Ακούγοντας τον Δημήτρη Νανόπουλο σε μια ομιλία που έγινε τον Ιανουάριο στο Φυσικό Τμήμα του Καποδιστριακού Πανεπιστήμιου να αναφέρεται στο Μπρονξ της Νέας Υόρκης, οι εικόνες που μου ήρθαν στο νου ήταν αυτές μιας κακόφημης συνοικίας από τις ταινίες «Ιστορίες του Μπρονξ» και «Σέρπικο».
Οπότε, ήταν έκπληξη για όλη την αίθουσα, όταν ο Δ. Νανόπουλος ανέφερε ότι εκεί βρίσκεται το Bronx High School of Science, το οποίο ιδρύθηκε το 1938 και είναι ένα από τα 9 ειδικά σχολεία στη Νέα Υόρκη που προσφέρει στους μαθητές όλα τα απαραίτητα εφόδια ώστε να εξειδικευτούν σε επιστημονικούς τομείς. Θα λέγαμε ότι το πείραμα είναι πετυχημένο, καθώς 8 μαθητές του σχολείου έχουν τιμηθεί με το βραβείο Νόμπελ, μια μοναδική επιτυχία μεταξύ όλων των σχολείων στις ΗΠΑ.
Πρόσφατα, η κυβέρνηση Ομπάμα ζήτησε ένα κονδύλι 4 δισεκατομμυρίων δολαρίων για να ενισχύσει την εκπαίδευση στην επιστήμη των υπολογιστών σε όλους τους μαθητές μέχρι 12 ετών. Σύμφωνα με τη Στατιστική Υπηρεσία των ΗΠΑ μέχρι το 2020, η χώρα θα έχει ανάγκη 1 εκατομμυρίου θέσεων εργασίας στον τομέα της επιστήμης των υπολογιστών.
Με αυτά τα ερεθίσματα εύκολα ο νους ενεργοποιεί συγκρίσεις με την ελληνική πραγματικότητα. Με ένα απογοητευτικό 0.8% του προϋπολογισμού για έρευνα και ανάπτυξη, συμπεριλαμβανομένων ιδιωτικών επενδύσεων, η κυβέρνηση δίνει το στίγμα της όσον αφορά το ενδιαφέρον για την ανάπτυξη της επιστημονικής γνώσης. Η ιδιωτική πρωτοβουλία κάνει φιλότιμες προσπάθειες να καλύψει το κενό και τα τελευταία χρόνια είναι αλήθεια ότι έχουν προκύψει ενδιαφέρουσες δράσεις, αλλά δεν είναι δυνατό, ενέργειες που γίνονται από μία έως ελάχιστες φορές το χρόνο να αναπληρώσουν το κενό που αφήνει μια μεθοδική και συνεχής εκπαίδευση.
Και ενώ η φυγή επιστημόνων από τη χώρα συνεχίζεται, ίσως θα έπρεπε να αναρωτηθούμε μήπως στο σύντομο μέλλον δεν θα έχουμε επιστήμονες ούτε για εξαγωγή.
Το θέμα δεν είναι πλέον να διερευνήσουμε ποια είναι η σύνθεση του επιστημονικού δυναμικού που χρειάζεται η χώρα, καθώς αν η διαμόρφωση των μισθών συνεχιστεί με την καθοδική πορεία που ακολουθεί τα τελευταία χρόνια, πρακτικά δεν υπάρχει κανένας λόγος, ένας επιστήμονας να μείνει στην Ελλάδα. Το οικογενειακό μοντέλο που λειτουργούσε μέχρι σήμερα ως συνδετική ουσία, είναι πολύ πιθανό ότι θα ατονήσει μπροστά στην ουσιαστική ανάγκη επιβίωσης. Επομένως, όσο και αν ακούγεται δυσάρεστο, ίσως χρειάζεται να προβλέψουμε ποιες θα είναι οι ανάγκες άλλων χωρών σε επιστήμονες.
Παραδείγματα, όπως αυτό της συνεργασίας του Anatolia College στη Θεσσαλονίκη με το Πανεπιστήμιο John Hopkins, φαίνεται να κινούνται προς αυτήν την κατεύθυνση. Η συγκεκριμένη συνεργασία με τη βοήθεια του Ιδρύματος Νιάρχου, δίνει τη δυνατότητα σε μαθητές πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης να συμμετέχουν με υποτροφία σε ένα πρόγραμμα εκπαίδευσης που εστιάζει στην επιστημονική γνώση.
Όπως είχε πει και ο Bill Gates σε μια ομιλία του προς μαθητές ενός δημοτικού σχολείου στην Αφρική, «Η ζωή δεν είναι δίκαιη». Οι μαθητές της δημόσιας και ιδιωτικής εκπαίδευσης δεν έχουν τις ίδιες ευκαιρίες και το χάσμα αυτό αναμένεται να μεγαλώσει.
Υπάρχουν όμως τρόποι για να ισορροπήσει σε ένα πιο αποδεκτό ύψος η ζυγαριά. Ο εθελοντισμός αν και η εφαρμογή του χρειάζεται προσοχή, θα μπορούσε να δώσει κάποιες λύσεις. Σπουδαστές που θεωρούν ότι κατέχουν ένα επιστημονικό πεδίο ή πτυχιούχοι ερευνητές, θα μπορούσαν να διαθέτουν ένα κομμάτι του χρόνου τους για να διαχέουν την επιστημονική γνώση στα σχολεία.
Καθηγητές και δάσκαλοι που έχουν όρεξη να αξιοποιήσουν τους σπόρους αυτών των δράσεων, θα μπορούσαν να βοηθήσουν στα επόμενα βήματα, ωθώντας τους μαθητές σε πιο μεθοδικές δράσεις, όπως διαγωνισμοί και σεμινάρια.
Το αναμενόμενο είναι ότι μέσα από μια τέτοια σταδιακή διαδικασία, κάποιοι από τους μαθητές θα δείξουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον σε διαφορετικούς τομείς και θα δημιουργήσουν τον πυρήνα ομάδων, οι οποίες στη συνέχεια θα χρειαστούν την καθοδήγηση των δασκάλων και των καθηγητών για να εξελιχθούν και ενδεχομένως να καταλήξουν σε μια επιλογή όσον αφορά το εργασιακό τους μέλλον.
Με φορολογία που σε κάποιες περιπτώσεις φτάνει μέχρι και το 60% δεν είναι εύκολο να αποδεχτούμε ότι το κράτος δεν καταφέρνει να επιτελεί το έργο του. Ωστόσο, ανάμεσα στην επιλογή μιας μοιρολατρικής στάσης που περιμένουμε από το κράτος να μας σώσει και αυτή που κάνουμε κάτι για να σωθούμε, νομίζω ότι η δεύτερη μπορεί να δώσει ένα καλύτερο αποτέλεσμα.