Το τίμημα της αιωνιότητας
Court of Emperor Justinian with (right) archbishop Maximian and (left) court officials and Praetorian Guards, Basilica of san Vitale of Ravenna, Italy.
Court of Emperor Justinian with (right) archbishop Maximian and (left) court officials and Praetorian Guards, Basilica of san Vitale of Ravenna, Italy.
Commons wikimedia

«Στις δεκατρείς Ιανουαρίου όταν έγιναν αρματοδρομίες, και οι δυο δήμοι παρακαλούσαν τον αυτοκράτορα να φανεί φιλεύσπλαχνος. Επέμειναν φωνάζοντας μέχρι την εικοστή δεύτερη σημαία (δήλωνε την έναρξη κάθε αρματοδρομίας), και απάντηση δεν αξιώθηκαν να πάρουν. Αφού ο διάβολος τους έβαλε στο μυαλό πονηρές σκέψεις, άρχισαν να φωνάζουν ο ένας δήμος προς τον άλλο, ‘’Πολλά τα έτη των φιλάνθρωπων πρασίνων και βενέτων.’’ Και όταν έληξαν οι αρματοδρομίες, κατέβηκαν κάτω και συμφιλιώθηκαν, συμφώνησαν να φωνάζουν ‘’Νίκα’’ (νίκη) ».

«Ο λαός συγκεντρώθηκε έξω από τα ανάκτορα και μπήκε μέσα. Ο πατρίκιος Βηλισάρις, ο στρατηγός, όταν πληροφορήθηκε το γεγονός, βγήκε έξω με το στρατό των Γότθων και κατέσφαξε πολλούς μέχρι το απόγευμα. Και στη συνέχεια έβαλαν (ο λαός) φωτιά στη χαλκόστεγη είσοδο των ανακτόρων και κάηκε μαζί η στοά των σχολαρίων, των προτηκτόρων και των κανδιδάτων και μετά έγινε μια διακοπή. Ομοίως κάηκε η σύγκλητος, όπου υπήρχε το λεγόμενο Αυγουσταίο και ολόκληρη η μεγάλη εκκλησία με όλους τους φοβερούς και θαυμαστούς κίονες, κάηκε τελείως σε όλες τις κατευθύνσεις του ουρανού».

Τα παραπάνω μεταφρασμένα αποσπάσματα προέρχονται από το Πασχάλιον Χρονικόν και αποδίδουν λεπτομερέστατα μία από τις πιο ταραχώδεις στιγμές που βίωσε η Κωνσταντινούπολη κατά την πρώιμη Βυζαντινή περίοδο. Βρισκόμαστε στο έτος 532μχ, και ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός Α’ ζει καταστάσεις πραγματικά ασφυκτικές. Οι δυο μεγάλοι δήμοι της πόλης έχουν ομονοήσει, γεγονός σπάνιο, με σκοπό να διαμαρτυρηθούν για τις συνεχείς κυρώσεις που τους επέβαλε ο αυτοκράτορας, για να μειώσει την επιρροή που ασκούσαν στο λαό της πόλης. Η πρωτεύουσα θα τυλιχθεί στις φλόγες και ένας ανιψιός του αποθανόντος Αναστασίου Α’ θα φορέσει την πορφύρα αναγορευόμενος αυτοκράτορας στον ιππόδρομο. Το θάρρος της συζύγου του Θεοδώρας και η αποφασιστικότητα των Ναρσή και Βελισαρίου, θα κρατήσουν τον Ιουστινιανό όρθιο και θα καταστείλουν την επανάσταση με τη χρήση ωμής βίας όπως μαρτυρά και το χρονικό. Αυτό είναι που θα επιτρέψει στον αυτοκράτορα, που προερχόταν από μία αγροτική οικογένεια του Ταυρήσιου, να συνδέσει το όνομα του με το διασημότερο δημιούργημα Βυζαντινής ναοδομίας. Την μεγαλόπρεπη τρουλαία βασιλική της Αγίας Σοφίας, μένοντας στην αιωνιότητα.

