Όταν έγραφα τον «Κόσμο κατ’εμέ» σκέφτηκα πως όλες οι γενιές θα ήταν κουτσές χωρίς αυτές που προηγήθηκαν. Έτσι το βιβλίο προλογίζει ένα ντοκουμέντο που είναι η αυτοβιογραφία του πατέρα μου. Που έζησε ανάλογες περιπέτειες με τις δικές μου.(1) Στα νιάτα μου διαβάζαμε σαν τρελοί τα «βιβλία του Μεσοπολέμου». Η λογοτεχνία εκείνη ήταν μυθική. Με πηγές ευρωπαϊκές. Ιδιαίτερα γαλλικές. Μεγαλύτερη μ’αυτές – και την λογοτεχνία του 19ου αιώνα που είχε προηγηθεί - είχαν οι συγγραφείς του «περιβάλλοντος» Ελληνισμού. Κωνσταντινουπολίτες, Σμυρνιοί, Αλεξανδρινοί.
Αναρωτιέμαι αν η δική μου γενιά ήταν ικανή να προσφέρει ένα ανάλογο έρεισμα στην σημερινή. Ίσως σε εποχές προβληματικές σαν τις δικές μας να είναι δύσκολο να βαθμολογήσει η μια γενιά την άλλη. Στο ερώτημα αν είχαμε στην γενιά μου έναν περιβόλι πλούσιο όσο και η γενιά του Μεσοπολέμου θα επέλεγα μάλλον τον κήπο του κινηματογράφου. Ο οποίος γεννήθηκε στον Μεσοπόλεμο (μαζί με την Αποξένωση, προϊόν της αστυφιλίας και ψυχαναλυτικό γνώρισμα του 20ού κυρίως αιώνα) και ενηλικιώθηκε στον Μεταπόλεμο (για να χρησιμοποιήσω έναν νεολογισμό από την μετάφραση του βιβλίου «Υπερρεαλισμός και Μεταπόλεμος» του ντανταϊστή Τρίσταν Τζάρα, ο οποίος βέβαια αναφερόταν στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο).
Και είναι ευτύχημα ότι, μέσα στη γνωστή ψυχροπολεμική δίνη που έζησε η γενιά του Μεταπολέμου, δηλαδή η δική μου, ο κινηματογράφος κατάφερε να διαφύγει από κάθε πολιτικό δογματισμό, χωρίς να απαρνηθεί την πολιτικότητά του.
Χωρίς όμως τους ποιητές του Μεσοπολέμου και τις καταγραφές της Αποξένωσης από την ψυχανάλυση και τον υπερρεαλισμό δεν θα είχαμε ίσως τον κινηματογράφο της γενιάς μου. Τον Μπέργκμαν, τον Αντονιόνι, τον Ροσελίνι, δεν θα είχαμε τον Αλέν Ρενέ και σύσσωμη την Γαλλική Nouvelle Vague, δεν θα είχαμε τον Ράιτ, τον Κένεθ Λόουτς και τόσους άλλους σε Ανατολή και Δύση. Ιδιαίτερα στις χώρες του «Παραπετάσματος.».
Οι σκηνοθέτες αυτοί σημείωναν ή προφήτευαν το περιβόλι της Αποξένωσης που είχε εισβάλει στην κοινωνία της κατανάλωσης. Χώρια που ο απλός θεατής συχνά γνώριζε –τότε!- ποιος σκηνοθέτησε το έργο! Αλλιώς δεν θα είχαμε τους διαξιφισμούς του Ψαθά (στα ΝΕΑ) με το Πλωρίτη (στην ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ) με αφορμή τις τολμηρότητες της «Σιωπής» του Μπέργκμαν. Μιας ακόμα έξοχης ταινίας με θέμα την μοναξιά. Το διαπίστωσα σε μια έρευνα που είχα κάνει το 1962 με την βοήθεια των μαθητών μου, σε πάνω από 1.000 δείγματα σε όλη την Ελλάδα.
