Στην «πρώτη γραμμή του μετώπου» των εξοπλιστικών προγραμμάτων των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων αυτή τη στιγμή βρίσκονται στο επίκεντρο τα F-35, οι φρεγάτες FDI (με το ενδεχόμενο προμήθειας μιας τέταρτης φρεγάτας της κλάσης να «παίζεται») και το πρόγραμμα των Constellation- ωστόσο «κάτω από τα κύματα», κυριολεκτικά και μεταφορικά, υπάρχει άλλο ένα το οποίο πλησιάζει: Ο λόγος για τον στόλο υποβρυχίων του Πολεμικού Ναυτικού. Αν και το θέμα των τορπιλών βαρέως τύπου φαίνεται να έχει (επιτέλους) διευθετηθεί, το ζήτημα που πλησιάζει «πρόσω ολοταχώς» δεν είναι άλλο από αυτό των «πλωρών», καθώς, όπως και στον στόλο επιφανείας, μέρος του στόλου των Υ/Β είναι γερασμένο και χρήζει αντικατάστασης.
Η παρούσα σύνθεση του στόλου υποβρυχίων
Ο σημερινός στόλος υποβρυχίων του Πολεμικού Ναυτικού απαρτίζεται από συνολικά 10 μονάδες: Τα 4 υποβρύχια τύπου «Παπανικολής» (Type 214), τα 3 τύπου «Ποσειδών» (Type 209/1200), τα 2 τύπου «Γλαύκος» (Type 209/1100), και το 1 τύπου «Ωκεανός» (Type 209/1200 εκσυγχρονισμένο).
«Παπανικολής»
H «αιχμή του δόρατος» του στόλου των υποβρυχίων του ΠΝ: Πρόκειται για τις πλέον σύγχρονες μονάδες του στόλου, και συγκαταλέγονται μεταξύ των πιο σύγχρονων συμβατικών υποβρυχίων παγκοσμίως. Περιλαμβάνει τα «Παπανικολής», «Πιπίνος», «Ματρώζος» και «Κατσώνης». Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό τους είναι το σύστημα αναερόβιας πρόωσης (ΑΙΡ) που επιτρέπει παραμονή σε κατάδυση για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Το πρώτο («Παπανικολής») ναυπηγήθηκε στο Κίελο της Γερμανίας και έφτασε στην Ελλάδα το 2010. Τα υπόλοιπα ναυπηγήθηκαν στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά και εντάχθηκαν σε υπηρεσία μετά από διάφορες «περιπέτειες» (μεταξύ των οποίων και το γνωστό θέμα των «υποβρυχίων που έγερναν»- τα προβλήματα λύθηκαν όλα) στα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας. Είναι ό,τι πιο σύγχρονο διαθέτει ο υποβρύχιος στόλος του ΠΝ, αποτελώντας σημαντικό πολλαπλασιαστή ισχύος, και έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην κρίση του «Όρουτς Ρέις» το 2020 στο Αιγαίο με την Τουρκία, δεδομένου ότι το τουρκικό ναυτικό δεν διαθέτει «απάντηση» σε αυτά (ωστόσο η γείτονας ναυπηγεί μονάδες αυτού του τύπου).
«Ωκεανός»
Περιλαμβάνει μόνο ένα υποβρύχιο, το ομώνυμο «Ωκεανός». Είναι το δεύτερο από τα τέσσερα της κλάσης «Ποσειδών» (Type 209/1200), και είχε κατασκευαστεί και αυτό στο Κίελο της Γερμανίας. Στη δύναμη του ελληνικού στόλου εντάχθηκε το 1980, ωστόσο παρά τη μεγάλη του ηλικία ανήκει στις 5 (μαζί με τα 4 Type 214 της κλάσης «Παπανικολής») πιο ικανές μονάδες του στόλου υποβρυχίων, καθώς εντάχθηκε στο πρόγραμμα εκσυγχρονισμού μέσης ζωής Neptune II, που έγινε στα ναυπηγεία Σκαραμαγκά και ολοκληρώθηκε κατά την ίδια χρονική περίοδο με την ολοκλήρωση των τριών Type 214 (το 2014). Το πρόγραμμα περιελάμβανε εκσυγχρονισμό ηλεκτρονικών αισθητήρων και εγκατάσταση συστήματος αναερόβιας πρόωσης, όπως στα Type 214.
«Γλαύκος»
Τα δύο υποβρύχια («Νηρεύς», «Τρίτων») της κλάσης «Γλαύκος» (Type 209-1100) ναυπηγήθηκαν επίσης στη Γερμανία και εντάχθηκαν σε υπηρεσία τη δεκαετία του 1970. Εκσυγχρονίστηκαν μέσα στο διάστημα 1991-2000, στο πλαίσιο του προγράμματος Neptune Ι.
