Η περίπτωση του Βασίλη Δημάκη απασχόλησε την κοινή γνώμη και ως συνήθως με περισσή ευκολία άπαντες διαλέξαμε στρατόπεδα. «Δικαιωματιστές» εναντίον «κρατούντων» ήταν τα κυρίαρχα, ενώ δεν έλλειψαν και οι επιμέρους κομματικοί ή άλλοι στρατοί. Άλλωστε, η συγκεκριμένη περίπτωση έδινε τη δυνατότητα να εκφραστούν περισσότερες της μιας απόψεις. Ωστόσο, από τον τρόπο έκφρασης εκάστης ήταν αρκετά εύκολο να αντιληφθείς απώτερα κίνητρα και ιδεοληψίες που υπαγόρευσαν τις τελικές επιλογές των αρμοδίων.
Έτσι, λοιπόν, το εάν ο Δημάκης διέπραξε ληστείες με καλάσνικοφ ή … νεροπίστολο ουδόλως θα έπρεπε να απασχολεί είτε τα μέσα ενημέρωσης είτε τη Γενική Γραμματέα Αντεγκληματικής Πολιτικής. Το ζήτημα απασχόλησε τη μόνην αρμόδια, ελληνική δικαιοσύνη και αυτή απεφάνθη. Κάθειρξη 40 ετών! Συνεπώς, αυτό που θα περίμενες από όσους είναι υπεύθυνοι για τις φυλακές της χώρας ήταν κάτι διαφορετικό. Να μπορέσουν να δικαιολογήσουν το ρόλο που τους έταξε η πολιτεία. Και τούτος δεν είναι η συνεκτίμηση της επιβληθείσας ποινής αλλά η δυνατότητα σωφρονισμού του εγκληματία με παράλληλη διαφύλαξη των δικαιωμάτων που έχει ο τελευταίος. Ναι έχει δικαιώματα. Η πολιτεία του στέρησε την ελευθερία του, όχι το δικαίωμα στην προσωπικότητα και στις εκφάνσεις αυτής. Ο ίδιος ο Σωφρονιστικός Κώδικας προβλέπει ρητά ότι κατά την εκτέλεση της ποινής δεν περιορίζεται κανένα άλλο ατομικό δικαίωμα των κρατουμένων εκτός από το δικαίωμα στην προσωπική ελευθερία.
Η μεταχείριση των κρατουμένων αποτελεί τον πυρήνα κάθε σωφρονιστικού συστήματος, καθώς σκοπός της είναι η βελτίωση τους, η κοινωνική και ομαλή επανένταξή τους μετά την αποφυλάκιση τους. Κατά την διάρκεια της εκτέλεσης της ποινής αναπτύσσεται μεταξύ πολιτείας και κρατούμενου ένα σύνολο σχέσεων οι οποίες πηγάζουν ως αποτέλεσμα των υποχρεώσεων αλλά και των δικαιωμάτων του κρατούμενου απέναντι στην πολιτεία. Ο κρατούμενος δεν είναι μόνο υποχρεωμένος να υφίσταται ορισμένη μεταχείριση από την πλευρά της πολιτείας αλλά έχει, επίσης, το δικαίωμα να του παρέχεται συγκεκριμένη μεταχείριση από αυτήν. Ένα από τα σημαντικότερα δικαιώματα του κρατουμένου είναι το δικαίωμα στη μόρφωση, στην εκπαίδευση και στην κατάρτιση. Και τούτο όχι μόνον διότι ευελπιστούμε ότι ο κρατούμενος όταν βγει από τη φυλακή θα είναι ένας «συνετός πολίτης» χρήσιμος στο κοινωνικό σύνολο, αλλά κυρίως διότι η εκπαίδευση στη φυλακή διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη του ατόμου και της κοινότητας και ταυτόχρονα βοηθά στη βελτίωση των συνθηκών κράτησης.
Μπορεί η πολιτεία, όμως, στο πλαίσιο πρόληψης ή για καλύτερη κατανομή των φυλακισμένων να επιβάλει τη μεταγωγή κάποιου κρατούμενου σε άλλο «σωφρονιστικό ίδρυμα»; Προφανώς μπορεί. Ιδίως εάν έχει υποψίες για πιθανή απόδρασή του ή εάν υπάρχει κίνδυνος για τη ζωή του ίδιου του κρατούμενου ή συγκρατουμένων του στο συγκεκριμένο κατάστημα κράτησης.
