Τα ναρκωτικά όπως η ηρωίνη και η κρακ κοκαΐνη είναι ισχυρές ουσίες, αλλά το spice (μπαχαρικό) είναι πολύ φθηνότερο και πιο εύκολο στη χρήση. Με ένα τσιγάρο μπορείτε να μετατραπείτε σε «ζωντανούς νεκρούς». Αυτή η συζήτηση γίνεται στη Μεγάλη Βρετανία τα τελευταία χρόνια, στα χρόνια της κρίσης.
Το «spice» ανήκει στα κανναβινοειδή. Αρχικά, υπήρχε η πεποίθηση ότι τα συμπτώματά του είναι παρόμοια με αυτά της ινδικής κάνναβης. Τελικά διαπιστώθηκε στην πράξη ότι είναι πιο δυνατό και πολύ πιο επικίνδυνο. Η προμήθεια και παραγωγή του spice απαγορεύθηκε με νέα νομοθετική ρύθμιση για τις ψυχοτρόπες ουσίες το 2016. Η κατοχή πάντως δεν διώκεται ποινικά. Πριν από το 2016 η πώληση του spice ήταν νόμιμη σε καταστήματα και στο διαδίκτυο.
Έτσι, λοιπόν, μιας και είναι πιο φθηνό από τα υπόλοιπα, βρίσκεται παντού. Και όσοι το δοκιμάζουν επηρεάζονται άμεσα από την δράση του. Για αυτό λέγεται και «Bird Killer», καθώς σύμφωνα με τους χρήστες δραπετεύεις από την πραγματικότητα. Οι δρόμοι και οι φυλακές της Μ. Βρετανίας έχουν γεμίσει από αυτό το ύπουλο ναρκωτικό με την έλευση της κρίσης.
Με μόλις 5 £, οι χρήστες μπορούν να αγοράσουν μια μικρή ποσότητα Spice. Για 10 £ επιπλέον, μπορούν να αγοράσουν μια «μπάλα» τόσο μεγάλη όσο ένα πορτοκάλι που μπορεί να διαρκέσει περισσότερο από μία εβδομάδα.
Το δυσάρεστο είναι ότι είναι προσιτό σε πολύ κόσμο. Στο διαδίκτυο κυκλοφορούν τα «zombie βίντεο», στα οποία φαίνεται η δράση του ναρκωτικού. Η εικόνα τους είναι αποκρουστική. Είναι οι λεγόμενοι «ζωντανοί νεκροί», άψυχοι μέσα στο κουφάρι που σέρνουν. Μέχρι να επιστρέψουν ξανά στην πραγματικότητα και να πάρουν πάλι τη δόση τους. Η κατάσταση «ζόμπι» όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, μπορεί να έχει διάρκεια έως και μισή ώρα.
Οι χρήστες έχουν παραισθήσεις, ιδρώνουν πολύ και τα άκρα τους δεν μπορούν να κινηθούν καθώς υπερθερμαίνονται. Η κατάχρηση μπορεί να προκαλέσει ηπατική ανεπάρκεια, νεφρική ανεπάρκεια και θάνατο.
Μια γυναίκα που ήταν εξαρτημένη από το Spice, είχε μιλήσει στον Guardian για το μαρτύριο που έζησε:
«Μια μέρα σηκώθηκα απ′ το κρεβάτι και συνειδητοποίησα ότι η μόνη μου ελπίδα για να ξεφύγω από τη μίζερη ζωή μου ήταν να σκοτώσω τα δύο παιδιά μου και μετά να αυτοκτονήσω. [...] Ήμουν απολύτως πεπεισμένη ότι αυτό ήταν το μόνο που μου έμενε να κάνω. Ευτυχώς, ο σύζυγός μου με σταμάτησε και με ηρέμησε. Αλλά τι γίνεται με τους ανθρώπους που δεν έχουν τέτοια υποστήριξη;»
Η νέα αυτή τάση ανησυχεί είδη τους υπεύθυνους υγείας που αναζητούν λύσεις για να σώσουν τις ευάλωτες ομάδες.
(Με πληροφορίες από HuffPost UK, Guardian)