Οι άνθρωποι που βλέπουμε στον δρόμο να είναι ανήμποροι, αυτοί για τους οποίους ακούμε ότι είναι επιβαρυμένοι, άλλοι των οποίων οι ιστορίες μάς κάνουν να λέμε «μα γίνονται αυτά;», «πόσες ατυχίες σε έναν άνθρωπο»;
Κι όμως μετά συνεχίζουμε τη δική μας ζωή που και αυτή έχει τις δυσκολίες της, ακόμα κι αν είναι πολύ καλύτερη και εμείς πολύ πιο προνομιούχοι από τον συνάνθρωπό μας. Είμαστε απαθείς; Δευτερόλεπτα δείχνουμε μια ασφαλή συμπόνοια και μετά ξεχνάμε, ή είναι η ζωή πιο έξυπνη, στην ταχύτητα και την βία της, που εξαναγκαζόμαστε σε αυτή τη συμπεριφορά;
Όλα, μάλλον. Η ζωή συμβαίνει, τρέχει, και ο κάθε άνθρωπος προσπαθεί για το καλύτερο, όπως ο ίδιος το εννοεί. Υπάρχουν όμως και οι εγγενείς παραδοξότητες, οι εμφανείς αποκλίσεις ενός κόσμου που κινείται μεν αλλά με ποικίλες ταχύτητες, όχι ίδιες για όλους, και σίγουρα όχι τέτοιες που να οδηγούν όλους προς τα μπρος. Αντίθετα, σε πάρα πολλές περιπτώσεις η ταχύτητα μεταφράζεται ως μια διαρκώς επιδεινούμενη κατάσταση, μια κατάσταση που κρατάει τους ανθρώπους πίσω, ή στην καλύτερη περίπτωση στάσιμους.
Το πού γεννήθηκε κανείς, αν γαλουχήθηκε σε δημοκρατικές ή μη συνθήκες -οικογενειακές και κοινωνικές-, αν εκεί που μεγαλώνει έχει πρόσβαση σε βασικά αγαθά για την ανθρώπινη ύπαρξη, αν έχει πρόσβαση σε ανθρώπινα θεμελιώδη, είναι καθοριστικό.
Κι όμως, ο άνθρωπος το παλεύει πάντα, ακόμα κι αν σε όλα τα παραπάνω σκοράρει μηδέν. Σκέφτεται, ονειρεύεται, φεύγει, μεταναστεύει, ψάχνει να ζήσει καλύτερα. Και τι άλλο μπορεί να κάνει; Είναι έως ασύλληπτο από τον ανθρώπινο νου ότι ο άνθρωπος μπορεί να κάνει παύση – να παραιτηθεί οποιασδήποτε προσπάθειας να υπάρχει, να βελτιώνεται και να εξελίσσεται. Δεν μπορεί να σταματήσει. Αν σταματούσε άραγε πώς θα ήταν τα πράγματα; Μάλλον δεν θα υπήρχαν πράγματα για να αναρωτιόμαστε. Δεν θα υπήρχε τίποτα. Ούτε αυτό το άρθρο θα γραφόταν, δεν θα υπήρχε αντικείμενο προβληματισμού, δεν θα υπήρχε ανάγκη νοηματοδότησης μιας ανύπαρκτης ζωής.
Τί γίνονται λοιπόν όλοι αυτοί οι άνθρωποι σε έναν κόσμο που τρέχει με ιλιγγιώδεις ταχύτητες και σε μια εποχή που φαίνεται να μην αποδέχεται την ησυχία, τον υγιή προβληματισμό, την προσοχή, τη συγκέντρωση, την προσήλωση και σχεδόν απαιτεί να είμαστε κυρίως χαρούμενοι, ευχαριστημένοι και να το δείχνουμε;
Οι συνάνθρωποί μας που βρίσκονται σε ανάγκη μένουν πίσω από αυτόν τον κόσμο και την εποχή του. Φαίνεται σαν να μην είναι μέρος τους, αλλά είναι, και μάλιστα σημαντικό. Και είναι ενδεικτικό ότι η αύξηση του αριθμού των ανθρώπων που βρίσκονται σε ευάλωτη θέση είναι πολύ μεγάλη και αντιστρόφως ανάλογη με την υστερική ένταση του κλίματος ευφορίας που επιζητείται κοινωνικά.
