Οι πρωτοφανείς συνθήκες που έχουν δημιουργηθεί από την πανδημία του κορωνοϊού αναπόφευκτα επηρεάζουν όλες τις εκφάνσεις του δημόσιου βίου καθώς και την καθημερινότητα των ανθρώπων στις περισσότερες χώρες του κόσμου. Πέρα από τα θύματα και τους κινδύνους για τη δημόσια υγεία, η οικονομική κρίση η οποία βρίσκεται ενώπιον μας είναι χειρότερη από αυτή του 2008. Ήδη πολλοί αναλυτές και αξιωματούχοι θεσμών και κρατών έχουν εκφράσει δημόσια την ανησυχία τους ότι η υφιστάμενη κρίση μπορεί να είναι ανάλογη με εκείνη του μεγάλου κράχ του 1929.
Κάτω απ’ αυτές τις πρωτόγνωρες συνθήκες ήδη γίνεται λόγος για τις προεκτάσεις καθώς και για την επόμενη μέρα. Οι συζητήσεις περιστρέφονται γύρω από ένα νέο υπόδειγμα καθώς και τα χαρακτηριστικά του αναδυόμενου διεθνούς περιβάλλοντος. Όπως και το τρομοκρατικό κτύπημα στις 11 Σεπτεμβρίου του 2001 επηρέασε πολλά δεδομένα, έτσι και σήμερα ο COVID-19 θα αφήσει τη δική του σφραγίδα στο νέο γίγνεσθαι.
Έχει ήδη επισημανθεί από πολλούς αναλυτές ότι η παγκοσμιοποίηση όπως την ξέραμε θα αναδιπλωθεί τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα. Παράλληλα η ΕΕ δοκιμάζεται από αυτή την κρίση. Και σε μεγάλο βαθμό η μελλοντική της πορεία θα επηρεασθεί από τα αποτελέσματα της διαχείρισης που λαμβάνει χώρα.
Κάτω από αυτά τα δεδομένα, όπως έχω επισημάνει από τις αρχές της κρίσης, αναδεικνύεται ξανά ο αδιαμφισβήτητος ρόλος του έθνους-κράτους. Ήδη, πολλοί αναλυτές κάνουν λόγο για την επιστροφή του έθνους-κράτους στο προσκήνιο της διεθνούς πολιτικής. Η πραγματικότητα όμως είναι ότι το έθνος-κράτος δεν έφυγε ποτέ. Είναι σημαντικό να αξιολογήσουμε το φαινόμενο αυτό καθώς και τις προεκτάσεις του.
Σε θεωρητικό επίπεδο η Ρεαλιστική Σχολή Σκέψης ανέκαθεν θεωρούσε το έθνος-κράτος ως το πιο σημαντικό δρών υποκείμενο στις διεθνείς σχέσεις. Επιπρόσθετα, οι θεωρητικοί αυτής της σχολής σκέψης αξιολογούσαν ως υπερτιμημένες τις προσδοκίες από οργανισμούς όπως η ΕΕ και ο ΟΗΕ.
Η Φιλελεύθερη Σχολή Σκέψης θεωρούσε ως τους πιο σημαντικούς παράγοντες τις οικονομικές διεργασίες και την ελεύθερη αγορά. Επιπρόσθετα, το έθνος-κράτος αξιολογείτο ως δευτερευούσης σημασίας δρών υποκείμενο.
Η Μαρξιστική και η Νέο-Μαρξιστική Σχολή Σκέψης αναγνωρίζουν τη σημασία των οικονομικών δεδομένων και αναδεικνύουν τις ταξικές διαφορές ως το μείζον ζήτημα. Για τους Μαρξιστές, Νέο-Μαρξιστές και εν πολλοίς για τους Φιλελεύθερους, ο κρατικός πατριωτισμός και η εθνική ταυτότητα είναι παρωχημένες έννοιες.
