Η παράδοση να πίνουμε ένα κοκτέιλ πριν το δείπνο παίζει αυτές τις μέρες. Είναι μια ευκαιρία να χαλαρώσουμε πριν το φαγητό και να βοηθήσουμε όσους θα βρεθούν στο ίδιο τραπέζι να «εγκατασταθούν» σε μια βραδιά με καλό φαγητό και συζήτηση. Αλλά αν επιδιώκουμε πραγματικά την καλύτερη δυνατή εμπειρία, να είμαστε προσεκτικοί με τα κοκτέιλ που θα επιλέξουμε.
Ορισμένοι τύποι ποτών μπορεί να έχουν αρνητική επίδραση στον ουρανίσκο μας, σε σημείο που ένα ή δύο ποτά πριν το δείπνο μπορεί να επηρεάσουν τη γεύση του φαγητού μας ή τον τύπο κρασιού που θα ταιριάξει καλύτερα με το γεύμα μας.
Μιλήσαμε με ειδικούς για να μάθουμε για την επίδραση των κοκτέιλ στους γευστικούς μας κάλυκες, καθώς και για να λάβουμε τις συμβουλές τους σχετικά με την πιο έξυπνη κατανάλωση πριν το δείπνο. Και, επιπλέον να μας πουν ποια κρασιά μπορεί να είναι οι καλύτερες επιλογές μας όταν είναι ώρα να φάμε.
Η σκληρή αλήθεια για τα σκληρά ποτά
Αυτό το περισσότεροι αλκοόλ στο «σκληρό» ποτό μπορεί να προκαλέσει απώλεια της αίσθησης στον ουρανίσκο μας αλλά και στην αίσθηση της γεύσης μας.
«Επειδή μπλοκάρει τις πρωτεΐνες που απαιτούνται για τη δημιουργία σάλιου στο στόμα μας, το ”σκληρό” ποτό μπορεί να αφυδατώσει τα κυτταρικά τοιχώματα του ουρανίσκου μας», δηλώνει ο Κόντι Μπρίτζες, διευθυντής εργασιών εστιατορίου και σομελιέ θέρετρου στο Massanutten Resort στη Βιρτζίνια. Το σάλιο παίζει ρόλο στη γευστική ευαισθησία, επομένως η ξηροστομία μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τους γευστικούς κάλυκές μας.
Εκτός από αυτό το αποτέλεσμα, το «σκληρό» ποτό μπορεί επίσης να μας προκαλέσει ένα μούδιασμα, σύμφωνα με τον Σαμ Φανάτα, διευθυντή ποτών για το Olamaie στο Ώστιν του Τέξας.
«Αυτό το προσωρινό μούδιασμα μπορεί να μειώσει την ικανότητά μας να διακρίνουμε τις περίπλοκες γεύσεις και τα αρώματα στο κρασί με το οποίο συνοδεύουμε αργότερα το δείπνο», λέει ο Φανάτα.«Τα δυνατά αποστάγματα μπορούν να αλλάξουν την αντίληψή μας για την οξύτητα και τη γλυκύτητα του κρασιού, οδηγώντας σε μια λιγότερο ισορροπημένη γευστική εμπειρία».
Πίνουμε ένα ποτό στα γρήγορα στο μπαρ πριν καθίσουμε για φαγητό;
Η παραγγελία ενός ποτού πριν το δείπνο με χαμηλή περιεκτικότητα σε αλκοόλ είναι μια συμβουλή που δίνουν πολλοί επαγγελματίες της γεύσης.
«Προσωπικά, θα απέφευγα ο,τιδήποτε υψηλής ποιότητας ή οποιοδήποτε κοκτέιλ που είναι αυστηρά αλκοολούχο ποτό, όπως ένα Μανχάταν, παλιομοδίτικο ή Μαρτίνι», λέει ο σομελιέ Μπίλι Τέρνερ, ο οποίος εργάζεται στο Kimpton Shane Hotel στην Ατλάντα της Τζόρτζια.
Καλό είναι επίσης να αποφύγουμε τα ζαχαρούχα ποτά, λένε οι ειδικοί.
«Γενικά θα φύλαγα τα κοκτέιλ με περισσότερη ζάχαρη για αργότερα στο γεύμα», λέει ο Σίρους Σουλτζ, διευθυντής ποτών στο Cyrus, ένα εστιατόριο με αστέρι Michelin στο Geyserville της Καλιφόρνια. «Ένα γλυκό ποτό μπορεί να επικαλύψει τον ουρανίσκο μας», λέει. «Τότε, αν το επόμενο ρόφημά μας είναι πιο ”στεγνό”, μπορεί να έχει πιο πικρή γεύση».
