Δεν υπάρχει έλλειψη πληροφοριών σχετικά με τον αντίκτυπο της πανδημίας COVID-19 στην ψυχική μας υγεία - από τα αυξανόμενα ποσοστά και την ένταση της κατάθλιψης και του άγχους έως τις επιπτώσεις στην ανάπτυξη των παιδιών.
Πολλοί ειδικοί έχουν αναφέρει την πανδημία ως παράδειγμα «συλλογικού τραύματος». Αλλά τι ακριβώς σημαίνει αυτή η κατηγοριοποίηση για εμάς ως άτομα και την παγκόσμια κοινωνία μας συνολικά;
Παρακάτω, οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας αναλύουν τη σημασία και τον αντίκτυπο του συλλογικού τραύματος, καθώς και πώς συγκρίνεται με το ατομικό τραύμα και πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε την εμπειρία.
Τι είναι συλλογικό τραύμα;
«Το ατομικό τραύμα είναι ένα τραυματικό συμβάν που συμβαίνει σε ένα άτομο, ενώ το συλλογικό τραύμα συμβαίνει όχι μόνο σε μια μικρή ομάδα ανθρώπων αλλά στην κοινωνία», δηλώνει ο Νταν Ράιντενμπεργκ, ειδικός ψυχικής υγείας και εκτελεστικός διευθυντής του Suicide Awareness Voices of Education. «Το συλλογικό τραύμα αλλάζει ιστορία και μνήμη για πολλούς. Αλλάζει τον τρόπο με τον οποίο επεξεργαζόμαστε και βλέπουμε όχι μόνο το τραύμα που βιώθηκε, αλλά τι κάνουμε με την ανάμνησή του καθώς προχωράμε».
Η Ρέιτσελ Τομάσιαν, αδειοδοτημένη θεραπευτής και ιδιοκτήτης της Playa Vista Counselling στο Λος Άντζελες, χαρακτήρισε το τελευταίο ως «δυσάρεστη εμπειρία που προκαλεί φόβο (και) που γίνεται αισθητή συλλογικά». Αναφέρει τον πόλεμο, τη γενοκτονία, τις φυσικές καταστροφές και άλλες καταστροφές μεγάλης κλίμακας ως παραδείγματα συλλογικού τραύματος.
Η πανδημία του κορονοϊού είναι ένα σαφές παράδειγμα συλλογικού τραύματος σε παγκόσμια κλίμακα, μια κοινή εμπειρία απώλειας και σοβαρής συναισθηματικής διαταραχής που έχει αγγίξει με κάποιον τρόπο κάθε πολίτη του κόσμου. Αυτό το ιστορικό γεγονός έχει αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι σκέφτονται και προσεγγίζουν την καθημερινή ζωή και έχει άλλες συνέπειες που θα συνεχιστούν και στο μέλλον.
Ποιες είναι οι επιπτώσεις του συλλογικού τραύματος;
«Τα συλλογικά τραύματα είναι σημαντικά επειδή αποδεικνύονται μετασχηματιστικά για μια κοινωνία», δηλώνει η Τομάσιαν στην HuffPost. «Ορισμένοι πολιτισμοί καθορίζονται σε μεγάλο βαθμό από ένα συλλογικό τραύμα και πώς θεραπεύτηκαν (από αυτό). Επιπλέον, οι άνθρωποι αλλάζουν τον τρόπο που ζουν ή δημιουργούν συστήματα ως αποτέλεσμα αυτών των εκδηλώσεων».
Εδωσε ως παράδειγμα την 11η Σεπτεμβρίου 2001 και τις τρομοκρατικές επιθέσεις ως παράδειγμα συλλογικού τραύματος για πολλούς Αμερικανούς, που οδήγησε σε έντονο φόβο και θλίψη για μεγάλο χρονικό διάστημα και αλλαγές στον τρόπο που ταξιδεύουμε που παραμένουν σε ισχύ μέχρι σήμερα. Οι επιθέσεις δημιούργησαν ευρείες πολιτιστικές και πολιτικές αλλαγές, εκτός από τους αγώνες ψυχικής υγείας όπως η μετατραυματική διαταραχή του στρες.
Με την πανδημία, οι άνθρωποι έχουν χάσει την εμπειρία της φυσικής αφής, μιας πολύτιμης μορφής (ψυχικής) άνεσης και ενός μηχανισμού αντιμετώπισης σε δύσκολες στιγμές. (Αυτό) μπορεί να οδηγήσει σε μακροπρόθεσμο αντίκτυπο στη στάση μας απέναντι στο άγγιγμα. Πολλοί άνθρωποι έχουν επίσης αναπτύξει αυξημένη ευαισθητοποίηση σχετικά με το σώμα τους και άγχος για την υγεία τους. Η χρόνια αβεβαιότητα και η έκθεση σε θάνατο σε τόσο μεγάλη κλίμακα είναι επίσης εξαιρετικά σημαντικά επακόλουθα.
