Τι πραγματικά σημαίνει η τουρκική υπαναχώρηση από τη διμερή συμφωνία για την επαναεισδοχή των προσφύγων

Τι πραγματικά σημαίνει η τουρκική υπαναχώρηση από τη διμερή συμφωνία για την επαναεισδοχή των προσφύγων
Goran Tomasevic / Reuters

Όταν μιλάει κανείς για την Ελλάδα και την Τουρκία, είναι φρόνιμο, αν όχι επιβεβλημένο, να έχει κατά νου τη διαλεκτική και τη «θεωρία των εναντίων» των Πυθαγορείων. Σύμφωνα με αυτή, στη ζωή υπάρχουν αντιθετικά δίπολα που βρίσκονται σε μια συνεχή αμοιβαία διάδραση, σε έναν αλληλοκαθορισμό και συνύπαρξη, όπως, άλλωστε, συμβαίνει, λόγω γεωγραφίας και ιστορικής όσμωσης, μεταξύ των δύο χωρών.

Σε αυτή τη βάση, στα ελληνοτουρκικά, περισσότερο από ποτέ, η διπλωματική γλώσσα «έχει πάει περίπατο», με ευθύνη κατεξοχήν της τουρκικής πλευράς (πρόσφατο παράδειγμα, συνιστούν οι δηλώσεις της υποψήφιας για την τουρκική προεδρία, με το «Καλό Κόμμα», Ακσενέρ, για επίσκεψη, άμα τη εκλογή της, σε ένα από τα 18 νησιά «που έχουν υπό την κατοχή τους οι Έλληνες»). Σε αυτόν, όμως, τον ολισθηρό δρόμο έχει παρασυρθεί και η ηγεσία του Ελληνικού Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, με ανάλογες μεγαλοστομίες, που δεν ταιριάζουν σε μια χώρα που επιδιώκει να αποδείξει τη στρατηγική της ικανότητα και αποτελεσματικότητα. Από την άλλη, αν μη τι άλλο, όταν ακούει κάποιος τον Τούρκο αντιπρόεδρο και εκπρόσωπο να μιλάει τόσο απαξιωτικά για τον Έλληνα πρωθυπουργό για τη μη τήρηση «του ανδρικού του λόγου», πέρα από τις όποιες σεξιστικές ή άλλες εαυτού συνυποδηλώσεις, το όποιο διπλωματικό πρωτόκολλο, εξαϋλώνεται. Και δυστυχώς, σε αυτή την παγίδα, ολισθαίνει και η ελληνική πλευρά, με δηλώσεις, επί ηρωικών λειψάνων, για «επέκταση», μέσα από την ανακήρυξη της ελληνικής ΑΟΖ.

Κυρίως, αυτό που μένει να συγκρατήσουμε έχει να κάνει με την επιμονή της τουρκικής πλευράς να δηλώνει ότι ο Αλέξης Τσίπρας δεν τήρησε την (όποια του) υπόσχεση για παράδοση των οκτώ Τούρκων αξιωματικών. Κάτι για το οποίο η ελληνική πλευρά εξακολουθεί, μέχρι και σήμερα, να τηρεί «σιγή ιχθύος». Και αυτή η σιωπή γίνεται ακόμα πιο εκκωφαντική, ιδιαίτερα, όταν εστιάσουμε στο λεπτό σημείο που απασχολεί την επικαιρότητα και έχει να κάνει με το πάγωμα, από πλευράς Τουρκίας, της διμερούς ελληνοτουρκικής συμφωνίας επαναεισδοχής των προσφύγων (ενώ ήδη έχουν προηγηθεί οι κατηγορίες για επαναπροώθηση Τούρκων πολιτών που καταφεύγουν στην Ελλάδα).

Γίνεται, επομένως, σαφές ότι η τουρκική αυτή ενέργεια εντάσσεται στις αφόρητες πιέσεις της γειτονικής μας χώρας, για το θέμα των οκτώ αξιωματικών της, σε μια λογική παζαριού, αναφορικά με τους δύο Έλληνες στρατιωτικούς. Συνάμα, όμως, αποδεικνύει περίτρανα, το διμερές και διεθνές bullying που ασκεί η Τουρκία, κατά τρόπο που τεστάρει την όποια «περιδεή» μας κουλτούρα και ψυχολογία. Παρατηρώντας τις σχετικές δηλώσεις του Τούρκου υπουργού εξωτερικών, θα λέγαμε ότι η αναφορά, περί παγώματος της διμερούς συμφωνίας, έγινε κατά το μάλλον ή ήττον, σε χαμηλούς τόνους και σε σχετική ερώτηση δημοσιογράφου. Στη συνέχεια, όμως ,τη σκυτάλη και σε ένα κλιμακούμενο επίπεδο, πήρε ο Τούρκος πρωθυπουργός. Αυτό μπορεί να έχει διττή ερμηνεία εσωτερικής και εξωτερικής υφής: ενόψει εκλογών χρησιμοποιείται ένα ακόμα επιχείρημα, ως τουρκική επικοινωνιακή απάντηση, στο θέμα των οκτώ αξιωματικών και από την άλλη επιχειρείται η εξαγωγή πίεσης και απειλών προς τη Δύση.

Προς τούτο, ως πρώτο βήμα, πριν την τελική ρήξη, στο θέμα της επαναεισδοχής, η Τουρκία «χτυπάει» την Ελλάδα, δίνοντας μήνυμα στην Ευρώπη ότι έρχεται η σειρά της. Μάλιστα, οι Τούρκοι διατείνονται ότι η Δύση είναι αυτή που άσκησε πιέσεις στην ελληνική δικαιοσύνη, καθώς, στην τουρκική οπτική, σύμπασα, η Δύση θεωρείται ότι, συν τοις άλλοις, βρίσκεται πίσω από το κατρακύλισμα της τουρκικής λίρας. Είναι ξεκάθαρο, λοιπόν, για όσους τρέφουν ψευδαισθήσεις για την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας ότι η γείτων χώρα δεν κατανοεί το ευρωπαϊκό κεκτημένο και το rule of law, αλλά το δίκαιο του ισχυρού, όπως διατρανώνει, κυνικά, ο Τούρκος πρόεδρος.

Κατεξοχήν, λοιπόν, η διαπλοκή του θέματος της υπαναχώρησης από τη διμερή συμφωνία επαναεισδοχής (που η Ελλάδα ήδη θεωρεί «παγωμένη») με το ζήτημα των οκτώ Τούρκων αξιωματικών και των δύο Ελλήνων φυλακισμένων, περιπλέκει τον μίτο επίλυσης και ηρεμίας μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, όπως άλλωστε, ζήτησε, με το γνωστό «Ποντιοπιλατικό» του ύφος, ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ.

Καταληκτικά, συγκρατούμε ότι το τουρκικό κράτος, σε πολιτικό-ανθρωπολογικό επίπεδο, από τη μια «κατασκευάζει εσωτερικούς εχθρούς» για να ορίζει εαυτούς και αλλήλους, όπως γίνεται στην περίπτωση του Γκιουλέν και από την άλλη, υπαναχωρεί, μόνο, από τις όποιες συμφωνίες. Ως εκ τούτου, οι κατοπινές εξελίξεις θα αποδείξουν, αν αυτή η τουρκική ενέργεια συνιστά ένα ακόμη προεκλογικό πυροτέχνημα προς το εσωτερικό ή μια ακόμα σαφής πρόκληση απέναντι στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, ότι «αν δεν μας κάνετε το hatır θα έχετε να κάνετε με το inat μας».

Δημοφιλή