Το 535 ο στρατηγός Βελισάριος θα ξεκινήσει την εκστρατεία κατά των Οστρογότθων στην Ιταλία και οι νίκες θα διαδέχονται η μία την άλλη. Καταλαμβάνει τη Σικελία ακολουθούν η Νεάπολη, η Ρώμη και η Ραβέννα. Η αντίσταση των Οστρογότθων θα αποδειχθεί λυσσαλέα και οι Βυζαντινές κατακτήσεις μετέωρες. Μετά από σκληρούς και πολυδάπανους αγώνες ο ιδιαίτερα ικανός Ναρσής θα εξουδετερώσει την αντίσταση. Έπειτα από εικοσαετείς αγώνες το 555 ολόκληρη η Ιταλία θα αποτελεί και πάλι μέρος της αυτοκρατορίας. Μαζί με τη βόρεια Αφρική και το νοτιοανατολικό άκρο της Ιβηρικής χερσονήσου, το παλαιό Ρωμαϊκό imperium φαίνεται να παίρνει σάρκα και οστά. Το μεγαλεπήβολο και δαπανηρό σχέδιο του Ιουστινιανού, να αποκαταστήσει τη Ρωμαϊκή εξουσία στη Μεσόγειο θα πετύχει τουλάχιστον πρόσκαιρα, καθιστώντας τη Βυζαντινή λίμνη όπως αρέσκονται να λένε οι Βυζαντινολόγοι.

Το οικονομικό τίμημα της υστεροφημίας, του τόσο επιτυχημένου και καλλιεργημένου αυτού αυτοκράτορα, το πλήρωσε κατά βάση ο λαός. Αυτά για τα οποία σήμερα νιώθουμε υπερήφανοι, επέφεραν την πλήρη οικονομική εξάντληση του λαού μέσω της δυσβάστακτης φορολογίας που είχε επιβληθεί. Το μίσος του κόσμου θα επικεντρωθεί στον έπαρχο των πραιτωρίων Ανατολής Ιωάννη Καππαδόκη ο οποίος ήταν επιφορτισμένος με την εύρεση των οικονομικών πόρων.

Η πολιτική του Ιουστινιανού ήταν αδιαμφισβήτητα πολυεπίπεδη, όπως επίσης και η ικανότητα του να διαλέγει συνεργάτες, προσόν ιδιαίτερα σημαντικό για ηγεμόνα. Ο Βελισάριος με το Ναρσή ηγήθηκαν των κατακτητικών πολέμων, ο Τριβωνιανός κωδικοποίησε το δίκαιο στο σύνολό του και ο Καππαδόκης μεταρρύθμισε σε βάθος τη Βυζαντινή διοίκηση. Εμπνευστής όμως όλων αυτών των πρωτοβουλιών υπήρξε ο Ιουστινιανός. Μπορεί να μην ενσάρκωνε τον ιδεώδη αυτοκράτορα στα μάτια του λαού, ο οποίος έπρεπε να ήταν ικανός στρατιώτης και ικανός πολιτικός ταυτόχρονα, αλλά μικρή σημασία είχε. Δεν ηγήθηκε ποτέ εκστρατείας προσωπικά, αλλά διάλεγε εύστοχα αυτούς που μπορούσαν να το κάνουν καλύτερα από εκείνον.

Η επανάκτηση της δύσης πέρα από την οικονομική εξάντληση του λαού είχε και άλλα αρνητικά με κυριότερο την στρατιωτική παραμέληση των Βαλκανίων και τη ανατολής. Η δύναμη των Περσών αυξανόταν εις βάρος του Βυζαντίου στην Εγγύς ανατολή ενώ στη Βαλκανική, Σλαβικές και Βουλγαρικές φυλές εκμεταλλευόμενες την απουσία των στρατευμάτων από τα σύνορα άρχισαν τις επιδρομές. Για το Βυζαντινό λαό και τους αυτοκράτορες όμως, η παλινόρθωση του παγκόσμιου Ρωμαϊκού ιδεώδους ήταν στόχος διαχρονικός και απόλυτης προτεραιότητας. Με βάση αυτή την αντίληψη ο Ιουστινιανός υπήρξε ο τελευταίος «πραγματικός» ιδεολογικά, Ρωμαίος αυτοκράτορας. Μετά από αυτόν, το όνειρο της παγκοσμιότητας φθίνει σταδιακά με κάποιες σοβαρές αναλαμπές ανά περιόδους, με την ανατολή να παίρνει στην πράξη τα ιδεολογικά σκήπτρα της αυτοκρατορίας, εξ ου και η σταδιακή Ελληνοποίηση της. Φθίνει όχι σαν ιδέα φυσικά, αλλά σαν στόχος που τα οικονομικά του κράτους, και τα νέα γεωπολιτικά δεδομένα στη δύση τον καθιστούν εξαιρετικά μη ρεαλιστικό.