Και εδώ έρχεται πάλι ο άνθρωπος. Αυτός που είναι σε πλεονεκτικότερη θέση από τον άλλον αλλά νοιάζεται.
Ίσως χρέος του ενός προς τον άλλον είναι να μεριμνούμε να μην μένει κανείς πίσω. Γιατί η θέση που βρισκόμαστε και στεκόμαστε στον κόσμο δεν είναι σταθερή και δεδομένη. Γι’ αυτό το νοιάξιμο και η έμπρακτη αλληλεγγύη προς τον συνάνθρωπο είναι ο σωστότερος δρόμος, η κεντρική λεωφόρος για να μεταφερόμαστε από το ατομικό στο συλλογικό, από τον μικρό μας κόσμο στον μεγάλο, σε αυτόν που τους συμπεριλαμβάνει όλους, τους νοιάζεται, τους αποδέχεται, στέκεται δίπλα τους. Αυτός είναι και ο κόσμος της επονομαζόμενης Κοινωνίας των Πολιτών – κάποιοι άνθρωποι που με την πρωτοβουλία τους έφτιαξαν ομάδες και οργανωμένες κοινότητες, για να συμπαρασταθούν στους ευρισκόμενους σε ανάγκη συνανθρώπους τους.
Τα παραπάνω, ενδεχομένως ουτοπικά θα έλεγε κάποιος (αλλά και γιατί όχι τελικά;!), κινούν τα νήματα και το έργο του SolidarityNow, που βρήκε τον τρόπο να τα κάνει απτά μέσα από τα Κέντρα Αλληλεγγύης που δημιούργησε μερικά χρόνια πριν, ακριβώς για αυτό. Για να σταθεί δίπλα στους ανθρώπους και στις ανάγκες τους, να τους ακούσει, να τους δώσει φωνή, ελπίδα, προοπτική, λύσεις. Να μην μένει κανείς πίσω.
Το έργο των Κέντρων είναι τεράστιο σε σχέση με τα χρόνια λειτουργίας τους. Χρόνια ομολογουμένως δύσκολα για την Ελλάδα και τον κόσμο ολόκληρο, αλλά και πάλι το έργο είναι εξαιρετικά σημαντικό. Και όπως πίσω από το έργο κάθε σημαντικής οργάνωσης της Κοινωνίας των Πολιτών δεν υπάρχουν μόνο οι εντυπωσιακοί αριθμοί, έτσι και στο SolidarityNow εντυπωσιακές είναι οι ζωές των συνανθρώπων μας που αλλάζουν.
Και τώρα που γράφεται αυτό το άρθρο στο Κέντρο Αλληλεγγύης της Αθήνας, βρίσκουμε τους φακέλους του τελευταίου 20ημέρου της Κοινωνικής Υπηρεσίας, και διαβάζουμε τις ιστορίες επτά ανθρώπων και αυτά που σε κάνουν να αναρωτιέσαι «πόσες ατυχίες πια». Κι όμως στην ενότητα αποτελέσματα των ιστοριών τα πράγματα είναι ελπιδοφόρα και για τους επτά ανθρώπους! Η ζωή τους άλλαξε μέσα στο Κέντρο, βρήκαν τη συμπαράσταση που είχαν ανάγκη, «δεν έμειναν πίσω».
Έλληνες, μετανάστες, πρόσφυγες υποστηρίχθηκαν και τα καταφέρνουν! Η ζωή τους φαίνεται να μην τελματώνει, τα εμπόδια φαίνεται να μην τους ακινητοποιούν, αλλά να αποτελούν μια νέα αρχή.
Ίσως τελικά κάτι μπορεί να γίνει για όλους τους ανθρώπους που βρίσκονται σε ανάγκη, αν εργαστούμε και ενδιαφερθούμε για αυτό. Κι αυτό ίσως επειδή όλοι χρειαζόμαστε το ενδιαφέρον των άλλων, ιδίως σε μια δύσκολη στιγμή μας. Ας μη μένει κανείς πίσω λοιπόν, ας βρούμε τους κοινούς τόπους μας, που είναι πολύ περισσότεροι από τους διαφορετικούς. Ας προσπαθήσουμε.