Αυτός ο κινηματογράφος άραγε γεννάται σήμερα; Συγκινεί ή απλώς τέρπει το ανυπεράσπιστο κοινό; Η σημερινή κινηματογραφική σοδιά είναι στο επίπεδο της «Μεταπολεμικής»; Κατά πόσο ο γνήσιος κινηματογράφος του 21ου αιώνα αντιστέκεται στις Σειρήνες της Κοινωνίας της Κατανάλωσης; Ποιον κινηματογράφο βλέπουν άραγε τα «Κίτρινα Γιλέκα» που είναι νομίζω από τα πιο χαρακτηριστικά φαινόμενα της κοινωνίας της Αποξένωσης. Το Facebook αποδείχτηκε ένα φάρμακο κατά της Μοναξιάς. Η πολιτική στην υπηρεσία της ψυχανάλυσης. Θα το διαπιστώσουμε σε πολλές ευεργετικές χειρονομίες εξέγερσης.
Πολιτική χειρονομία ήταν κάποτε και ο κινηματογράφος. Φοβάμαι όμως πως ο ποιητικός κινηματογράφος που ζητάει –στα γραπτά του- ο Αϊζενστάιν δεν υπάρχει πια. Ή είναι κρυμμένος και δεν τον βλέπουμε. Αυτός που διδάσκεται σε όλες της κινηματογραφικές σχολές του κόσμου. Το κοινό ονειρεύεται μια ποιητική εποχή αλλά μήπως η εποχή δεν ανταποκρίνεται; Η εποχή του Διαδικτύου, του Facebook και της επιτήδειας Tηλεόρασης; Η Τέχνη, είτε το ξέρει είτε δεν το ξέρει, είναι παιδαγωγική. «Είναι ένας διάλογος με το κοινό» όπως έλεγε ο Τ. Σ. Έλιοτ. Ο Καβάφης περίμενε στωικά τους Βαρβάρους.
Ο Έλιοτ έβλεπε να πλησιάζει ο Σκουπιδότοπος. Γιατί αυτή είναι η καίρια μετάφραση της «Waste Land» που είναι ο τίτλος της Συλλογής των ποιημάτων του. (Ακόμα και το Google την μεταφράζει «Απόβλητα» !). Ίσως σωστότερος τίτλος είναι «Ερημωμένος Τόπος». Η εποχή της αποξένωσης, της μοναξιάς και της ερημιάς που έβλεπε να έρχεται ο Έλιοτ, ήρθε. Είναι η Εποχή της Ποσότητας. Για την κουλτούρα, που είναι άυλη, δεν υπάρχει πλάστιγγα. Ούτε καν σχολείο. Ίσως σε εποχές ανησυχιών και προκλήσεων να έχουμε ποιητικότερες τέχνες και γράμματα. Και ποιητικότερους ανθρώπους.
Ένα χρόνο μετά την εκτέλεση του Μπελογιάννη, τοποθέτησα όσα χρήματα είχα για να εκδώσω τα ποιήματα του Μαγιακόφσκι. Και θα ήταν η πρώτη φορά στην Ελλάδα. Σε καλές μεταφράσεις. Κανένα βιβλιοπωλείο δεν τόλμησε να πάρει το βιβλίο!. Τα 2.000 αντίτυπα τα μοιράσαμε σε φίλους και σε όλους όσους σύχναζαν μαζί μας στο Πατάρι του Λουμίδη. Ήμουν 90 χρονών από τότε!
Είναι δύσκολο να κρίνεις, να «διαβάσεις» μια εποχή, μια γενιά. Οι λέξεις δεν έχουν πάντα το ίδιο νόημα. Γνωρίζουμε τις αγοραίες λέξεις που χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι συγγραφείς αλλά δεν γνωρίζουμε δυστυχώς πώς ακριβώς μιλούσαν στην καθημερινή τους.(2) Όχι φυσικά με την «εξεζητημένη» γλώσσα των φιλοσόφων, όπως μας λέει ο Αριστοφάνης σε ένα τετράστιχο που σώθηκε, άγνωστο από ποιο έργο, αλλά πάντως σε μια δημοτική σαν τη δική μας, οποία χαρακτηρίζει o Αριστοφάνης με την φράση: «Φράσειν ανθρωπείως» (να μιλάς ανθρωπινά, βρε αδερφέ!).
