Οπως όλες οι σπουδαίες ιδέες, ήταν πολύ απλή και μάλιστα όχι πρωτότυπη, για να είμαστε ειλικρινείς. Μια εξαίρετη νέα ερμηνεύτρια, πιθανόν η σημαντικότερη της γενεάς της, με τη συνοδεία αποκλειστικά ενός εξαίρετου πιανίστα, συνθέτη και ενορχηστρωτή, μόνοι οι δύο τους στη σκηνή. Αναμενόμενα για το ρεπερτόριο της πρώτης αλλά και απρόβλεπτα τραγούδια, σε απρόβλεπτες ερμηνείες με επίσης συχνά απρόβλεπτη συνοδεία. Ο κόσμος αγάπησε αυτό το πρόγραμμα από την στιγμή που ξεκίνησε στην μουσική σκηνή «Σφίγγα» και το ίδιο και στη συνέχεια, σε αρκετές πόλεις της Ελλάδας αλλά και στην Κύπρο. Επιστρέφοντας στην Αθήνα η Ρίτα Αντωνοπούλου και ο Θοδωρής Οικονόμου το επαναλαμβάνουν για δύο τελευταίες προς το παρόν φορές, την Παρασκευή 15 και το Σάββατο 16 Μαρτίου, στο ιστορικό κτίριο του Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσός. Οι συναυλίες αυτές έχουν μιαν ιδιαιτερότητα σε σχέση με τις προηγούμενες, θα ηχογραφηθούν για να κυκλοφορήσουν στη συνέχεια σε δίσκο. Είναι λοιπόν η πιο κατάλληλη στιγμή για να συζητήσω με την Ρίτα Αντωνοπούλου τα «γιατί» και «πώς» αυτής της τόσο επιτυχημένης σύμπραξης η οποία είχε τόση μεγάλη ανταπόκριση στο κοινό.
Το σχήμα φωνή με συνοδεία μόνον πιάνου ξεκίνησε μεν από την κλασική μουσική αλλά είναι από τα πλέον συνηθισμένα στα περισσότερα ιδιώματα πλην της παραδοσιακής μουσικής εδώ και αιώνες πια. Ποιες είναι οι ιδιαιτερότητες του, ποια θεωρείς ότι είναι τα πλεονεκτήματα του αλλά και ποιες είναι οι προκλήσεις, ίσως και οι δυσκολίες του;
Σε αυτό το σχήμα είσαι γυμνός, τόσο ο ερμηνευτής όσο και ο πιανίστας. Ταυτόχρονα όμως, αν δεν φοβάσαι τη γύμνια σου, είναι απολύτως απελευθερωτικό. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, καθώς πρόκειται για τον Θοδωρή Οικονόμου, έχουμε έναν υπερταλαντούχο μουσικό και συνθέτη ο οποίος απλά, με τον μοναδικό του τρόπο, είναι σαν να με παίρνει από το χέρι και να ταξιδεύουμε.
Ποιες είναι οι ισορροπίες στο συγκεκριμένο σχήμα; Καθένας αντίστοιχα βασίζεται στον άλλο σε μεγαλύτερο, μικρότερο ή ίσο βαθμό;
Εγώ αφήνομαι εκεί που χρειάζεται και οδηγώ επίσης εκεί που χρειάζεται και εκείνος κάνει το αντίστοιχο. Για εμένα η συνεργασία αυτή έχει μαγεία, είναι μια «πάλη» πάνω στη σκηνή με απόλυτη ισοτιμία και με κοινό στόχο. Ο στόχος είναι το χάσιμο μέσα στην μουσική!
Θα μπορούσες να κάνεις το ίδιο πρόγραμμα με έναν/μία άλλο σολίστ αντί του Θοδωρή Οικονόμου; Ή διαφορετικά, τι σε έκανε να επιλέξεις εκείνον εκτός φυσικά από την δεξιοτεχνία του;
Όχι, δεν θα μπορούσα και το λέω με κάθε επίγνωση. Ο Θοδωρής είναι μοναδικός ακριβώς επειδή δεν έχει να επιδείξει μόνο τη δεξιοτεχνία του αλλά και τη βαθιά καλλιτεχνική του φύση, τη δημιουργικότητά του και την ψυχή του σε κάθε νότα που παίζει. Δεν συναντάς εύκολα τέτοιο συνδυασμό.
Με ποιο κριτήριο επέλεξες όσα από τα τραγούδια που ερμηνεύεις δεν ανήκουν στο ρεπερτόριο σου; Το πρόγραμμα παρέμεινε το ίδιο έτσι όπως είχε παρουσιαστεί για πρώτη φορά στη «Σφίγγα» ή στην πορεία υπήρξαν αλλαγές/προσθήκες;
Υπήρξαν κάποιες πολύ μικρές αλλαγές, πολύ μικρές γιατί όταν κάτι δείχνει από την αρχή την επιτυχία του δεν το πειράζεις. Για εμένα κάθε μουσική παράσταση έχει ένα εσωτερικό νήμα που συνδέει τα τραγούδια τα οποία επιλέγω και τα συνδυάζει ακόμα και αν πρόκειται για ετερόκλητα ιδιώματα. Είναι όλα τραγούδια που κάτι λένε στη σειρά που βρίσκονται στο πρόγραμμα.
