Το εργαλείο γραφής που σου φανέρωσε ένα νέο σύμπαν από ιστορίες, δεν το ξεχνάς ποτέ. Το πρώτο Montblanc που πήρα στα χέρια μου, ήταν το κλειδί μιας νέας ζωής.
Είμαστε δύο αγόρια στην ίδια οικογένεια: Ο ένας άκουγε παραινέσεις να γίνει μαθηματικός και ο άλλος ιατρός. Εγώ ήμουν αυτός που άκουγε από παππούδες και γιαγιάδες τα καλύτερα λόγια για την επιστήμη της ιατρικής, αλλά ποτέ δεν είδα τον εαυτό μου μέσα σε αυτήν και το μοναδικό στηθοσκόπιο που κράτησα ήταν σε μορφή παιχνιδιού. Δεν ήμουν παραπάνω από δέκα ετών, όταν γυρνούσα από τους αγώνες ποδοσφαίρου στην πλατεία της γειτονιάς μου, φωνάζοντας στην μητέρα μου “που είναι η εφημερίδα, που είναι τα περιοδικά μου” και δεν αστειευόμουν ποτέ. Το τελετουργικό της ανάγνωσης εφημερίδων και εφηβικών περιοδικών και της υπογράμμισης εκφράσεων για να τις ενσωματώσω αργότερα στις εκθέσεις μου, είχε πια καθιερωθεί. Παραπονιόμουν συνεχώς πως λέρωνα τα χέρια μου με τα μελάνια των στυλό του ψιλικατζίδικου και ήθελα ένα πιο στιβαρό εργαλείο για να κάνω τη δουλειά μου, ένα εργαλείο γραφής εμπνευσμένο από θρυλικούς αυτοκράτορες και μαγικά κείμενα.
Όταν πήρα στα χέρια μου το πρώτο μου Montblanc, ως δώρο γενεθλίων από τον πατέρα μου υποψιαζόμουν ήδη πως βρισκόμουν στην αρχή μιας νέας περιπέτειας. Ενώ οι συμμαθητές μου έβλεπαν παιδικές ταινίες, εγώ ανακάλυπτα τα ντοκιμαντέρ για τις φυλές των ανθρώπων, τις ιστορικές αναδρομές, τις κοινωνικές έρευνες. Κάτι λιγότερο από 18 χρόνια μετά, ξεκινούσα την πρώτη μου δουλειά στη δημοσιογραφία. Κάπου εδώ, θα με ρωτήσεις γιατί σου ανέφερα τον πατέρα μου. Τίποτα δεν είναι τυχαίο στο πέρασμα των γενεών της ζωής μας.
Ο πατέρας μου είχε επιχειρήσει στα 21 του να ασχοληθεί με το δημιουργικό κείμενο, όμως ένας ξαφνικός θάνατος τον έχρισε προστάτη οικογένειας και η επιθυμία να γράψει δημοσιογραφικά και λογοτεχνικά μπήκε σε δεύτερη μοίρα μπροστά στην ανάγκη εύρεσης δουλειάς για αξιοπρεπή επιβίωση. Μαζί με το πρώτο μου Montblanc, από τα χέρια του, πήρα και την ρομαντική αγάπη του για κάτι που εξελίχθηκε σε απραγματοποίητο όνειρο. Από το δικό του χέρι στο δικό μου περνούσε μια ουσία που δεν την βλέπουν τα μάτια αλλά μόνο η καρδιά, όπως έγραψε κάποτε και ο Antoine de Saint Exupery, μια αγνή αγάπη που μετουσιώνεται σε ένα διαχρονικό εργαλείο γραφής.
Όταν ανακαλύπτεις το δρόμο της δημοσιογραφίας και αποφασίζεις συνειδητά να τον ακολουθήσεις, έχεις πατήσει ήδη σε ένα ιδιαίτερo σκαλοπάτι αυτογνωσίας: Γνωρίζεις πώς στη δουλειά σου θα είσαι εργάτης και καλλιτέχνης ταυτόχρονα, πως θα ζωγραφίζεις πίνακες και θα φτιάχνεις σπίτια κάθε μέρα που θα περνάς στην αίθουσα μιας συντακτικής ομάδας.
Σήμερα το πρώτο μου Montblancαναπαύεται δοξασμένα σε ένα μυστικό κουτί στο υπνοδωμάτιο, και το γραφείο μου κοσμεί ένα ντουέτο από εργαλεία γραφής της σειράς Le Petit Prince. Γιατί καλλιτέχνης/εργάτης χωρίς τις λογοτεχνικές εικόνες που σε μεγάλωσαν, δεν γίνεσαι. Όμως εκείνο το πρώτο Montblanc δεν το ξεχνάς ποτέ: Είναι η φλόγα που παίρνεις στα χέρια σου για να συνεχίσουν τα όνειρα να έχουν αξία.