Στην ταραγμένη και αχαρτογράφητη εποχή που ζούμε, η Ευρωπαϊκή Ενωση αποτελεί αναμφίβολα την ήρεμη δύναμη. Παρά τις δυσκολίες που πηγάζουν από την μετάλλαξη του διεθνούς οικονομικού συστήματος, η ΕΕ προχωρά σταθερά, περιορίζει τις ακραίες φωνές, οριοθετεί μακρόπνοες πολιτικές.
Ενόψει των ευρωεκλογών του προσεχούς Μαΐου, είναι φυσικό να γίνεται κριτική των πεπραγμένων, και να προτείνονται νέες πολιτικές. Το ευρωπαϊκό οικοδόμημα είναι σταθερό, έχει μηχανισμούς, εμπειρία και συνοχή. Η ευρωπαϊκή δημοκρατία αναβαθμίζεται διαρκώς και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει αποκτήσει μετά από τις πρώτες άμεσες εκλογές του 1979, σημαντικές νομοθετικές αρμοδιότητες. Το επόμενο βήμα και πρόκληση γι αυτό είναι να αποκτήσει έναν ισχυρότερο πολιτικό ρόλο και αυτό σε συνεργασία με τα εθνικά κοινοβούλια, ειδικότερα στο πλαίσιο της ευρωζώνης.
Το Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα (ΕΣΚ), βασικός πυλώνας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, δημοσίευσε το πολιτικό του μανιφέστο ενόψει των ευρωεκλογών του 2019. Μέσα στο θεσμικό σύστημα της ΕΕ και του Ευρωκοινοβουλίου, όπου οι συγκερασμοί απόψεων και η συναίνεση είναι απαραίτητα στοιχεία για την επίτευξη κοινής θέσης, το Μανιφέστο χαρακτηρίζεται από θετικά και νέα στοιχεία.
Επισημαίνω ενδεικτικά τα εξής:
- Η επιμονή σε μια δίκαιη κοινωνική Ευρώπη, στην αντιμετώπιση των ανισοτήτων που δημιουργεί το σημερινό οικονομικό μοντέλο, στην κοινωνική αξιοπρέπεια των πολιτών.
- Η πρόταση για μια κοινή ευρωπαϊκή πολιτική ασύλου και μετανάστευσης, για μεταρρύθμιση της αγροτικής πολιτικής, για αντιμετώπιση της ανεργίας με δημιουργία συμπληρωματικού ειδικού μηχανισμού.
- Η ανάδειξη της οικολογικής διάστασης, της ποιότητας ζωής και η προβολή ενός «κυκλικού μοντέλου παραγωγής και κατανάλωσης», της ανάγκης για διασφάλιση της αειφόρου ευημερίας.
- Η ανάδειξη και διασφάλιση των βασικών δημοσίων αγαθών, όπως η υγεία, η τροφή, η παιδεία, η εργασία, το περιβάλλον. Η αντιμετώπιση των ανισοτήτων και η πρόταση για θέσπιση ειδικού προγράμματος για την ευρωπαϊκή νεολαία, με μέτρα καταπολέμησης της φτώχειας και δημιουργία ποιοτικών θέσεων εργασίας.
- Η ενίσχυση της δημοκρατίας, η καταπολέμηση των διακρίσεων και προκαταλήψεων, η συμμετοχή των πολιτών στα κοινά, η πολιτιστική ποικιλομορφία που αποτελεί μέρος της ταυτότητας της Ευρώπης.
- Η ενίσχυση της Ευρώπης στον κόσμο μέσα από την πολυμερή συνεργασία και τη διεθνή ανάπτυξη με έμφαση στα προβλήματα της Αφρικής. Στόχος η βελτίωση των εμπορικών συμφωνιών και η προώθηση μιας διαφορετικής παγκοσμιοποίησης.
Θα πρέπει στο μέλλον να συζητηθούν επίσης και τα θέματα της πολιτικής ενοποίησης της Ευρώπης και σε πρώτη φάση αυτή της ευρωζώνης, ως ένα νέο βήμα ενοποίησης, με αντίστοιχους θεσμούς και δημόσιες πολιτικές. Η αναφορά που υπάρχει στο Μανιφέστο σε περαιτέρω ανάπτυξη της «κοινής ευρωπαϊκής άμυνας» είναι ένα θετικό στοιχείο. Θεωρώ ακόμα ότι ο εμπορικός πόλεμος των ΗΠΑ με την Κίνα, την ΕΕ και γενικότερα η σχέση με τις ΗΠΑ που χρήζει επανεξέτασης σε όλα τα επίπεδα, με σεβασμό του διεθνούς δικαίου και διασφάλιση των αμοιβαίων συμφερόντων.
Ενόψει των ευρωεκλογών του 2019, το Μανιφέστο και η συγκεκριμένη πρόταση των σοσιαλιστών για ένα νέο Κοινωνικό Συμβόλαιο, αποτελούν σαφή τοποθέτηση και χρήσιμη βάση δημοσίου διαλόγου, σε μια πολύ δύσκολη για την Ευρώπη συγκυρία (αβεβαιότητα του BREXIT, άνοδος της ακροδεξιάς, αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων). Η τεκμηριωμένη αμφισβήτηση του σημερινού status quo εκ μέρους των σοσιαλιστών πρέπει να οδηγήσει σε μια νέα πολιτική δυναμική, με νέους στόχους και νέες δημόσιες πολιτικές στην ΕΕ.
Η ενίσχυση των δημοκρατών και των σοσιαλιστικών δυνάμεων στις ευρωεκλογές του 2019 θα δημιουργήσει νέα αφετηρία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, όργανο που επηρεάζει σημαντικά την νομοθετική λειτουργία της ΕΕ. Ορθώς η Πρόεδρος του ΚΙΝΑΛ κα Φ. Γεννηματά τόνισε στην πρόσφατη συνάντηση της Μαδρίτης ότι λόγω του κινδύνου της ανόδου της Ακροδεξιάς πρέπει να επισπευσθούν οι αλλαγές στην ΕΕ. ”Η απειλή της ακροδεξιάς και του εθνολαϊκισμού, δεν είναι ισχυρός λόγος για να καθυστερούν οι αλλαγές. Αντίθετα. Είναι ο λόγος για να επισπεύσουμε τις αλλαγές. Και δεν το κάναμε″. Είναι πλέον επείγον για την ΕΕ να προχωρήσει στη διαμόρφωση μιας κοινής πολιτικής ασύλου και μετανάστευσης.