Συνέβη κάτι από τα ανωτέρω στη συγκεκριμένη περίπτωση; Προσφεύγοντας στις μακροσκελείς δηλώσεις της αρμόδιας Γραμματέως όχι μόνον κάτι τέτοιο δεν προκύπτει αλλά καταδεικνύεται ένας λανθάνων βεντετισμός. Ο κρατούμενος προφανώς πρωταγωνίστησε – δικαίως ή αδίκως δεν έχει τόση σημασία - σε εκδηλώσεις διαμαρτυρίας εντός των φυλακών Κορυδαλλού για τις συνθήκες κράτησης την εποχή του κορωνοιού. «Όλως τυχαίως» αποφασίστηκε η μεταγωγή του στις φυλακές Γρεβενών. Σύμφωνα με την αρμόδια Γραμματέα «αμέσως μετά την μεταγωγή του, όλη εκείνη η αβάσιμη παραφιλολογία για κρούσμα μέσα στις φυλακές και οι εξεγέρσεις των κρατουμένων σταμάτησαν και οι εργαζόμενοι επέστρεψαν στις υποχρεώσεις τους». Αυτό που χείλη υπεύθυνα παρουσιάζουν ως «δικαίωση» της απόφασής τους συνιστά την απόδειξη της ατυχέστατης επιλογής τους. Για άλλη μια φορά κάποιοι είδαν το δένδρο και όχι το δάσος. Ακόμη και εάν δεχθούμε τον πρωταγωνιστικό ρόλο του κρατουμένου στα επεισόδια, ακόμη και εάν κρίνουμε αυτά αδικαιολόγητα, η «ποινή τάξης» που του επιβλήθηκε είναι πολλαπλώς εσφαλμένη.
Πρώτα πρώτα γιατί παραβιάζει κάθε έννοια αναλογικότητας. Δεύτερον διότι παραβιάζει την αρχή της αναγκαιότητας λαμβάνοντας υπόψη ότι ο συγκεκριμένος ήταν ταυτόχρονα και αριστούχος φοιτητής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το γεγονός ότι αυτήν την περίοδο τα μαθήματα γίνονταν μέσω τηλεκπαίδευσης δεν σημαίνει ότι έτσι θα πραγματοποιούνται και τους επόμενους μήνες. Και η προσωπική παρουσία στα μαθήματα (φορώντας το γνωστό «βραχιολάκι») όλα αυτά τα χρόνια που σπούδαζε, ίσως, συνέβαλε στην επιτυχία του στα μαθήματα και σε κάθε περίπτωση πρέπει να του προσφέρεται ως επιλογή. Τρίτον γιατί εμφανίζει την πολιτεία να πέφτει τόσο χαμηλά όσο και ο εγκληματίας. «Μου πούλησες μαγκιά στις φυλακές μου και θα σου δείξω εγώ».
Όσοι διάβασαν βιβλία αποφυλακισμένων ή επιστημονικές έρευνες θα κατανόησαν (ή όφειλαν να καταλάβουν) ότι ο «κρατικός κουτσαβακισμός» γυρνάει πάντα μπούμερανγκ στο ίδιο το κράτος και το δημοκρατικό πολίτευμα. Όπως ακριβώς έγινε και στη συγκεκριμένη περίπτωση. Ο κρατούμενος προέβη σε διαδοχικές απεργίες πείνας και δίψας και εξευτέλισε τους αρμοδίους υποχρέωνοντάς τους όχι μόνον σε πλήρη αναδίπλωση αλλά και σε διαρκή απολογητική στάση. Ο μόνος που απομένει θιγμένος και προβληματισμένος είναι ο απλός πολίτης.
Όταν τα αυτονόητα γίνονται αντικείμενο αμφισβήτησης και οι θεσμοί εμφανίζονται να επιζητούν την αυτογελοιοποίησή τους κάτι πρέπει να μας προβληματίσει…