Από το 1954 που πρωτοταξίδεψε στην Κάσο με το 38μετρο μότορσιπ, «Δωδεκάνησος», καραβοτσακισμένοι με τον αδερφό του, Τσαρλς και και την συντροφιά τους, ο αμερικάνος φωτογράφος, Ρόμπερτ Μακέιμπ μάλλον κατάλαβε καλά πόσο δυσπρόσιτη κι απομονωμένη ( σαν σε δικό της, κόσμο) είναι η Κάσος, το μικρό αυτό νησί του νοτιοανατολικού Αιγαίου, 52 ναυτικά μίλια από την Ρόδο και 208 από την Αθήνα.
«Τουλάχιστον ήξερα που ακριβώς ήταν η Κάσος και πόσο δύσκολο ήταν κανείς να την φτάσει», γράφει ο ίδιος στον πρόλογο του βιβλίου του «Γράμμα από την Κάσο 1965» σε κείμενα Ν. Μαστροπαύλου κι έρευνα Μ. Φραγκούλη Κέδρος (εκδόσεις Πατάκη / Abbeville Press) ενθυμούμενος εκείνο το πρώτο ταξίδι στην Κάσο με το ιστορικό πλοίο που είχε βυθιστεί από συμμαχικά βομβαρδιστικά στον Πειραιά, είχε ανελκυστεί, είχε μπει σε λειτουργία ως μεταφορικό κι επιβατικό για να ξαναβυθιστεί λίγα χρόνια μετά από εκείνο το δραματικό ταξίδι.
Οι φωτογραφίες του βιβλίου, ωστόσο, (εκτός από μια) προέρχονται από το δεύτερο ταξίδι του Μακέιμπ στην Κάσο, το 1965, όπου προσκαλεσμένος του Ηλία Κουλουκουντή φωτογράφησε το νησί. Φωτογραφίες που βγήκαν από το συρτάρι περίπου 40 χρόνια μετά για να αποτελέσουν τον κορμό του βιβλίου που παρουσιάστηκε αυτό το καλοκαίρι στους κήπους της Γενναδείου Βιβλιοθήκης αλλά και στο νησί της Κάσου το φετινό καλοκαίρι.
Το πορτραίτο του κασιώτικου τρόπου ζωής, λοιπόν, των τοπίων και των προσώπων επέστρεψε εκεί που ξεκίνησε. Η παρουσίαση του ξεχωριστού λευκώματος έγινε στο Δημοτικό Σχολείο στο Φρύ (παρουσίασαν ο Ρόμπερτ Μακέιμπ, ο Νίκος Γ. Μαστροπαύλος, η Μαριλέν Φραγκούλη Κέδρος, η Αν Μακέιμπ και ο Ηλίας Μαστροπαύλος), ενώ λίγες μέρες αργότερα ο γνωστός φωτογράφος είχε την ευκαιρία να επισκεφθεί το Πανηγύρι του Δεκαπενταύγουστου στο νησί. Και να φωτογραφίσει την ίδια γιορτή στο ίδιο μέρος - 57 χρόνια μετά... Ο λόγος για ένα αληθινό προσκύνημα των Κασιωτών, μια αναβάπτιση με το λαούτο του Μηνά της Λάκας, το βιολί του Παπά του Ντελή, τον κορυφαίο του γλεντιού, Σάββα Περσελή, ένα από τα θαύματα του Νότιου Αιγαίου. Ενα πανηγύρι που συνεχίζει να γίνεται στην αυλή της Πέρα Παναγιάς.
- Επιστρέψατε στην Κάσο μετά από τόσα χρόνια από την τελευταία σας επίσκεψη, κι έχοντας κάνει ένα βιβλίο για το νησί. Ποια είναι τα συναισθήματά σας τώρα - σε σύγκριση με τα συναισθήματά σας τότε;
Υπάρχουν πολλά πράγματα που είναι τα ίδια. Για παράδειγμα, η αίσθηση της απομόνωσης από την υπόλοιπη Ελλάδα παραμένει. Δεν υπάρχει παρέλαση από πλοία και γιοτ σ′ αυτά τα νερά, σε αντίθεση με τόσα άλλα νησιά. Κι υπήρχαν πολύ λίγοι ξένοι τουρίστες. Στο εντυπωσιακό Πανηγύρι του Δεκαπενταύγουστου δεν υπήρχαν τυχαίοι τουρίστες, μόνο οι Κασιώτες της διασποράς με τις οικογένειές τους και μια γαλλική οικογένεια που έγινε Κασιώτικη μέσω ενός γάμου. Αναρωτιέμαι σε πόσα άλλα μέρη στην Ελλάδα συναντά κανείς αυτή την αφοσίωση στην ιδιαίτερη πατρίδα την οποία οι Κασιώτες από τα πέρατα του κόσμου φανερώνουν κάθε 15 Αυγούστου. Υπάρχουν τώρα, όπως και τότε, πολλά εγκαταλειμμένα σπίτια στην Κάσο. Μπήκαμε σε ένα και ήταν σαν ο ιδιοκτήτης του θα επέστρεφε από λεπτό σε λεπτό. Αλλά (στην πραγματικότητα) είναι εγκαταλειμμένο για χρόνια. Μια καθηλωτική νέα εμφάνιση, ωστόσο, είναι το πλήθος των αυτοκινήτων. Στην πρώτη μου επίσκεψη στην Κάσο υπήρχε ένα αυτοκίνητο - ένα ταξί. Σήμερα υπάρχουν εκατοντάδες αυτοκίνητα αλλά όχι ταξί. Η φιλοξενία των Κασιωτών παραμένει τόσο ενθουσιώδης όσο τη θυμάμαι.