Αν και το συλλογικό τραύμα μπορεί να επηρεάσει μεγάλες κοινότητες ανθρώπων, η έκταση και οι περιστάσεις μπορεί να διαφέρουν. Η πανδημία το κατέστησε (αυτό) πολύ σαφές επισημαίνοντας τις πολλές ανισότητες των Ηνωμένων Πολιτειών.
«Ενώ μια ολόκληρη ομάδα μπορεί να εκτεθεί σε ένα συλλογικό τραύμα, δεν επηρεάζονται όλοι το ίδιο», αναφέρει η Μαριαλένα Ντόμχεκερ, αδειοδοτημένη ψυχολόγος στο Μισούρι και το Τέξας.
«Εκείνοι που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή, έχουν άμεση απώλεια, έχουν σημαντικές οικονομικές επιπτώσεις, έχουν ήδη ιστορικά τραύματα ή έχουν ψυχολογικά ”υπόβαθρα” με σημαντικό άγχος και δυσκολίες (δηλαδή άτομα από περιθωριοποιημένα ή οικονομικά μειονεκτικά περιβάλλοντα) είναι πιο πιθανό να επηρεαστούν (περισσότερο) από το συλλογικό τραύμα».
Η Ντόμχεκερ προσέθεσε ότι ο τελευταίος χρόνος αποτέλεσε μια ιδιαίτερα δύσκολη στιγμή, δεδομένων πολλών άλλων εμπειριών τραύματος πέρα από την πανδημία, όπως περιστατικά αστυνομικής βίας, φυλετικής βίας και τα γεγονότα στις ΗΠΑ στο Καπιτώλιο τον Ιανουάριο που πήραν ιδιαίτερα μεγάλη δημοσιότητα.
«Και πάλι, οι περιθωριοποιημένοι άνθρωποι είναι πιο πιθανό να βιώσουν (περισσότερες) δυσκολίες από τις συνέπειες αυτών των γεγονότων», αναφέρει. «Νομίζω ότι είναι ιδιαίτερα σημαντικό να αφιερώσουμε χρόνο για να επικυρώσουμε και να αναγνωρίσουμε αυτές τις εμπειρίες πόνου, τόσο ως άτομα όσο και ως πολιτισμός, για να επιτρέψουμε την (πραγματοποίηση της) θεραπείας».
Πώς συγκρίνεται με το ατομικό τραύμα;
«Όταν μιλάμε για τραύμα, συνήθως περιγράφουμε ένα έντονα οδυνηρό συμβάν που συμβαίνει σε ένα άτομο ή (σε) λίγα άτομα», λέει η Τομάσιαν. «Παραδείγματα αυτού μπορεί να είναι ένα σοβαρό αυτοκινητιστικό ατύχημα στο οποίο βρίσκονται ένα ή δύο άτομα ή (μια) ληστεία σε τράπεζα που βιώνουν αρκετοί άνθρωποι».
Από την άλλη πλευρά, το συλλογικό τραύμα είναι ένα περιστατικό που βιώνει μια ολόκληρη ομάδα ανθρώπων. Το να προχωρήσουμε μπροστά μετά από (ένα) συλλογικό τραύμα μπορεί να φέρει επιπλέον προκλήσεις.
«Αυτό το είδος τραύματος επιδεινώνεται συχνά (μετά) από πολλή έκθεση στα μέσα ενημέρωσης γύρω από το εν λόγω συμβάν», αναφέρει η Μεγκ Γκίτλιν, ψυχοθεραπεύτρια στην Νέα Υόρκη, η οποία διαχειρίζεται τον λογαριασμό θεραπείας City Therapist στο Instagram.
Όταν αντιμετωπίζουμε προσωπική απώλεια ή δυσκολία, μπορεί να είναι χρήσιμο να αναζητήσουμε περισπασμούς όπως (ένα) κοινωνικό γεγονός ή (λίγο) χρόνο με αγαπημένα άτομα που δεν σχετίζονται με την κατάσταση. Τέτοιοι περισπασμοί είναι δυσκολότερο (να βρεθούν) κατά τη διάρκεια της πανδημίας με την κάλυψη ειδήσεων όλο το εικοσιτετράωρο, (με) περιορισμούς στις συγκεντρώσεις και το γεγονός ότι (το θέμα) τείνει να εμφανίζεται σχεδόν σε κάθε συνομιλία. Ωστόσο, το τελευταίο μπορεί μερικές φορές να είναι χρήσιμο.
«Υπάρχει ένα όφελος από την αίσθηση της κατανόησης και της επικύρωσης όταν βιώνουμε ένα συμβάν (μαζί) με άλλους, σε σύγκριση με την απομόνωση που μπορεί να προκύψει από την εμπειρία ενός ατομικού τραύματος», αναφέρει η Τομάσιαν. «Μας βοηθά πραγματικά να συγκρίνουμε τις ”ιστορίες πολέμου”. Δημιουργεί μια αίσθηση ενότητας και μας κάνει να αισθανόμαστε όχι μόνο λιγότερο απομονωμένοι και μόνοι, αλλά μας βοηθά επίσης να καταλάβουμε πόσο καθολική είναι η εμπειρία μας και η ψυχολογική μας αντίδραση.