Τα βιβλία του Μεσοπολέμου ήταν λίγο ως πολύ ποιητικά. Οι επαναστάσεις είχαν πάντα μια ονειρική έξαρση Σήμερα συμβαίνει το αντίθετο. Παράδειγμα το αντιποιητικό φαινόμενο «Κίτρινα Γιλέκα» στη Γαλλία. Τα «Γιλέκα» συνομιλούν με τους δημοσιογράφους χρησιμοποιώντας λιγότερο από 30 λέξεις. Δεν έχουν γράψει κανένα ποιητικό κείμενο ή τραγούδι. Είναι η πιο αποστεωμένη εκδήλωση που έχει δει η Γαλλία. Πείτε στον Νίκο Θεοδοσίου να σας δείξει τις κάρτες με τις αφίσες και τα συνθήματα του Μάη του 68 . Αυτός που φοράει ένα πράσινο γιλέκο νομίζει πως παρασημοφορείται. Ενώ φέρει απάνω του μια ταυτότητα αντίστοιχη με την βαρβαρική στολή των Ρωμαίων Λεγεωνάριων. Οι κίτρινοι αυτοί λεγεωνάριοι φέρουν μέχρι τώρα την ευθύνη για 10 νεκρούς και καταστροφές που ξεπερνούν τα 10 δισεκατομμύρια Ευρώ. Αν τα Πράσινα Γιλέκα ήταν ελληνικά θα είχαν καταστρέψει και βρομίσει τον Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη, δεκάδες αγάλματα, εκατοντάδες αυτοκίνητα και αμέτρητα καταστήματα. Και θα είχαν απειλήσει με εκτέλεση τους μισούς τουλάχιστον από τους βουλευτές της πλειοψηφίας. Χωρίς κανείς να γνωρίζει τι ακριβώς ζητούν. Ζητούν αφηρημένα «καλύτερο επίπεδο ζωής» χωρίς να διατυπώνουν οποιαδήποτε πρόταση. Αρκούνται στην έξωση του Μακρόν χωρίς να μας εξηγούν γιατί και με ποια άλλη λύση. Την Βουλή και την Γερουσία τις έχουν ήδη διαγράψει. Γιλέκα είναι το 1% του πληθυσμού. Πενηντάρηδες και εξηντάρηδες οι περισσότεροι που άφησαν τα μπιστρό, άγνωστοι μεταξύ τους. Θύματα κι’ αυτοί της Αποξένωσης που βρήκαν την «Λύση του Σαββάτου». Να διασκεδάζουν σουλατσάροντας σε πλατείες και κοσμικά βουλεβάρτα που τα έβλεπαν μόνο στην τηλεόραση. Το υπόλοιπο 99% διασκεδάζει κι’ αυτό μετρώντας τα αυτοκίνητα που γίνονται παρανάλωμα του πυρός. Είναι κρίμα που ένα συμπαθητικό επαρχιώτικο κίνημα κατέληξε να γίνει βορά κομμάτων που, μπροστά στις Ευρωεκλογές, βιάζονται να ενισχύσουν τα ψηφοδέλτιά τους.
Και η Επανάσταση; Θα μου πείτε. Θα έρθει, θα έρθει. Όταν ο ρομποτισμός ανεβάσει την ανεργία στο 80 %. Όταν 15.000 παραλιακές πόλεις θα βυθιστούν στα νερά των ωκεανών. Όταν θα μάθουμε να βγάζουμε νερό από την πέτρα, όπως έκαναν κάποτε στην αυστραλιανή έρημο οι Αβορίγινες. Τότε θα έρθει η Επανάσταση. Αλλά θα είναι αργά πια. Είμαι απαισιόδοξος, αλλά με καμπανάκι.
1. Βλ. Ρ.Μ. «Ο Κόσμος κατ’εμέ» Εκδ. Γαβριηλίδη
2. Βλ. Ρ.Μ. «Αρχαίο Ερωτικό και Συμποσιακό Λεξιλόγιο» Εκδ. Εξάντας