- Οι φωτογραφίες του 2022 είναι από τους εορτασμούς για το ίδιο πανηγύρι του Δεκαπενταύγουστου όπως του 1965;
Ναι. Φωτογράφησα το ίδιο πανηγύρι, την ίδια μέρα, στην ίδια εκκλησία - αλλά 57 χρόνια μετά.
- Ποια έμπνευση σας κινητοποίησε να απαθανατίσετε κυρίως τα φορέματα των γυναικών;
Είπα στον εαυτό μου, κάτι πραγματικά έχει αλλάξει εδώ κι είμαι σίγουρος ότι αν ένας ειδικός δει αυτές τις εικόνες θα μπορεί πιθανότατα να μας πει με την γλαφυρή γλώσσα της μόδας ακριβώς τι συμβαίνει.
- Σίγουρα δεν είστε συντάκτης μόδας, αλλά τι θα είχατε να επισημάνετε σχετικά με τον ενδυματολογικό κώδικα του τότε και του σήμερα στο Πανηγύρι της Κάσου;
Είναι λίγο δύσκολο όσον αφορά τη διάσταση του χρώματος αφού χρησιμοποίησα ασπρόμαυρο φιλμ στο Πανηγύρι του 1965. Αλλά θα παρατηρούσα ότι τότε υπήρχε ομοιότητα στο στυλ—μακριά φορέματα αλλά όχι πολύ μακριά με σεμνότητα σε κάθε ραφή. Φέτος όλα πήγαιναν! Υπήρχαν κοντά φορέματα, ακόμα και σορτς. Υπήρχαν τεράστιες διαφορές στα στυλ. Τα χρώματα και τα σχέδια των υφασμάτων παρουσίασαν τεράστιες παραλλαγές. Αλλά ένας ειδικός πρέπει να το φωτίσει αυτό. Ίσως αυτά τα στυλ φωτίζουν και αντικατοπτρίζουν βαθιές αλλαγές στο ρόλο της γυναίκας στα απομακρυσμένα ελληνικά νησιά.
- Κι όσον αφορά τον ενδυματολογικό κώδικα στους άντρες; Από το σακάκι και γραβάτα στην τεράστια ανεπισημότητα;
Μεγάλη ανεπισημότητα αυτή την χρονιά. Το 1965, πολλά σακάκια και γραβάτες - στην ζέστη του Δεκαπενταύγουστου. Και πάλι: Ολα πήγαιναν. Θυμάμαι ότι ρώτησα τον κύριο Κουλουκουντή το 1965 γιατί φορούσε σακάκι και γραβάτα στην παλιά βάρκα που βρισκόμασταν. Απάντησε: Κερδίζεις περισσότερο σεβασμό.
- Εχετε ταξιδέψει κι επισκεφθεί τόσα πολλά ελληνικά νησιά. Ποιο είναι το πιο ιδιαίτερο στοιχείο που βιώσατε στην περίπτωση της Κάσου;
Είναι όμορφο να βρίσκομαι σε ένα ελληνικό νησί που δεν έχει κατακλυσθεί από τους τουρίστες, ενώ οι γηγενείς είναι τόσο παθιασμένοι στον τρόπο που αγαπούν αυτό το μέρος.
Το σχόλιο της Ελις Κις, fashion features director της Vogue Greece
Ο ακούραστος φακός του Robert McCabe επιστρέφει στο Κασιώτικο πανηγύρι για να συναντήσει τα πρόσωπα της γιορτής. Αν παλαιότερα το πανηγύρι ήταν τόπος πολλών νέων γνωριμιών και κλεφτών ματιών, σήμερα φέρνει κοντά γενιές που απενοχοποιημένα γιορτάζουν την παράδοση τους. Και ίσως αυτό καθρεφτίζεται στους ενδυματολογικούς κώδικες του χθες και του τώρα. Ο σφιχτός κότσος, η καθαρή σιλουέτα που αγκαλιάζει το γυναικείο σώμα, το ανδρικό κοστούμι και τα παιδικά φορέματα “πολυτελείας” της δεκαετίας του ’60 παραπέμπουν σε μια ημέρα, ένα βράδυ που “φοράμε τα καλά μας”. Σήμερα, που οι στιλιστικοί κώδικες σπάνε, ένα παντελόνι τζιν ενώνεται με ένα χαλαρό, resort φόρεμα και ένα ατίθασο μακρύ μαλλί για να οδηγήσουν, όλοι μαζί, τον χορό στην πανηγυριωτικη πίστα.
Ρ. Μακέιμπ, «Γράμμα από την Κάσο 1965» σε κείμενα Ν. Μαστροπαύλου κι έρευνα Μ. Φραγκούλη Κέδρος (Πατάκης / Abbeville Press)