«Τα κοκτέιλ με έντονη γεύση ή αυτά που φτιάχνονται με μίξη γλυκών κοκτέιλ, μπορούν να ”κατακλύσουν” τον ουρανίσκο μας και να δυσκολευτούμε να εκτιμήσουμε τη γεύση του γεύματός μας αργότερα», λέει η Μαρί Κόιλε, αντιπρόεδρος οινοποίησης στην εταιρεία Foley Family Wines και οινοποιός στο Chateau St. Jean στην Καλιφόρνια.
Μια άλλη σκέψη που πρέπει να λάβουμε υπόψη είναι πως, ενόψει του δείπνου, η λιγότερη κατανάλωση αλκοόλ συνήθως συνεπάγεται καλύτερη διατροφή. Ο Αλεξ Ρινγκ, ο νικητής του βραβείου σομελιέ του Michelin Guide Chicago 2023 και διευθυντής κρασιού στα εστιατόρια Sepia και Proxi του Σικάγο, λέει ότι είναι πιο σημαντικό να λαμβάνεται υπόψη την ποσότητα αλκοόλ που καταναλώνουμε παρά το ίδιο το ποτό. Ένα καλό πράγμα που πρέπει να έχουμε κατά νου, αναφέρει, είναι ότι «όσο περισσότερο πίνουμε, τόσο περισσότερο ”θαμπώνουμε” τις αισθήσεις μας».
Ο Τέρνερ συμφωνεί αναφέροντας: «Όπως τα περισσότερα πράγματα, όλα έχουν να κάνουν με το μέτρο. Ο,τιδήποτε λαμβάνουμε θα έχει επίδραση στη γεύση και την αντίληψη, οπότε ας μετριάσουμε τα πάντα — και στη συνέχεια μπορούμε να απολαύσουμε ένα υπέροχο ουίσκι ή κονιάκ μετά το δείπνο».
Οι καλύτερες γουλιές πριν το δείπνο
Αν ελπίζουμε να παραγγείλουμε ποτά που θα βελτιώσουν το γεύμα το οποίο ακολουθεί, ας αναζητήσουμε απεριτίφ στο μενού με τα κοκτέιλ, προτείνει ο Μπρίτζες.«Έχουν χαμηλή περιεκτικότητα σε αλκοόλ και ”απηχούν” ευχάριστα στον ουρανίσκο, επομένως είναι ο καλύτερος τρόπος για να ξεκινήσουμε μια νύχτα γεμάτη οινοπνευματώδη ποτά και κρασί».
«Τα λικέρ με υψηλή περιεκτικότητα σε αλκοόλ μπορούν να μειώσουν την όρεξή μας, ενώ αυτά με χαμηλότερο αλκοόλ θα την ενισχύσουν», λέει. «Πολλά απεριτίφ έχουν επίσης μεγαλύτερη οξύτητα, κάτι που κάνει δύο σημαντικά πράγματα: ξυπνά τους γευστικούς κάλυκες και καθαρίζει τον ουρανίσκο μας».
Τα απεριτίφ εξυπηρετούν έναν σημαντικό σκοπό για να μας προετοιμάσουν για το φαγητό που θα έρθει, λέει η Κόιλε.
«Περιέχουν βότανα και μπαχαρικά που προάγουν την πέψη και έχουν μια ελαφρώς πικρή γεύση που ενεργοποιεί τους γευστικούς κάλυκες», είπε. «Αυτά τα ποτά είναι συνήθως χαμηλής περιεκτικότητας σε αλκοόλ, κάτι που βοηθά να αποφύγουμε να ”κατακλυσθεί” ο ουρανίσκος μας πριν αρχίσουμε να απολαμβάνουμε το κρασί μας».
Εάν δεν είμαστε αποφασισμένοι για το τι να παραγγείλουμε, ας ρωτήσουμε τον μπάρμαν σας κι ας τον ενημερώσουμε για ό,τι αναζητούμε.
Κι ανεξάρτητα από το ποτό που θα επιλέξουμε, ας φροντίσουμε να ζητάμε ένα μεγάλο ποτήρι νερό με κάθε κοκτέιλ που καταναλώνουμε, προτείνει η Φανάτα.
