Ήταν μια συνάντηση επαγγελματική – για την ακρίβεια, μια συνάντηση δικτύωσης γυναικών από διάφορους χώρους με κοινό χαρακτηριστικό τη δημόσια παρουσία. Μοιραζόμασταν ιστορίες από τον χώρο της δουλειάς, σε κουβέντα ρέουσα, κι έτσι γνωριζόμασταν με τον τρόπο που περισσότερο αγαπώ. Κι όταν οι πιο τολμηρές είχαν ήδη μιλήσει και οι πιο διστακτικές απολάμβαναν τη συζήτηση στα «μετώπισθεν», κάποια από την παρέα πρότεινε να κάνουμε έναν ιδιότυπο γύρο συστάσεων, δηλώνοντας κάθε μία τη μεγαλύτερη αποτυχία αλλά και τη μεγαλύτερη επιτυχία της. Μια ταυτότητα των δυο μας άκρων με οδηγό την αυτοαξιολόγηση.
Έχοντας προσκληθεί, πολύ τιμητικά, να κάνω λίγο νωρίτερα το καλωσόρισμα της βραδιάς, είχα επιλέξει να μιλήσω για την αποτυχία, όπως συνηθίζω. Κι ήταν η ώρα μου να χαρώ τη συζήτηση χωρίς το άγχος μιας τοποθέτησης. Να ακούσω με ανοιχτή την καρδιά.
Ο κύκλος ξεκίνησε και ήταν ξεκάθαρο από την αρχή. Για την αποτυχία, όλοι το είχαν εύκολο να τοποθετηθούν -να επιλέξουν αυτό που θα ανασύρουν από τη μνήμη, να το βγάλουν στο φως, να το περιγράψουν μαζί με όσα γέννησε, να το ξορκίσουν. Μα για την επιτυχία ήταν αλλιώς. Όταν ερχόταν η στιγμή, διάλεγαν κατά κανόνα είτε κάτι μικρό, σαν από φόβο να μην κατηγορηθούν για κομπορρημοσύνη, είτε κάτι αδιάφορο, σχεδόν στην περιφέρεια της ζωής. Κάποιες φρόντιζαν να οριοθετήσουν τη συνέχεια με το προοίμιο «δεν μπορώ να σκεφτώ μια πραγματική επιτυχία», ενώ άλλες έμεναν στα «σίγουρα», όπως το «τα παιδιά μου» - σαν να΄ναι προσωπική επιτυχία τα παιδιά.
Μιλούσαν και ήταν σαν να ανοιγόκλεινα τον ήχο, άλλοτε ακούγοντας κι άλλοτε κοιτάζοντάς τες σε βουβή ταινία. Τις έβλεπα εκθαμβωτικές πέρα απ΄την ομορφιά τους, ανοιχτές στην παρέα, γεμάτες δύναμη και εμπειρία, κι όμως κρατημένες -όχι με την έγνοια του τι θα πει ο κόσμος, μα με την αυθεντική αμφισβήτηση των κατακτήσεών τους. Συνθήκη γνώριμη εξ οικείων.
Έτσι ήμουν για χρόνια κι εγώ. Τα πήγαινα πολύ καλύτερα με την αυτοκριτική και την αυτομείωση, παρά με την αντικειμενική αποτίμηση της ζωής μου. Όταν με ρωτούσαν «τι κάνεις», απαντούσα συχνότερα «καλούτσικα» ή «έτσι κι έτσι», παρά ένα ευθύ «καλά», πολύ περισσότερο «εξαιρετικά» όταν άξιζε μια τέτοια απάντηση. Στον καθρέφτη, το βλέμμα μου σταματούσε περισσότερο στις ατέλειες παρά στα ανεκτά της κοψιάς μου, και δεν ήταν λίγες οι φορές που έσπευδα να το σχολιάσω, μην τύχαινε να χάσει κανείς την ευκαιρία να κρίνει. «Καλούτσικα», «συμπαθητικά» ή «όχι άσχημα» ήταν οι πιο συχνές μου περιγραφές. Τα δύσκολα μεγαλοποιούνταν, ακόμα κι όταν ήταν διαχειρίσιμα, και οι κατακτήσεις κατατάσσονταν στα αυτονόητα, παρότι είχαν πίσω τους ώρες ή χρόνια προσπάθειας. Με άλλα λόγια, δεν ήξερα να χαίρομαι τις επιτυχίες μου, κάποτε ούτε και τις στιγμές μου.
Θυμάμαι ακόμα, κι ας πέρασε ήδη δεκαετία και βάλε, τη μέρα που πήρα στα χέρια μου, φρέσκο από το τυπογραφείο, το βιβλίο μου -μια επιστημονική μονογραφία τυπωμένη σε έγκριτο ακαδημαϊκό εκδοτικό οίκο του εξωτερικού. Έσκισα τον φάκελο, ζύγισα στα χέρια μου τον τόμο, έριξα μια βιαστική ματιά στο εξώφυλλο που είχα διαλέξει και τον άφησα δίπλα μου στο τραπέζι, συνεχίζοντας αυτό που έκανα, χωρίς ενθουσιασμό, μόνον με μια στιγμιαία χαρά. Χωρίς να θυμηθώ τη διαδρομή, τη μελέτη, τα χειρόγραφα και τις διορθώσεις μου. Σαν ο ανά χείρας τόμος να μην περιλάμβανε κάποια χρόνια από τη ζωή μου ως φόρο δημιουργίας.
Έκτοτε επέστρεψα πολλές φορές σ΄αυτήν την άχαρη στιγμή. Χρειάστηκαν πολύς δρόμος και πολλή προσπάθεια, όχι πάντα μοναχική, για να αντιληφθώ ότι η εξίσωση της ζωής δεν έβγαινε έτσι. Ότι για να προχωρήσω – για να έχω διάθεση και κουράγιο και στόχους καινούργιους – χρειάζεται να κλείνω τα προηγούμενα. Και «κλείνω» δεν σημαίνει μόνον απαριθμώ αποτυχίες και εντοπίζω ό,τι δεν πήγε καλά, αλλά, δίπλα σε αυτά, κάνω και ταμείο των κατακτήσεων. Αναγνωρίζω την προσπάθεια, επικροτώ το καλό αποτέλεσμα, έχω το θάρρος της καθαρής ματιάς. Δέχομαι το «μπράβο» και, κυρίως, μού το δίνω όπου αξίζει. Επιβραβεύω τον εαυτό μου με τη γενναιοδωρία που επιφυλάσσω για τους άλλους. Δεν είναι απλώς θεμιτό. Το δικό μου «μπράβο» είναι αναγκαίο βήμα στη διαδρομή μου, μαζί με την αυτοκριτική, την ενθάρρυνση και την αλλαγή πορείας όπου χρειάζεται.