Η Ελλάδα εκτός μνημονίου θα τελεί θεωρητικά υπό καθεστώς επιτήρησης, αλλά άσφαιρης, αφού δεν θα υπάρχει μοχλός πίεσης και απειλή διακοπής της πιστωτικής ροής. Μόνη πηγή πλέον χρηματοδότησης το πρωτογενές πλεόνασμα. Το πολυσυζητημένο «μαξιλάρι» των 24 δις θα αποταμιεύεται υπό αυστηρούς όρους και μόνον εφ’ όσον η εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση μπορεί να αποδείξει ότι έχει εξαντλήσει τις δικιές της χρηματοδοτικές δυνατότητες. Οπότε προκύπτουν (πλην του απίθανου απροόπτου να υπάρξει μία θεαματική πολιτική μεταβολή τύπου 1910 πού να οδηγήσει σε εκ βάθρων ανασυγκρότηση του failed state), τα εξής δύο σενάρια, το κακό και το ακόμα χειρότερο:
Σενάριο πρώτο (απλώς κακό): η χώρα θα ζήσει με το πρωτογενές πλεόνασμα, εφ’ όσον το διαχειρίζεται με σύνεση και το χρησιμοποιεί «στάγδην», δηλαδή μόνον γιά τις απολύτως αναγκαίες δαπάνες. Το καταλυτικά αρνητικό σημείο αυτού του σεναρίου είναι ότι αποκλείει οποιαδήποτε ανάπτυξη, βελτίωση του εμπορίου, αύξηση της παραγωγής και της κατανάλωσης, άρα μείωση της ανεργίας, επομένως έξοδο από την κρίση. Όσο γιά τις εξωτερικές επενδύσεις, αυτές αποτελούν παπαγαλιστί επαναλαμβανόμενη αυταπάτη. Οι πολιτευτές, τραπεζίτες, οικονομικοί σχολιαστές όλων των αποχρώσεων αρνούνται να δεχθούν ότι στην Ελλάδα ουδεπώποτε υπήρξαν ξένες επενδύσεις. Διότι η συνεχής αλλαγή της φορολογικής νομοθεσίας, η γραφειοκρατία, η πολιτική αστάθεια, η διαφθορά κλπ. ελαχιστοποιούν το ποσοστό κέρδους των ξένων επενδυτών.
Συμπέρασμα: με το πρώτο, το απλώς κακό σενάριο, η χώρα είναι καταδικασμένη σε μακροχρόνιο μαρασμό, περαιτέρω εκπτώχευση του πληθυσμού, μαζική μετανάστευση, τεράστια ανεργία και πολιτική αστάθεια.
Σενάριο δεύτερο (χειρότερο): το πολιτικό σύστημα αισθάνεται απαλλαγμένο από το βάρος της κηδεμονίας και της οικονομικής εποπτείας, ξαναβρίσκει τον παλιό, πελατειακό του εαυτό και προβαίνει σε παροχές, προσλήψεις, αυξήσεις συντάξεων και μισθών (στο δημόσιο φυσικά) κλπ. Ήδη διάφορα κυβερνητικά στελέχη μας προϊδέασαν γιά θριαμβευτικά επερχόμενη δημοσιονομική «χαλάρωση». Αλλά είναι βέβαιο ότι και η αντιπολίτευση, που τηρεί στάση αιδήμονος σιωπής, ήδη σχεδιάζει την δική της παροχολογία. Γιατί άλλωστε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και οι άλλοι πολιτικοί αρχηγοί δεν ανακοινώνουν ότι δεσμεύονται ότι δεν θα κάνουν προσλήψεις και αυξήσεις;
Το δεύτερο σενάριο θα οδηγήσει πάρα πολύ σύντομα σε διασπάθιση και εξάντληση του ισχνού πρωτογενούς πλεονάσματος (που ούτως ή άλλως είναι αναιμικό και κατ’ ουσίαν ανύπαρκτο, αφού βασικά προέρχεται από αποστράγγιση ταμείων, μη πληρωμή δεδουλευμένων σε εργολήπτες του δημοσίου κλπ.). Η Ελλάδα θα υποχρεωθεί να προσφύγει στις διεθνείς χρηματαγορές, όπου θα διαπιστώσει με οδυνηρή έκπληξη ότι τα επιτόκια θα κινούνται σε δυσθεώρητα ύψη και θα εγγυώνται στάση πληρωμών σε εξαιρετικά σύντομο χρονικό διάστημα. Η χώρα θα βρεθεί επομένως, σε αυτήν την περίπτωση, μπροστά στο σκληρό δίλημμα: νέο μνημόνιο πολύ σκληρότερο από τα προηγούμενα, ή δραχμή. Και φυσικά την απάντηση δεν θα δώσει η ίδια, αλλά οι εταίροι και δανειστές μας.