Τι συμβαίνει με το déjà vu: Η επιστήμη πίσω από το μυστηριώδες φαινόμενο

Η αινιγματική αίσθηση πως έχετε βιώσει κάτι ξανά.
Peter Cade via Getty Images

Οι περισσότεροι έχουν βιώσει κάποια στιγμή στη ζωή τους déjà vu: Η αίσθηση πως έχεις βιώσει κάτι ξανά. Η συγκεκριμένη γαλλική έκφραση σημαίνει κάτι που «έχει θεαθεί ήδη» και είχε πρωτοχρησιμοποιηθεί το 1876 από τον Γάλλο φιλόσοφο Εμίλ Μπουαράκ, σε επιστολή προς τον εκδότη του, και αργότερα στο βιβλίο του «Η Ψυχολογία του Μέλλοντος» (1918).

Το φαινόμενο αυτό στα ελληνικά ονομάζεται προμνησία και ορίζεται από ειδικούς ως ψευδαίσθηση μνήμης- μια ψευδαίσθηση οικειότητας, η εντύπωση πως μια εμπειρία είναι οικεία, ακόμα και αν «λογικά» γνωρίζει κάποιος πως αυτό δεν ισχύει. Σύμφωνα με το «Psychology of Learning and Motivation» περίπου τα 2/3 των ανθρώπων αναφέρουν πως έχουν βιώσει déjà vu και η συχνότητα των αναφερόμενων επεισοδίων μειώνεται με την ηλικία.

Όπως αναφέρεται σε σχετικό δημοσίευμα του Live Science, κάποιοι αναφέρουν déjà vu αρκετά συχνά, σε βαθμό που τους προκαλεί προβληματισμό. Αυτό μπορεί να προκληθεί από χρήση ουσιών, ημικρανίες και άγχος, σύμφωνα με αναφορές, καθώς και μια διαταραχή (αποπροσωποποίηση) όπου ένα άτομο νιώθει πως αποκολλάται από το σώμα ή το περιβάλλον του. Ωστόσο ο πιο κοινός λόγος του συχνού déjà vu θεωρείται η επιληψία κροταφικού λοβού. Επιστήμονες εκτιμούν πως, στην επιληψία τουλάχιστον, επεισόδια τέτοιου είδους μπορεί να προκύψουν από κρίσεις στον κροταφικό λοβό ή δυσλειτουργίες σε τομείς του εγκεφάλου που εμπλέκονται στην αποθήκευση και ανάκτηση μνήμης, όπως ο ιππόκαμπος και ο παραϊππόκαμπος.

Ωστόσο, δεδομένου ότι déjà vu βιώνουν και άτομα χωρίς επιληψία ή άλλα προβλήματα υγείας, πρέπει να υπάρχουν και άλλες εξηγήσεις.

«Ένας πιθανός μηχανισμός είναι η βασιζόμενη στη μνήμη θεωρία που εστιάζει στον ρόλο της οικειότητας και της αναγνώρισης στο déjà vu» είπε στο Live Science η δρ. Οόχα Σουσμίτα, νευροψυχίατρος στο Allo Health. Η θεωρία αυτή λέει πως το φαινόμενο παρατηρείται όταν μια παρούσα κατάσταση θυμίζει έντονα μια παλαιότερη εμπειρία που είχε βιώσει κάποιος, μα το είχε ξεχάσει.

«Η νέα κατάσταση μπορεί να έχει ομοιότητες με ένα γεγονός του παρελθόντος, οδηγώντας σε μια αίσθηση οικειότητας χωρίς μια συνοδευτική μνήμη συγκεκριμένων λεπτομερειών» πρόσθεσε- συμπληρώνοντας ότι ενδεχομένως να προκύπτει από μια προσπάθεια του εγκεφάλου να ερμηνεύσει αυτές τις ομοιότητες και να δημιουργήσει μια αίσθηση αναγνώρισης, ακόμα και αν δεν μπορεί κάποιος να θυμηθεί ακριβώς την αρχική εμπειρία.

Γενικότερα μιλώντας, είναι δύσκολη η πρόκληση déjà vu στο εργαστήριο, καθώς είναι δύσκολο να βρεθούν ερεθίσματα που μπορούν να προκαλέσουν το φαινόμενο- ωστόσο έχουν βρεθεί τρόποι για να «παρακαμφθεί» αυτό το πρόβλημα.