«Ποσειδών»
Τα «Ποσειδών», «Αμφιτρίτη», «Πόντος» (Type 209/1200) είναι τα άλλα τρία υποβρύχια από τα οποία αποτελείται η δύναμη του υποβρύχιου στόλου. Ναυπηγήθηκαν στη Γερμανία και εντάχθηκαν σε υπηρεσία στο ΠΝ στα τέλη της δεκαετίας του 1970- αρχές δεκαετίας 1980. Οι αρχικοί σχεδιασμοί προέβλεπαν εκσυγχρονισμό τους στο πλαίσιο του προγράμματος Neptune II όπως και ο «Ωκεανός», ωστόσο αυτό δεν συνέβη.
Τα σημερινά δεδομένα
Συνοψίζοντας, ο ελληνικός στόλος υποβρυχίων περιλαμβάνει 4 σύγχρονες μονάδες (κλάση Type 214- «Παπανικολής»), οι οποίες πρέπει ωστόσο μέσα στα επόμενα χρόνια να περάσουν εκσυγχρονισμό μέσης ζωής, 1 μονάδα («Ωκεανός») εκσυγχρονισμένη μεν, που ωστόσο λόγω ηλικίας δεν μπορεί να θεωρηθεί ακριβώς εφάμιλλη/ αντίστοιχη των Type 214 και (επίσης λόγω ηλικίας) δεν έχει περιθώριο άλλου εκσυγχρονισμού δε, και άλλες 5 «ηλικιωμένες» μονάδες οι οποίες βρίσκονται περί το τέλος της επιχειρησιακής τους ζωής. Αυτό σημαίνει πως, για να διατηρηθεί/ αναβαθμιστεί η ισχύς του στόλου υποβρυχίων, σύμφωνα με στρατιωτικές πηγές, είναι επιτακτική η ανάγκη να αποκτηθούν 4 νέα σκάφη μέσα στα επόμενα χρόνια (δεδομένου ότι τα 5 παλιά Type 209/1100 και 209/1200 πρέπει να αντικατασταθούν, με τον αναβαθμισμένο «Ωκεανό» να «φεύγει» τελευταίος από την «παλιά γενιά»).
Η προμήθεια υποβρυχίων έχει κάποιες ιδιαιτερότητες σε σχέση με την προμήθεια σκαφών επιφανείας: Για αρχή, το κόστος για ένα νέο υποβρύχιο θεωρείται πως θα είναι αντίστοιχο αυτού μιας νέας φρεγάτας FDI, που κινείται γύρω στο 1 δισ. ευρώ ανά μονάδα- κάτι που σημαίνει ότι το συνολικό ύψος του προγράμματος θα είναι αντίστοιχο αυτού του προγράμματος των FDI.
Όσον αφορά στον χρόνο ναυπήγησης, τη στιγμή που για τις εν λόγω φρεγάτες κινείται γύρω στα 3 χρόνια για την πρώτη μονάδα, για τα υποβρύχια είναι μεγαλύτερο (γύρω στα 4-5 χρόνια για την πρώτη μονάδα). Επίσης, ιδιαίτερα σημαντικό όσον αφορά στο ευρύτερο πλαίσιο της διατήρησης της μαχητικής ισχύος του στόλου είναι το ότι για τις μονάδες επιφανείας υπάρχει «στο τραπέζι» η προοπτική και έννοια της «ενδιάμεσης λύσης», με απόκτηση μεταχειρισμένων σκαφών (αν και, όπως έχει προκύψει από το θέμα των μεταχειρισμένων αμερικανικών LCS, σίγουρα η εύρεση και απόκτηση αξιόπιστων μεταχειρισμένων πολεμικών είναι μια περίπλοκη υπόθεση)- αυτό δεν ισχύει για τα υποβρύχια, καθώς αφ‘ενός μιλάμε για σκάφη φύσει πιο «δύσκολα» και απαιτητικά από άποψης ασφαλείας σε σχέση με τις μονάδες επιφανείας, αφ’ετέρου η «αγορά μεταχειρισμένων» στα υποβρύχια (εκτός κάποιας νέας εξέλιξης) είναι πρακτικά ανύπαρκτη: Τα προηγούμενα χρόνια είχαν υπάρξει αναφορές περί αναζήτησης μεταχειρισμένων υποβρυχίων, ωστόσο στο θέμα δεν φάνηκαν να υπάρχουν εξελίξεις.
Δεδομένου ότι αυτή τη στιγμή προτεραιότητες του ΠΝ είναι το πρόγραμμα των FDI, ο εκσυγχρονισμός των τεσσάρων φρεγατών ΜΕΚΟ και το πρόγραμμα των Constellation, η ανανέωση/ ενίσχυση του στόλου των υποβρυχίων φαίνεται πως «πάει πίσω»: Ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, Νίκος Δένδιας, σε συνέντευξή του στα τέλη του Ιουνίου, είχε πει πως «εκκινεί η μελέτη απόκτησης σε βάθος χρόνου νέων υποβρυχίων». Επίσης, έχουν υπάρξει τους τελευταίους μήνες και αναφορές σε ανάπτυξη μικρών μη επανδρωμένων υποβρυχίων σκαφών για την Ελλάδα, κάτι που θα αποτελούσε μεγάλο «στοίχημα» για τον πολλαπλασιασμό της ισχύος του ΠΝ κάτω από τα κύματα των ελληνικών θαλασσών.