Το παραπάνω ψηφιδωτό είναι χαρακτηριστικό δείγμα μνημειώδους ζωγραφικής και προέρχεται από το ναό του Αγίου Βιταλίου στη Ραβέννα της Ιταλίας. Στο μέσο της πομπής προεξέχων, εικονίζεται ο Ιουστινιανός Α’ ο οποίος φορά λευκό χιτώνα και πορφυρή χλαμύδα με χρυσοϋφασμένο ταβλίον. Πλαισιώνεται από τρείς υψηλούς αξιωματούχους που φέρουν λευκή χλαμύδα με πορφυρό ταβλίον που πορπώνεται με χρυσή πόρπη δεξιά. Πρόκειται για ένδυμα της συγκλητικής τάξης. Επίσης εικονίζεται ο Μαξιμιανός τον οποίο είχε διορίσει επίσκοπο της πόλης ο αυτοκράτορας. Δεξιά του αυτοκράτορα είναι πιθανόν ο στρατηγός Βελισάριος. Το ψηφιδωτό προσπαθεί να αναπαραστήσει την παρουσίαση του νέου επισκόπου της πόλης στο λαό με προεξέχοντα τον ίδιο τον αυτοκράτορα. Πέρα από τους στρατιωτικούς αξιωματούχους εικονίζονται αριστερά του Ιουστινιανού και εκκλησιαστικοί. Ένας διάκονος που κράτα ευαγγέλιο και ένας υποδιάκονος που κρατά θυμιατήριο. Την κεφαλή του αυτοκράτορα περιβάλλει φωτοστέφανο που υποδηλώνει την αδιαμφισβήτητη κοσμική και θρησκευτική του εξουσία επί γης. Η πολυτέλεια των ενδυμάτων έχει σκοπό να μας εξάγει από την καθημερινότητα και να μας εισάγει στον υπερφυσικό κόσμο της αυτοκρατορικής αυλής.

Η βασιλεία του ίσως πιο διάσημου Βυζαντινού αυτοκράτορα ήταν όντως προορισμένη για να μείνει στην αιωνιότητα και τα κατάφερε. Πίσω από τη εκτυφλωτική λάμψη των κατακτητικών, διοικητικών, νομικών και οικοδομικών επιτευγμάτων του Ιουστινιανού, κρύβεται έντονος δεσποτισμός, αυταρχικότητα, αδικία και άκρατη φορολογική εκμετάλλευση των λαϊκών μαζών, οι οποίες χρηματοδότησαν και κατασκεύασαν εν πολλοίς τα μνημειώδη έργα που ανεγέρθηκαν και για τα οποία όλοι οι σύγχρονοι και μεταγενέστεροι κάτοικοι της πρωτεύουσας αισθάνονταν βαθιά υπερήφανοι βέβαια. Η υπεροψία τους και το αίσθημα της υπεροχής εξαιτίας της απαστράπτουσας πόλης τους ήταν έντονο. Και είναι αλήθεια… η Κωνσταντινούπολη ήταν αντάξια της μυθικής φήμης της. Ειδικά κατά το 6ο αιώνα είναι χωρίς υπερβολή η μητρόπολη του χριστιανικού κόσμου.

Υ.Γ: Μέσα από το παραπάνω άρθρο θα μπορούσα να εκθειάζω μονοδιάστατα τον Ιουστινιανό Α’ εν προκειμένω, για την πολιτική του, η οποία πρόσκαιρα υπήρξε όντως μεγαλειώδης ως προς το εύρος της. Αν το έκανα θα παρουσίαζα τη μίση αλήθεια της εποχής του. Ρωτάω ειλικρινά, αυτό είναι που χρειαζόμαστε; Μία αλήθεια κομμένη και ραμμένη στα μέτρα μας; Σε τι ωφελεί πρακτικά τον απλό κόσμο η αναμόχλευση μιας μονοπρόσωπης ιστορίας γεμάτης από διαχρονικές εποποιίες; Αν δεν ξεφύγουμε από το καταχρηστικό σύμπλεγμα του “εμείς δώσαμε τα φώτα του πολιτισμού στον κόσμο” δεν πρόκειται ποτέ να αποκτήσουμε ουσιαστική αυτοπεποίθηση, μόνο δανεική. Κανείς δεν είπε να διαγράψουμε από το μυαλό μας τη ιστορία του τόπου μας, αρκεί απλά να μην την καταχραζόμαστε. Αρκεί απλά να μην την εξιδανικεύουμε... Και κάτι τελευταίο. Στην ιστορία απαντάμε με ιστορία και στην άποψη με άποψη, μόνο. Οι προσωπικοί χαρακτηρισμοί και οι φαντασιακές ή και βιωματικές υποθέσεις περιττεύουν ως λύσεις αποδόμησης.

Το άρθρο έχει αρχικά δημοσιευθεί στο viewtag.gr

Δημοφιλή