Το έλλειμμα παιδείας και η κρίση της εκπαίδευσης

Η παιδεία ως μία πρόταση ζωής που καλύπτει το σύνολο των στοιχειωδών αναγκών της κοινωνίας.
krisanapong detraphiphat via Getty Images
Η πρωτοβουλία των τριών μητέρων από τη Θεσσαλονίκη να εγκαλέσουν την πολιτική ηγεσία του υπουργείου παιδείας για τα θέματα της φυσικής στις πανελλαδικές εξετάσεις, μας επαναφέρει στο ερώτημα του Χρ. Γιαννάρα για το διακύβευμα της παιδείας στη συγκαιρινή Ελλάδα:

«Γιατί το Ελληνόπουλο, από το Δημοτικό ως το Πανεπιστήμιο, καταστρέφει με ψυχοπαθολογική μανία ό,τι είναι δημόσιο; Του παραδίδεις καινούργιο, καλοφτιαγμένο σχολικό ή πανεπιστημιακό κτήριο, ζηλευτό. Και σε τρεις μήνες το Ελληνόπουλο το έχει ατιμάσει, ευτελίσει, καταστρέψει. Με τον σουγιά, τον μαρκαδόρο, το σπρέι, την αφισοκόλληση. Γιατί; Ποιον εκδικείται; Γιατί αχρηστεύει τα σήματα και τις πινακίδες της τροχαίας κυκλοφορίας; Γιατί θέλει να ταλαιπωρεί, με παθιασμένο σαδισμό, τους άγνωστους συμπολίτες του;»

Λαμβάνοντας υπόψιν ότι η ολοκλήρωση του ατόμου επέρχεται μέσω της παιδείας, ως άσκηση αρετής και ανθρωπλαστικό ιδανικό είναι ηλίου φαεινότερο ότι οι ηθικοκανονιστικοί κώδικες και οι πατροπαράδοτες αξίες έχουν εκλείψει. Η αντίδραση των νέων στη διαδικασία «ρομποτοποίησής» τους, οδηγεί στην απόρριψη των ηθικών αξιών, με αποτέλεσμα να μην διδάσκονται, να μην βιώνουν και να μην μπορούν να συνειδητοποιήσουν «ότι ζωή χωρίς αξίες δεν έχει αξία. Εξεγείρονται και, κτυπώντας τον εαυτό τους με ποικίλους τρόπους, νομίζουν πως κτυπούν το σύστημα. Απλώς με τα βίαια ξεσπάσματά τους, το ισχυροποιούν και το κάνουν πιο συστηματο¬ποιημένο». (Σαράντος Καργάκος).

Συνεπαγόμενα το θεμελιώδες ερώτημα που καλούμαστε να απαντήσουμε ευθύς αμέσως είναι η οριοθέτηση της φύσης και του σκοπού-νοήματος της παιδείας, εξασφαλίζοντας τα ικανά και αναγκαία εφόδια ενός εκάστου ατόμου για να μετέχει στον τρόπο του βίου του, με «πληρότητα και ικανοποίηση».
Υπό το πρίσμα της Αριστοτελικής διάκρισης σε ωφελιμιστική, γνωσιοκεντρική και ηθοπλαστική παιδεία θα συμφωνήσουμε στην αγαστή διασύνδεση των τριών ιεραρχώντας τις με αφετηριακό γνώμονα την καλλιέργεια του νου, τη διάπλαση του ήθους και την ανάπτυξη των δεξιοτήτων για τα πρακτικά και ωφέλιμα της ζωής. Αφ’ ης στιγμής συνιστά τον ακρογωνιαίο λίθο της εκάστοτε πολιτείας και συνεπαγόμενα της πολιτικής, διαμορφώνοντας ορθά σκεπτόμενους πολίτες, ο αξονικός στόχος της παιδείας δεν μπορεί παρά να είναι η καλλιέργεια της αρετής και γενικότερα των ποιοτικών χαρακτηριστικών του πολίτη, «η παράλληλη και ισότιμη εξάσκηση της ηθικής και διανοητικής αρετής η οποία θα οδηγήσει την κοινωνία συλλογικά στην ευδαιμονία».

