Δεν έχει περάσει μεγάλο διάστημα από την ημέρα που είδαμε στο αγγλόφωνο κανάλι της Deutsche Welle την ταινία του Ιρανού σκηνοθέτη Κιβάν Ματζιντί με τίτλο, The Blue Girl. Γυρισμένη πρόσφατα στα απομονωμένα χωριά του ορεινού Κουρδιστάν η ταινία μιλάει για την παγκόσμια θρησκεία που δεν είναι άλλη από το ποδόσφαιρο και τη λατρεία που νοιώθει σχεδόν όλος ο πλανήτης για τη στρογγυλή θεά.
Μια λατρεία πάνω και πέρα από εθνότητες, γλώσσες, θρησκείες. Μια παθιασμένη σχέση που ξεπέρασε γρήγορα τον τελετουργικό της χαρακτήρα και γιγαντώθηκε στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα επειδή απέκλεισε κάθε ταξικό διαχωρισμό, κάθε γεωγραφικό προσδιορισμό και κάθε πολιτικό ακτιβισμό από τις τάξεις της. Μια αγάπη που ξεπερνάει την εννοιολογική ερμηνεία της λέξης ”αγάπη” και τραβάει παραπέρα, εκεί που η ελευθερία συναντάει τη δέσμευση: Η μπάλα είναι για όλους και παίζεται από όλους.
Όμως εκεί, στο μικρό χωριό το χαμένο ανάμεσα στα άγρια βουνά του Κουρδιστάν, δεν υπάρχει χώρος για μπάλα. Πέτρες, βράχοι, άνυδρη γη και μια χούφτα παιδιά, αγόρια και κορίτσια, που ζουν με το όνειρο ενός γηπέδου και μέχρι να το αποκτήσουν, τρέφουν τα όνειρα τους με τα πόστερς του Ρούουντ Γκούλιτ, του Μαραντόνα και του Ντελ Πιέρο και τις σημαίες των κρατών μελών της FIFA που ”ξεσηκώνουν” από τον γεωγραφικό άτλαντα.
Ώσπου το ”οικόπεδο” εντοπίζεται στην κορυφή ενός λόφου και από εκεί και πέρα η μυθοπλασία βάζει πλάτη στη συγκίνηση που αναβλύζει από τον αγώνα των λιλιπούτιων Πελέ να ισιώσουν το μπάζωμα, να το καταβρέξουν, να το χωροθετήσουν, να ορίσουν τα κόρνερ με τα χάρτινα σημαιάκια, να βάλουν τα γκολπόστ, και κλωστή τη κλωστή, τα κορίτσια της ομάδας να πλέξουν τα δίχτυα. Εξοπλισμός δεν υπάρχει, φανέλες ούτε δείγμα, ο δε αριθμός των παικτών δεν συγκροτεί δυο άρτιες εντεκάδες. Θα χωριστούν σε δυο γκρουπ των οκτώ και επειδή, όπως προείπαμε, πρέπει να ξεχωρίζουν οι αντίπαλοι, θα βάψουν οι μισοί τις μούρες τους μπλε και οι υπόλοιποι οκτώ θα γίνουν κόκκινοι.
Το πιο συγκινητικό πλάνο, είναι εκείνο που ένας μαθητής ζωγραφίζει με μαρκαδόρο στις γυμνές πλάτες των λιλιπούτιων παικτών τον αριθμό που θέλουν να φέρουν και το όνομα του αγαπημένου τους παίκτη.
Κι όταν έρχεται η άγια μέρα, από το πρωί ο τελάλης διατυμπανίζει την ώρα έναρξης του αγώνα, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην παρουσία των γυναικών στο γήπεδο ανεξάρτητα από την ηλικία τους.
Δεν ξέρουμε το σκορ, δεν έχει σημασία… Εκείνο που μένει σαν δίδαγμα από την ταινία είναι η αγάπη και η δύναμη αυτής της αγάπης να γκρεμίσει τα εμπόδια και τα σύνορα που χωρίζουν τους ανθρώπους . Ναι, θα παλέψεις, ναι, θα ρισκάρεις, ναι, θα θυσιάσεις κι ακόμη χειρότερα θα θυσιαστείς αλλά πάνω στη θυσία οικοδομείται μια άλλη πραγματικότητα σταθερή σαν βράχος και αναπότρεπτη όπως ο χρόνος.
«Το Μπλε Κορίτσι» του τίτλου, - μπλε από το χρώμα της αγαπημένης ομάδας της στην Τεχεράνη- είναι η Σαχάρ Κονταγιάρι, (αυτή την ονομασία επέλεξε η ίδια να χρησιμοποιεί στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης), ακτιβίστρια εικοσιεννέα ετών, διπλωματούχος μεταφράστρια Αγγλικών και μηχανικός κομπιούτερ που τον Σεπτέμβριο του 2019 συνελήφθη από τους Φρουρούς της Επανάστασης γιατί προσπάθησε να μπει στο γήπεδο μεταμφιεσμένη σε άντρα για να παρακολουθήσει τον αγώνα τής αγαπημένης της ομάδας Εστεγκλάλ.
Κρατήθηκε επί τρεις ημέρες και στη συνέχεια, το Ισλαμικό Δικαστήριο της Τεχεράνης πριν ελευθερωθεί με εγγύηση , την ενημέρωσε πως αντιμετωπίζει ποινή φυλάκισης έξι μηνών «…γιατί διέπραξε αμαρτία σε δημόσιο χώρο εμφανιζόμενη χωρίς χιτζάπ και για προσβολή των Αρχών…» καθώς η παρουσία γυναικών στα γήπεδα είναι απαγορευμένη από το 1981.
Στην έξοδο από το δικαστήριο, χωρίς δεύτερη σκέψη, περιέλουσε τα ρούχα της με πετρέλαιο και αυτοπυρπολήθηκε. Πέθανε επτά μέρες αργότερα στο νοσοκομείο καθώς έφερε καθολικά εγκαύματα δεύτερου και τρίτου βαθμού.
Ήταν τέτοιος ο σάλος που προκλήθηκε από τη θυσία της εντός και εκτός Ιράν που η FIFA και εν όψει του Μουντιάλ φέτος στο Κατάρ, προειδοποίησε το Ιράν πως αν δεν επιτρέψει την είσοδο των γυναικών στα γήπεδα, κινδυνεύει με αποκλεισμό.
Ένα μήνα μετά, τον Οκτώβριο του 2019, το Ιράν ανέστειλε την απαγόρευση και άνοιξε τα γήπεδα σε όλους.
Το κείμενο αυτό, γράφεται στη σκιά του δρεπανιού που βρέθηκε όλως τυχαίως στο χώρο της δολοφονικής επίθεσης και θέρισε τη ζωή του άτυχου Άλκη. Ενός παιδιού, όχι από το μακρινό Κουρδιστάν αλλά από την εξευγενισμένη και κατά δήλωση της Ευρωπαία, Ελλαδάρα.
Ο Άλκης πέθανε επειδή έκανε το λάθος να δηλώνει ανοιχτά την αγάπη για την ομάδα του. Ο Άλκης θυσιάστηκε στο βωμό του ποδοσφαίρου από τους φρουρούς της οπαδικής καφρίλας που συγκροτούν άτυπα τάγματα εφόδου και επιβλέπουν την τήρηση των άγραφων νόμων των αφεντικών τους.
Υ.Γ. Η ταινία, The Blue Girl γυρίστηκε το 2020