Τα τραγούδια των Αγγελάκα και Παυλίδη δείχνουν μιαν αγάπη σου στο ροκ που δεν είχε φανεί μέχρι τώρα ή απλώς σου αρέσουν τα συγκεκριμένα;
Όχι, πάντα άκουγα ροκ μα κυρίως ξένο ομολογώ. Οι Τρύπες και Ξύλινα Σπαθιά είναι τα αγαπημένα μου ελληνικά συγκροτήματα. Τα τραγούδια τους που έχω επιλέξει και τελικά κλέβουν την παράσταση, τα «Σιγά Μην Κλάψω» και «Ο Κηπουρός», των Αγγελάκα και Παυλίδη αντίστοιχα, είχα σκεφτεί καιρό πριν ότι θέλω οπωσδήποτε να τα ερμηνεύσω και έψαχνα να βρω τον χώρο τους μέσα σε αυτό που ήθελα να κάνω.
Είναι μια καλή ευκαιρία να σε ρωτήσω πόσο εύκολα μπορείς να ταυτιστείς με τραγούδια που δεν έχουν απλά ερμηνευτεί για πρώτη φορά αλλά και έχουν γραφτεί για άνδρα, συγκεκριμένο ή μη τραγουδιστή.
Δεν με δυσκολεύει καθόλου, ίσως επειδή από την αρχή της πορείας μου και τραγουδώντας, δίπλα στον Θάνο Μικρούτσικο, Καββαδία μπήκα κατευθείαν στα βαθιά αυτής της λογικής χωρίς να το πολυαναλύσω. Έτσι και αλλιώς για εμένα το μόνο που έχει σημασία είναι να σκιρτάει κάτι μέσα μου. Τώρα αν είναι για άντρα ή γυναίκα, ελληνικό ή μη, πρώτη εκτέλεση ή όχι δεν με αφορά πολύ.
Τι σας έκανε να αποφασίσετε να ηχογραφήσετε και να κυκλοφορήσετε στη συνέχεια αυτό το πρόγραμμα, κάτι που κάθε άλλο παρά είναι κανόνας για τις ζωντανές παραστάσεις; Και γιατί επιλέξατε για αυτό τον ΦΣΠ και όχι οποιονδήποτε άλλο χώρο;
Ομολογώ ότι η ιδέα ξεκίνησε από τον κόσμο που ήρθε στην παράσταση και στο τέλος μας ζητούσαν κάτι ηχογραφημένο για την θυμούνται, συνέβαινε συνέχεια οπότε κάποια στιγμή είπα ότι πρέπει να γίνει. Για εμένα είναι πολύ σημαντική στιγμή γιατί αυτή η παράσταση είναι ένας μεγάλος σταθμός στην πορεία μου και ήθελα πολύ να μπορεί να ακουστεί και από άλλους/ες μελλοντικά. Ο τρόπος είναι αυτή η καταγραφή και επιλέγουμε το βινύλιο γιατί αυτό αξίζει στην ατμόσφαιρά της. Η αίθουσα του Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσού, για όσους δεν την γνωρίζουν, είναι ένας εκπληκτικός χώρος που ανάλογος του δεν υπάρχει στην Αθήνα εκτός από αίθουσες του Μεγάρου Μουσικής. Σκεφτήκαμε λοιπόν ότι σε αυτόν τον χώρο η παράσταση θα βρισκόταν στο φυσικό της τόπο. Voilα λοιπόν, για δύο βράδια θα βρισκόμαστε εκεί για να κάνω το όνειρό μου πραγματικότητα! Σας περιμένουμε όλους!
Ο παρτενέρ της στη σκηνή σε αυτή την αληθινή μέθεξη ουσιαστικής μουσικής ψυχαγωγίας (και όχι απλά διασκέδασης!) Θοδωρής Οικονόμου καταθέτει την δική του πλευρά της «ιστορίας».
Παρότι βέβαια είναι μια από τις πιο συνηθισμένες, συχνές έστω, δραστηριότητες για έναν σολίστ ποιες είναι οι ιδιαιτερότητες του σχήματος φωνή – πιάνο; Ποιες είναι οι μεγαλύτερες απαιτήσεις του για τον πιανίστα;
Καταρχήν οι περισσότεροι συνθέτες της κεντρικής Ευρώπης, ήδη από την κλασική περίοδο, έγραφαν τραγούδια με αυτή την φόρμα. Το πιάνο, ως πολυφωνικό όργανο και με πλούσιο εύρος συχνοτήτων, ίσως να είναι το πλέον ιδανικό για να συνοδεύσει έναν ερμηνευτή σε ένα ρεσιτάλ υψηλών προδιαγραφών και απαιτήσεων. Η προσωπικότητα των ερμηνευτών είναι κατά την γνώμη μου το στοιχείο που κάνει την διαφορά.
