Εγκαινιάστηκε στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο (BXM) η έκθεση «Το ημέτερον κάλλος - Βυζαντινές εικόνες από τη Θεσσαλονίκη» από την υπουργό Πολιτισμού και Αθλητισμού, Λίνα Μενδώνη. Η έκθεση, που τελεί υπό την αιγίδα του Προέδρου της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλοπούλου και διοργανώνεται από το ΒΧΜ και το Πατριαρχικό Ίδρυμα Πατερικών Μελετών (ΠΙΠΜ) - το αρχαιότερο επιστημονικό ίδρυμα του Οικουμενικού Πατριαρχείου - παρουσιάστηκε αρχικώς από το ΠΙΠΜ στην Ιερά Πατριαρχική Μονή Βλατάδων στη Θεσσαλονίκη, με αφορμή τη συμπλήρωση 50 χρόνων λειτουργίας του Πατριαρχικού Ιδρύματος Πατερικών Μελετών.
«Η έκθεση αποτέλεσε ένα σημαντικό πολιτιστικό γεγονός, που συμπεριελήφθη στις δράσεις του ‘Ευρωπαϊκού Έτους Πολιτιστικής Κληρονομιάς 2018’. Τώρα, χάρη στην πρωτοβουλία του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου Αθηνών, δίδεται η ευκαιρία στο αθηναϊκό και το διεθνές κοινό να επισκεφθεί την έκθεση, να απολαύσει τα εκθέματα, να ψυχαγωγηθεί - με την αρχαία του όρου σημασία», δήλωσε η κ. Μενδώνη, τονίζοντας ότι «η συμπερίληψη της έκθεσης στις δράσεις του Έτους Πολιτιστικής Κληρονομιάς 2018, συνέβαλε σημαντικά στην αναγνώριση της μεγάλης συνεισφοράς της Ιεράς Πατριαρχικής και Σταυροπηγιακής Μονής των Βλατάδων, στη διάσωση μεγάλου αριθμού μοναδικών έργων της βυζαντινής τέχνης. Πρωτίστως όμως, στην προβολή της Θεσσαλονίκης ως σπουδαίου πνευματικού και καλλιτεχνικού κέντρου της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας κατά την παλαιολόγεια περίοδο. Έτσι, η πόλη επάξια κατέκτησε τον τίτλο της ‘συμβασιλεύουσας’, πλάι στην Κωνσταντινούπολη», επισήμανε.
«Η ιδιαιτερότητα, και ως εκ τούτου το ξεχωριστό ενδιαφέρον και η αξία αυτής της έκθεσης, έγκεινται στο γεγονός ότι κατόρθωσε με μεγάλη επιστημονική αρτιότητα, μουσειολογική επάρκεια και ιδιαίτερη αισθητική να αναδείξει τη στενή σχέση και συνάφεια ανάμεσα στην υψηλή ποιότητα της καλλιτεχνικής παραγωγής της Θεσσαλονίκης, όπως αυτή εκφράστηκε, κυρίως μέσα από την τέχνη των ιερών εικόνων, αλλά και στις ευρύτατες πνευματικές διεργασίες και θεολογικές ζυμώσεις που έλαβαν χώρα στην πόλη, την εποχή του κινήματος του Ησυχασμού, υπό την καθοριστική επιρροή της προσωπικότητας του Αρχιεπισκόπου της Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά», σημείωσε μεταξύ άλλων η κ. Μενδώνη.
«Η έκθεση αναδεικνύει ορισμένα από τα λαμπρότερα δείγματα εργαστηρίων αγιογραφίας που αναπτύχθηκαν στη Θεσσαλονίκη από τον 12ο ως τον 15ο αιώνα και τη διαρκή σχέση που είχαν με τα εργαστήρια της Κωνσταντινουπόλεως και του Αγίου Όρους», δήλωσε η Αικατερίνη Δελαπόρτα, διευθύντρια του ΒΧΜ, η οποία ευχαρίστησε όλους τους συντελεστές της έκθεσης.
«Σήμερα είμαστε ιδιαίτερα ευτυχείς που χάρη στην πρόσκληση και στην αγαστή συνεργασία του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου, οι εικόνες της Θεσσαλονίκης θα συνεχίσουν να αναδεικνύουν το κάλλος τους, στην Αθήνα αυτή τη φορά, σε μια πόλη όπου η έννοια του κάλλους χαρακτήριζε την τέχνη της από αιώνες πριν - συνδυασμένα όμως με άλλες καλλιτεχνικές, αισθητικές και πνευματικές αναζητήσεις», δήλωσε η αρχαιολόγος και έφορος του Πατριαρχικού Ιδρύματος, Φλώρα Καραγιάννη, που επιμελήθηκε την έκθεση.
Όπως επισημάνθηκε, από την αρχική έκθεση της Θεσσαλονίκης έχουν μεταφερθεί 17 βυζαντινές εικόνες, «οι οποίες στο σύνολό τους έφτασαν εδώ αφού πρώτα αποσπάστηκαν από εκκλησίες, προσκυνητάρια και τέμπλα ναών, χάρη στη γενναιοδωρία των οικείων μητροπολιτών και κυρίως του ηγουμένου της Μονής Βλατάδων, επισκόπου Αμορίου, κ. Νικηφόρου, ο οποίος διέθεσε εννέα βυζαντινές εικόνες από το σκευοφυλάκιο της μονής. Σε αυτές τις εικόνες προστέθηκαν άλλες τρεις του ΒΧΜ, οι οποίες, βάσει των στοιχείων που διατηρεί το μουσείο, προέρχονται από ναούς της Θεσσαλονίκης. Το τελικό αποτέλεσμα είναι η αρμονική συνύπαρξη και συνομιλία ενός συνόλου φορητών εικόνων, οι οποίες αναμφίβολα μπορούν να χαρακτηριστούν ως αριστουργήματα», συμπλήρωσε η κ. Καραγιάννη.
«Αποτελεί μεγάλη χαρά και τιμή για την Ιερά Μονή Βλατάδων και το Πατριαρχικό Ίδρυμα Πατερικών Μελετών να συνεργάζονται με το μεγαλύτερο και σημαντικότερο βυζαντινό μουσείο της χώρας μας, το ΒΧΜ, με σκοπό να αναδείξουν από κοινού τον πλούτο των βυζαντινών εικόνων που προέρχονται από τη ‘συμβασιλεύουσα’ Θεσσαλονίκη και κυρίως το ιδιαίτερο κάλλος τους», δήλωσε, μεταξύ άλλων, στον χαιρετισμό του ο Επίσκοπος Αμορίου, Νικηφόρος.
Η έκθεση θα διαρκέσει έως τις 31 Οκτωβρίου 2019.