Ένα από τα αισθήματα που δεν πρέπει να δημιουργεί στην κοινωνία, πόσο μάλλον στο πολιτικό μας σύστημα ο Ταγίπ Ερντογάν είναι σοκ και ανασφάλεια από τις κινήσεις του σε σχέση με τη χώρα μας.
Εάν υπάρχει ένα χαρακτηριστικό της τουρκικής πολιτικής ηγεσίας στο σύνολο της καθ’ολη την διάρκεια των τελευταίων ετών, είναι η ταύτιση λόγων και έργων ή για να γίνουμε πιο σαφείς η ταύτιση της αναθεωρητικής του ρητορικής με πράξεις που στοχεύουν στην εφαρμογή της ρητορικής αυτής στην πράξη.
Οι πρόσφατες εξελίξεις με την ΑΟΖ και τις αντιδράσεις της Άγκυρας εντάσσονται στην στρατηγική αυτή, μια στρατηγική που έχει βαθιά τις ρίζες της στην θεωρία από την οποία εμφορείται ο Τούρκος Πρόεδρος και το βαθύ κράτος της Άγκυρας , την θεωρία του νέο-οθωμανισμού.
Ο νέο-οθωμανισμός αποτελεί πλέον την στρατηγική επιλογή του Τούρκου Προέδρου για την επέκταση της επιρροής του στο εξωτερικό, είτε μέσω ενός οικονομικό-θρησκευτικού επεκτατισμού σε χώρες που έχουν πληθυσμό ομόδοξων του, όπως το Κόσοβο και η Αλβανία, είτε με στρατιωτικές επιχειρήσεις εκεί που θεωρεί ότι απαιτείται η φυσική παρουσία της Τούρκικης επιρροής, μέσω βεβαίως μισθοφορικών στρατευμάτων.
Η στρατηγική αυτή εξυπηρετεί τον Τούρκο Πρόεδρο και στο εσωτερικό μέτωπο αφού τον βοηθάει στην κατασκευή της εικόνας ενός ηγέτη παγκόσμιας εμβέλειας με πολλά κοινά χαρακτηριστικά από τις ‘’ένδοξες ‘’ εποχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ανάγνωση της ιστορίας ημιτελής και πολλές φορές σποραδική και διαστρεβλωμένη, αλλά ο σκοπός αγιάζει τα μέσα για τον Τούρκο Πρόεδρο.
Στο ζήτημα του καθορισμού της ΑΟΖ η Τουρκία εμφορείται αφενός μεν από την θεωρία του νέο-οθωμανισμού αντιμετωπίζοντας το Αιγαίο και κατ’επέκταση και την πατρίδα μας ως περιοχές που άνηκαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και ως εκ τούτου πρέπει να απολαμβάνουν κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Η στρατηγική αυτή της γειτονικής μας χώρα είναι δημοσίως διατυπωμένη εδώ και δεκαετίες και η ύπαρξη της δεν αποτελεί καν κοινό μυστικό ανάμεσα σε διπλωμάτες, πολιτικούς και τον δημοσιογραφικό κόσμο.
Για αυτούς τους λόγους ο διάλογος που από ότι φαίνεται θα λάβει σάρκα και οστά τους επόμενους μήνες ανάμεσα στην Αθήνα και την Άγκυρα, με τις ευλογίες κυρίως της Γερμανίας, θα πρέπει να πραγματοποιηθεί μόνο αν η πατρίδα μας έχει αντιληφθεί ότι διάλογος για τους Τούρκους δεν είναι τίποτα παραπάνω από ένα νέο-οθωμανικό παζάρι όχι καζάν-καζάν όπως τονίζει σε κάθε ευκαιρία ο Τούρκος πρόεδρος, αλλά με έναν μόνο νικητή και έναν μόνο ηττημένο. Και ο νικητής για τους Τούρκους δεν μπορεί να είναι άλλος από τον επίγονο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.