Θα μπορούσες να κάνεις το ίδιο ακριβώς πρόγραμμα, εννοώ με τα ίδια τραγούδια, με οποιαδήποτε/οποιονδήποτε άλλη/ον εκτός από την Ρίτα;
Μα και να μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο θα ήταν εντελώς διαφορετικό το αποτέλεσμα! Μια συναυλία, πόσο μάλλον μία επιτυχημένη συναυλία, χρειάζεται πολλά περισσότερα από μια επιλογή είκοσι – είκοσι πέντε τραγουδιών και όσα θα μπορούσε να γράφει μία παρτιτούρα. Η σχέση με τον «συνομιλητή» σου την ώρα που σμιλεύετε ένα κοινό μουσικό σύμπαν έχει να κάνει με πολύ λεπτές και ειδικές αισθήσεις οι οποίες δίνουν χρώμα και δύναμη στην κάθε στιγμή.
Καθώς δεν είσαι μόνον βιρτουόζος πιανίστας αλλά και συνθέτης και ενορχηστρωτής μπορείς ίσως να διακρίνεις καλύτερα και από την Ρίτα τι έκανε αυτό το πρόγραμμα σας τόσο επιτυχημένο και με τόση απήχηση όσο ελάχιστα ανάλογα. Με άλλα λόγια, σε τι νομίζεις ότι οφείλεται η τόσο καλή χημεία σας στη σκηνή η οποία πέρασε και με το παραπάνω στον κόσμο;
Με την Ρίτα, την οποία εκτιμώ πολύ και ως ερμηνεύτρια αλλά και για την αφοσίωσή της στο ελληνικό τραγούδι σε μια πολύ δύσκολη για αυτό εποχή, αποφασίσαμε να εκτεθούμε στο κοινό με ένα πρόγραμμα ιδιαίτερων απαιτήσεων. Παρουσιάζουμε τραγούδια που αγαπούμε πολύ, τραγούδια κλασικά πλέον, τα οποία με σεβασμό στους δημιουργούς τους τα «αναγεννάμε» επί σκηνής. Σε κάθε συναυλία το κάθε τραγούδι «μυρίζει» διαφορετικά, κάνουμε κάτι πολύ δημιουργικό και αυτό νομίζω ότι είναι που εκτίμησε περισσότερο ο κόσμος.
Συμμετείχες και εσύ στη διαμόρφωση του προγράμματος ή οι επιλογές των τραγουδιών ήταν αποκλειστικά δικές της;
Σαφώς και συμμετείχα, ένα πρόγραμμα αυτής της φύσης δεν μπορεί παρά να συνδιαμορφώνεται και από τους δύο συντελεστές του.
Μέλημα σου ήταν απλά να την συνοδεύσεις όσο το δυνατόν καλύτερα ή και να δημιουργήσεις ένα ολόκληρο μουσικό πλαίσιο, νέο ίσως στον μεγαλύτερο βαθμό, ανάλογο με αυτό που δημιουργεί ερμηνευτικά εκείνη, ιδιαίτερα βέβαια στα τραγούδια που δεν ανήκουν στο δικό της ρεπερτόριο;
Δεν μπορώ πλέον να κάνω οτιδήποτε που δεν μου είναι ευχάριστο και στο οποίο να μην νιώθω δημιουργικός. Αναζητώ την πρόκληση και προσπαθώ να είμαι παρών όσο πιο πολύ μπορώ σε κάθε μουσική δραστηριότητα μου, είτε είναι μια προσωπική αυτοσχεδιαστική εμφάνιση μου είτε η επένδυση μίας ταινίας ή ενός θεατρικό έργου στα οποία θα με τιμήσουν με το να με επιλέξουν ως μέλος της ομάδας. Με την Ρίτα καταφέραμε να ακούσουμε σωστά ο ένας τον άλλον και αυτό δίνει χώρο στην σκηνή στον καθένα μας και μία ελευθερία πολύ ελκυστική μα και ενδιαφέρουσα.
Πέραν του γεγονότος ότι θα ηχογραφηθούν υπάρχει κάτι που διαφοροποιεί τις δύο παραστάσεις στον Παρνασσό από όλες τις προηγούμενες σας;
Όπως προανέφερα κάθε μία συναυλία είναι μοναδική και πολύ διαφορετική από τις υπόλοιπες ακόμα και αν το ρεπερτόριο είναι ακριβώς το ίδιο οπότε και εγώ ο ίδιος περιμένω να ανακαλύψω πώς θα λειτουργήσουν αυτές οι δύο. Δεν κρύβω ότι ο χώρος παίζει πολύ μεγάλο ρόλο στην διάθεσή μου όπως και το συγκεκριμένο πιάνο στο οποίο παίζω. Νιώθω τυχερός κάθε φορά που εμφανίζομαι στον χώρο του ΦΣΠ και για αυτόν άλλωστε τον λόγο επιλέξαμε να πραγματοποιήσουμε εκεί την ηχογράφηση του προγράμματος μας.
Όσοι και όσες λοιπόν παρακολουθήσουν αυτές τις δυο συναυλίες θα είναι παρόντες/ούσες σε ένα μουσικό ντοκουμέντο που κάτι μου λέει ότι θα ακουστεί μα και θα συζητηθεί πολύ στο μέλλον...