Σε έρευνα που δημοσιεύτηκε το 2012 στο Consciousness and Cognition η Αν Κλίρι, καθηγήτρια γνωστικής ψυχολογίας στο Colorado State University και η ομάδα της χρησιμοποίησαν VR για να διερευνήσουν την υπόθεση πως το déjà vu μπορεί να βιώνεται όταν κάποιος είναι σε ένα περιβάλλον παρόμοιο με άλλα που είχε βιώσει στο παρελθόν, αρκεί να μην το θυμάται. Αυτό αποκαλείται «Gestalt familiarity hypothesis» και βασίζεται στον τρόπο που είναι τοποθετημένα αντικείμενα σε ένα περιβάλλον.

Στο πλαίσιο του πειράματός τους η Κλίρι και η ομάδα της προσπάθησαν να προκαλέσουν déjà vu σε συμμετέχοντες βάζοντάς τους να κινηθούν σε διαφορετικά σκηνικά με ένα VR headset. Κάποια είχαν παρόμοια διαρρύθμιση, κάτι που σημαίνει πως οι τοίχοι και τα έπιπλα ήταν στις ίδιες θέσεις, για παράδειγμα. Οι ερευνητές διαπίστωσαν πως ήταν πιο πιθανό να αναφερθούν εντυπώσεις déjà vu όταν τα άτομα ήταν σε χώρους με παρόμοιο σχεδιασμό με σκηνικά που είχαν δει παλιά μα δεν θυμούνταν συγκεκριμένα.

Μια άλλη θεωρία λέει πως το déjà vu προκύπτει από ένα «χάσμα» στην αίσθηση/ αντίληψη- αποκαλείται «split perception» (θα το αποδίδαμε ως διχασμένη αντίληψη). Αυτό συμβαίνει όταν ο εγκέφαλος επεξεργάζεται τα ίδια σήματα στις αισθήσεις μας δύο φορές, τη μία μετά την άλλη, σε μια συγκεκριμένη στιγμή. Στην αρχική διαδικασία, το σήμα είναι σύντομο και συχνά περνά απαρατήρητο από το συνειδητό. Κατά τη δεύτερη διαδικασία, που ακολουθεί σχεδόν αμέσως, η εντύπωση της οικειότητας δημιουργείται λόγω του πρώτου σήματος.

Το 2016 ο Ακίρα Ο′ Κόνορ, λέκτορας στη σχολή Ψυχολογίας και Νευροεπιστημών του Πανεπιστημίου του Σεντ Άντριους στη Σκωτία παρουσίασε έρευνες οι οποίες υποδείκνυναν πως το φαινόμενο προκαλείται από τον εγκέφαλο ο οποίος διορθώνει λάθη στη μνήμη, όπως είχε γράψει το New Scientist. Ο Ο′ Κόνορ και η ομάδα του χρησιμοποίησαν μια τεχνική σάρωσης εγκεφάλου (fMRI) για να δουν ποια τμήματα του εγκεφάλου είναι ενεργά όταν προκαλείται déjà vu στο εργαστήριο. Τα αποτελέσματα έδειξαν πως δεν ήταν ο ιππόκαμπος που ήταν ενεργός, μα ο έσω προμετωπιαίος φλοιός, μια περιοχή που έχει να κάνει με τη διευθέτηση αντιφάσεων/ αντιπαραθέσεων ανάμεσα σε αυτά που θυμόμαστε πως βιώσαμε και αυτά που όντως βιώσαμε.

Κατά τον Ο′ Κόνορ αυτός ο τομέας του εγκεφάλου στέλνει ένα σήμα όταν λαμβάνει χώρα κάτι τέτοιο, και αυτό ίσως εξηγεί γιατί το déjà vu είναι πιο κοινό στους νέους από τα μεγαλύτερη ηλικίας άτομα. Καθώς ένα άτομο μεγαλώνει, το φαινόμενο δεν είναι τόσο συχνό επειδή «το γενικότερο σύστημα ελέγχου παρακμάζει» είπε σχετικά στο New Scientist, καθιστώντας δυσκολότερη τη διάκριση των ψευδών μνημών.

Γενικότερα μιλώντας, δεν υπάρχει κάποια κοινά αποδεκτή επιστημονική θεωρία ως προς το ποιος είναι ο μηχανισμός πίσω από το déjà vu, και απαιτούνται περισσότερες έρευνες, τόνισε στο Live Science η δρ. Σουσμίτα.

Δημοφιλή