Στη ζωή υπάρχουν αρκετές αλήθειες αλλά και γκρίζες ζώνες. Οι διάφορες θεωρητικές σχολές είχαν τη δική τους συμβολή στην αξιολόγηση και κατανόηση διαφόρων δεδομένων. Όλα όμως κρίνονται εκ του αποτελέσματος. Αναμφίβολα, η ένταξη της χώρας μας στην ΕΕ ήταν μεγάλο επίτευγμα. Όμως η κρατική υπόσταση και η αποτελεσματικότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας εξακολουθεί να είναι μείζονος σημασίας. Τα όσα λαμβάνουν χώρα σήμερα επιβεβαιώνουν του λόγου το αληθές. Υπογραμμίζω συναφώς ότι όταν συζητείτο το Κυπριακό, διάφοροι κύκλοι υποτιμούσαν τη σημασία της κρατικής υπόστασης. Υπήρχαν οι αφελείς προσεγγίσεις ότι αφ’ ενός η ΕΕ και αφ’ ετέρου η «αδελφοσύνη των λαών/κοινοτήτων» θα αντιμετώπιζαν αποτελεσματικά τα οποιαδήποτε προβλήματα προέκυπταν από μια δυσλειτουργική αλλά αναγκαία λύση του Κυπριακού. Η ζωή απέδειξε ότι αυτές οι υποθέσεις εργασίας δεν ευσταθούν. Πάνω απ’ όλα κανένα σοβαρό κράτος δεν διαπραγματεύεται την ύπαρξή του. Αλλά και στην Ελλάδα, όπως μου είχε επισημάνει εκλεκτός συνάδελφος, το αφήγημα για την ΕΕ και το Ευρώ ήταν τόσο έντονο σε βαθμό που άγγιζε το ιδεολόγημα της Μεγάλης Ιδέας και αγνοούσε τις οποιεσδήποτε αδυναμίες.
Επιστρέφοντας και πάλιν στο θεωρητικό πεδίο, υπογραμμίζω ότι θεωρώ τη Νέο-Ρεαλιστική Σχολή Σκέψης ως την υπέρτερη καθώς αναγνωρίζει τόσο την αξία του έθνους-κράτους ως του πιο σημαντικού δρώντος υποκειμένου στο διεθνές σύστημα όσο και τη σημασία των οικονομικών παραγόντων. Επί τούτου σημειώνεται ότι η Ρεαλιστική Σχολή Σκέψης δεν θεωρεί τους οικονομικούς παράγοντες ως πρωταρχικής σημασίας. Αντίθετα οι Νέο-Ρεαλιστές θεωρούν την οικονομία με την ευρύτερη έννοια του όρου ως την καθοριστική πηγή δύναμης, τη σημασία της οποίας επικαλούνται τόσο συχνά και συστηματικά οι Ρεαλιστές.
Η συζήτηση για τα σημαντικά αυτά ζητήματα δεν έγινε ποτέ στην Κύπρο στον βαθμό που θα έπρεπε. Ακόμα και σήμερα βασικές έννοιες όπως ο Ρεαλισμός είναι παρεξηγημένες και οι ερμηνείες που δίνονται εν πολλοίς στη χώρα μας είναι διαφορετικές απ’ ό,τι η συγκεκριμένη σχολή πρεσβεύει. Η επιβίωση, η διασφάλιση της ελευθερίας και της ευημερίας του κάθε λαού περνούν μέσα από τη σοβαρότητα και την αποτελεσματικότητα του δικού του κράτους. Αυτό δεν αποκλείει συνεργασίες, συμμαχίες ή/και συμμετοχή σε υπερεθνικά όργανα. Αντίθετα τις ενθαρρύνει. Αλλά πάντοτε με πραγματισμό και χωρίς ψευδαισθήσεις.
* Ο Καθηγητής Ανδρέας Θεοφάνους είναι Πρόεδρος του Κυπριακού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων καθώς και του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Διακυβέρνησης του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.