αρκούν να μετουσιωθούν σε κοινοβουλευτικές έδρες, θα προσμετρηθούν υπέρ του κεντροαριστερού «Γαλανόλευκου». Εάν μάλιστα πιστέψουμε τις δημοσκοπήσεις, που δείχνουν ότι η διαφορά μεταξύ Λικούντ-Γαλανόλευκου θα είναι μία μόνο έδρα, αντιλαμβανόμαστε ότι οι ψήφοι που θα ‘χαρίσει’ ο Λίμπερμαν στο κόμμα του Μπένι Γκαντς μπορεί να ‘χαρίσουν’ στο «Γαλανόλευκο» την πρωτιά σε κοινοβουλευτικές έδρες.
Από την άλλη, ακόμα και σε περίπτωση που το «Γαλανόλευκο» καταστεί το πρώτο σε δύναμη κόμμα στην Κνέσετ, αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι ο Μπένι Γκαντς θα λάβει την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης από τον Πρόεδρο του Κράτους. Ο ισραηλινός εκλογικός νόμος ορίζει ότι ο Πρόεδρος του Κράτους αναθέτει κατά την κρίση του την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στον πολιτικό αρχηγό που εκτιμά ότι έχει τις περισσότερες πιθανότητες να σχηματίσει κυβέρνηση – λαμβάνοντας υπ’όψιν την κοινοβουλευτική δύναμη που έχουν τα υπόλοιπα κόμματα. Αυτή άλλωστε είναι και μία από τις βασικές διαφορές που παρουσιάζει το ισραηλινό εκλογικό σύστημα σε σχέση με τα ισχύοντα σε άλλες δυτικές κοινοβουλευτικές δημοκρατίες.
Με άλλα λόγια, είναι πολύ πιθανό η επομένη των εκλογών της 17ης Σεπτεμβρίου 2019 να μοιάζει πάρα πολύ με την ημέρα που επακολούθησε των εκλογών της 9ης Απριλίου 2019 – με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Τι θα μπορούσε άραγε να μεταβάλει το προεκλογικό κλίμα, ώστε οι επικείμενες κάλπες να δώσουν ένα ”καθαρό” αποτέλεσμα;
Η απάντηση είναι απλή: Η αλλαγή της προεκλογικής ατζέντας.
Και η προεκλογική ατζέντα θα αλλάξει εάν τα πολιτικά κόμματα της χώρας αποφασίσουν να τοποθετηθούν δημόσια πώς προτίθενται να αντιδράσουν σε περίπτωση που το ειρηνευτικό σχέδιο Τραμπ θα απαιτήσει εδαφικούς συμβιβασμούς στην Δυτική Όχθη και στην ευρύτερη περιοχή της Ιερουσαλήμ.
Κάτι τέτοιο, εκτός απροόπτου, δεν φαίνεται να μπορεί να συμβεί κατά τον παρόντα χρόνο. Όπως δηλώνεται επίσημα, η Ουάσιγκτον αποφάσισε ότι θα ανακοινώσει τους όρους του ειρηνευτικού σχεδίου Τραμπ «λίγες εβδομάδες» μετά την διενέργεια των επικείμενων εκλογών στο Ισραήλ. Μέχρι τότε, όλα δείχνουν ότι απομένουν άλλες δέκα μέρες για τον μέσο ισραηλινό ψηφοφόρο να αποπροσανατολίζεται, ηθελημένα ή μη, με ζητήματα ήσσονος σημασίας. Τα σημαντικά εθνικά ζητήματα (και εθνικά διλήμματα), θα τον απασχολήσουν πολύ στο άμεσο μέλλον. Πλην όμως, κατόπιν εκλογών.
Ο Δρ. Γαβριήλ Χαρίτος είναι ερευνητής του Ινστιτούτου Μπεν-Γκουριόν , Πανεπιστήμιο Μπεν - Γκουριόν , Ισραήλ και Senior Fellow, Κυπριακό Κέντρο Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων , Πανεπιστήμιο Λευκωσίας.
Καθημερινή ανάλυση από τον Δρ. Γαβριήλ Χαρίτο για τις επερχόμενες εκλογές στο Ισραήλ στο Φάκελος Εκλογές στο Ισραήλ 2019