Γενικότερα μιλώντας, η παιδεία, ως η μόνη από τις ανθρώπινες αρετές που είναι «αθάνατη και θεία» (Πλούταρχος) αναφέρεται στην ολιστική καλλιέργεια ενός ατόμου σε όλα τα στάδια της βιολογικής του ανάπτυξης, εμπερικλείοντας τη ψυχική-νοητική του καλλιέργεια. Τουναντίον η θέση-ρόλος του θεσμικού πλαισίου της παιδείας, από το Δημοτικό ως το Πανεπιστήμιο, εξαντλείται στη διδασκαλία και στην απομνημόνευση γνώσεων «που ξεχνιούνται φυσιολογικά σε συντομότατο διάστημα, χωρίς να μάθει ποτέ τους τρόπους, τη μέθοδο και τα κλειδιά για την απόκτηση γνώσης».

Το πόσο έντονο είναι το έλλειμα παιδείας στο απώτατο στάδιο της νεωτερικότητας, φανερώνεται μέσα από την ακρισία, την έλλειψη αξιολογήσεων ποιότητας, τη λογική της αγοράς και του ανταγωνισμού, την εμπορευματοποίηση του εκπαιδευτικού προϊόντος και τον ατομικισμό/ιδιοτέλεια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί «τοποθέτηση του πολιτισμού και της γλώσσας σε δεύτερη μοίρα», η απαξίωση των κλασσικών σπουδών, των κοινωνικών επιστημών και των «πρωτοφανών μορφών» κοινωνικοπολιτικής παθογένειας που εμφανίσθηκαν και γιγαντώθηκαν στην μεταπολιτευτική Ελλάδα, λόγω της απουσίας των φυσικών τους αναχωμάτων (της παιδείας, του πολιτισμού, της παράδοσης, της εθνικής ταυτότητας).
Συνακόλουθα η παροχή γνώσεων με τη μορφή ανταλλάξιμων αγαθών «που εξασφαλίζουν πτυχίο, διορισμό, σταθερό εισόδημα», δημιουργεί ιδιώτες-καταναλωτές και όχι πολίτες που λειτουργούν διαμορφωτικά στους κεντρικούς θεσμούς ενός ευνομούμενου κράτους. «Τρέφουμε και με την παιδεία μια λογική των σχέσεων πολίτη και κράτους που είναι λογική διεκδικήσεων και παροχών». (Χρήστος Γιανναράς)

Ο μαθητής από την πρωτοβάθμια-δευτεροβάθμια εκπαίδευση και ο φοιτητής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση έναν και μόνο στόχο έχουν, να μην παιδευτούν, να λειτουργούν μεταπρατικά, παπαγαλίζοντας και μηρυκάζοντας τυποποιημένα σχήματα λόγου και γραφής. Η βαθμοθηρία, ο ακραίος ανταγωνισμός και όχι η ευγενής άμιλλα είναι αυτά που δημιουργούν άκριτους ιδιώτες και όχι παραγωγικούς πολίτες.

Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι κατά τη διαδικασία θεσμοθέτησης των μη κρατικών πανεπιστημίων στη χώρα μας η εφ’ όλης της ύλης συζήτηση στην Ελληνική βουλή περιορίσθηκε σε διαδικαστικά ζητήματα (π.χ. ύψος διδάκτρων, εξάμηνα φοίτησης, αξιολόγηση προγραμμάτων σπουδών) και όχι σε ουσιαστικά, όπως η αντικειμενική λειτουργία του Πανεπιστημίου και της φύσης των σπουδών που παρέχονται. Είναι ευρέως αποδεκτό ότι το πανεπιστήμιο δεν είναι απλά υποδομές και ανθρώπινο δυναμικό για έρευνα και διδασκαλία. Είναι ένας πολυσύνθετος θεσμός της εκάστοτε πολιτικής κοινωνίας που αναπτύσσει την κριτική σκέψη και την πολύπλευρη ερευνητική δραστηριότητα, προάγει τον διάλογο τόσο μεταξύ των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας όσο και με την ευρύτερη κοινωνία κατά τη διαδικασία της κοινωνικοποίησης.
Τοιουτοτρόπως αντικειμενικός στόχος της παιδείας δεν μπορεί παρά να είναι η καλλιέργεια του ελληνικού τρόπου του βίου, ώστε να διαπαιδαγωγεί το παιδί σ’ ένα τρόπο ζωής που ενδιαφέρει πανανθρώπινα όχι για ιστορικούς, ιδεολογικούς, πολιτικούς λόγους αλλά ως μία πρόταση ζωής που καλύπτει το σύνολο των στοιχειωδών αναγκών της κοινωνίας.

Πρώτη δημοσίευση imerazante.gr/

Δημοφιλή