«Αξίζει να σημειωθεί ότι το νερό πρέπει να είναι ο καλύτερος μας φίλος», λέει.
«Το να πίνουμε νερό ανάμεσα στα κοκτέιλ και το κρασί μας μπορεί να μας βοηθήσει να ”καθαρίσουμε” τον ουρανίσκο μας και να μας ενυδατώσει, βελτιώνοντας τη συνολική γευστική μας εμπειρία».
Όταν έρθει η ώρα του φαγητού, ας ενημερώσουμε τον σομελιέ μας τι έχουμε πιει
«Αν έχουμε πιει μερικά κοκτέιλ πριν το δείπνο, ας ενημερώσουμε τον σομελιέ του εστιατορίου προτού παραγγείλουμε κρασί με το γεύμα (σ.σ. αν φυσικά διαθέτει το συγκεκριμένο εστιατόριο», προτείνει ο Μπρίτζες.
«Ενημερώνοντας τον σομελιέ μας τι έχουμε καταναλώσει μπορεί να τον βοηθήσουμε να κάνει καλύτερες συστάσεις», λέει η Φανάτα, σημειώνοντας ότι στη συνέχεια οι σομελιέ μπορούν «να προτείνουν κρασιά που θα συμπληρώσουν τα προηγούμενα ποτά μας ή να επιλέξουν κρασιά με γεύσεις που θα ξεχωρίζουν παρά την όποια ”κούραση” μπορεί να έχει ο ουρανίσκος μας».
«Για όσους έχουν ξεκινήσει με κοκτέιλ, προτείνω να ξεκινήσουν με ένα ελαφρύ και δροσιστικό κρασί», συνεχίζει. «Ένα ”τραγανό” λευκό κρασί όπως το sauvignon blanc ή ένα ανοιχτό κόκκινο όπως pinot noir, μπορεί να είναι απαλό στον ουρανίσκο. Τα αφρώδη κρασιά ή τα ροζέ είναι επίσης εξαιρετικές επιλογές για τη μετάβαση από τα κοκτέιλ στο δείπνο».
Αλλά ας μην επιλέξουμε «κρασί με υψηλά επίπεδα τανίνης ή πολύ λεπτές γεύσεις, που μπορεί να μας φανούν ”επίπεδες” αν έχουμε πιει ουίσκι sour (γλυκόξινο κοκτέιλ)», λέει.
Το κοκτέιλ που θα παραγγείλουμε μπορεί επίσης να είναι ένας καλός ”οδηγός” για το τι θα πιούμε «Εάν οι άνθρωποι δεν ξέρουν τι είδος κρασιού θα ήθελαν να παραγγείλουν (την ώρα του φαγητού), ρωτάω συχνά τι είδους οινοπνευματώδη ποτά και κοκτέιλ έχουν απολαύσει», λέει ο Ρινγκ. «Ένας που πίνει ουίσκι μπορεί να είναι πιο πιθανό να απολαύσει ένα πλούσιο, δρύινο κόκκινο κρασί, ενώ κάποιος που πίνει τζιν μαρτίνι μπορεί να απολαύσει ένα πιο δροσιστικό λευκό κρασί», αναφέρει. Τέλος, προσφέρει κι αυτή τη συμβουλή για όσους αισθάνονται χαμένοι σε μια λίστα κρασιών: «Μην το πολυσκέφτεστε. Είμαστε εδώ για να διασκεδάσουμε.”
Πού πρέπει να αρχίσουμε να ψάχνουμε στη λίστα κρασιών; «Ας επιλέξουμε κρασιά που συμπληρώνουν τις γεύσεις των κοκτέιλ που έχουμε παραγγείλει», λέει η Κόιλε. «Για παράδειγμα, αν έχουμε πιει ένα κοκτέιλ εσπεριδοειδών, ένα κρασί με παρόμοιες νότες μπορεί να προσφέρει μια αρμονική μετάβαση».
Τέλος, προσφέρει τα παρακάτω ενθαρρυντικά λόγια: «Ο στόχος είναι να βελτιώσουμε συνολικά τη γευστική μας εμπειρία, διασφαλίζοντας ότι κάθε στοιχείο - είτε είναι ένα κοκτέιλ, κρασί ή φαγητό - μπορεί κανείς να το απολαύσει και να το εκτιμήσει πλήρως».