Ωστόσο, η κοινή εμπειρία μπορεί επίσης να έχει αρνητικό αντίκτυπο στην ψυχική υγεία των ανθρώπων».
«Ένας τρόπος με τον οποίο το συλλογικό τραύμα διαφέρει από το ατομικό τραύμα είναι ότι ενώ οι άνθρωποι τείνουν να αισθάνονται λιγότερο ”μόνοι” στην εμπειρία του συλλογικού τραύματος, τείνουν επίσης να ελαχιστοποιούν τον αντίκτυπο που είχε σε αυτούς μέσω της σύγκρισής τους με εκείνους που το έχουν βιώσει. χειρότερα», λέει η Γκίτλιν στην HuffPost. «Έχω δει, για παράδειγμα, ανθρώπους στην πρακτική μου που αγωνίζονται να επεξεργαστούν πλήρως και να αναγνωρίσουν το τραύμα του περασμένου έτους, επειδή δεν έχουν χάσει κανέναν προσωπικά από το COVID ή ακόμα έχουν δουλειά. Υπάρχουν πολλά πράγματα που ακούγονται μετριάζοντας τον αντίκτυπο όπως: «Ήταν μια δύσκολη χρονιά, αλλά τουλάχιστον δεν μου συνέβη το χειρότερο»
Η Γκίτλιν προσθέτει ότι αυτή η προσέγγιση είναι συχνά προστατευτική επειδή επιτρέπει στους ανθρώπους να αποστασιοποιηθούν από το τραύμα και να διατηρήσουν την αίσθηση ότι τα κάνουν όλα σωστά.
«Για άλλους, μπορεί να είναι μια ώθηση να παραμείνουν δυνατοί και να ”κοιτάζουν την φωτεινή πλευρά” με την άσκηση ευγνωμοσύνης», συμπληρώνει. «Αυτό μπορεί τελικά να είναι επιζήμιο επειδή τους εμποδίζει να αντιμετωπίσουν πραγματικά τον αντίκτυπο του τραύματος με πρόσβαση σε υποστήριξη ή με το να αναγνωρίσουν τις απώλειές τους».
Πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε το συλλογικό τραύμα;
Υπάρχουν πολλές πηγές θεραπείας σε ζητήματα ψυχικής υγείας που μπορούν να μας βοηθήσουν να ξεπεράσουμε το τραύμα, συλλογικά ή με άλλο τρόπο. Αυτές περιλαμβάνουν επαγγελματική θεραπεία και ομάδες υποστήριξης.
«Ας μην το ξεχνάμε αυτό. Επειδή όλοι οι άλλοι βιώνουν επίσης απώλεια δεν σημαίνει ότι δεν χρειάζεται να ζητήσουμε την βοήθεια που δικαιούμαστε», δηλώνει η Σου Βάρμα, ψυχίατρος που εδρεύει στη Νέα Υόρκη. Τονίζει την σημασία του να αναγνωρίζουμε ότι δικαιούμαστε (να βιώσουμε) το δικό μας τραύμα και την προσωπική μας ανάγκη να θρηνήσουμε. Ας δώσουμε προσοχή στα συναισθήματά μας κι ας τα εξερευνήσουμε με έναν επαγγελματία, εάν χρειαστεί.
Η ίδια συστήνει επίσης το να απευθυνόμαστε σε αγαπημένους ή να προγραμματίσουμε ομαδικά αφιερώματα για να «τιμήσουμε» την εμπειρία. Οι άνθρωποι μπορούν να βρεθούν μαζί για να μοιραστούν τις ιστορίες τους, να φέρουν λουλούδια ή να συμμετάσχουν σε άλλες τελετές για να επεξεργαστούν αυτό που έχει συμβεί. Η εύρεση «κοινότητας» και η συλλογική αντιμετώπιση είναι συχνά χρήσιμη.
«Ας μιλήσουμε, ας ”τιμήσουμε” κι ας διοργανώσουμε συγκεντρώσεις όταν είναι ασφαλές να το κάνουμε, ας βάλουμε δραστηριότητες εκτός σπιτιού στο ημερολόγιό μας», λέει. «Ας προγραμματίσουμε αυτές τις αγκαλιές, εκείνες τις γιορτές και τους εορτασμούς, ακόμα κι αν είναι τροποποιημένες εκδόσεις ένεκα πανδημίας ή πρέπει να ξαναπρογραμματιστούν. Ας χαρίσουμε στον εαυτό μας κάτι για το οποίο ανυπομονούμε».
Ο Ράιντενμπεργκ, εκτελεστικός διευθυντής του Suicide Awareness Voices of Education, προτείνει να βοηθήσουμε άλλους ως μέρος της διαδικασίας αντιμετώπισης (του συλλογικού τραύματος).
«Για παράδειγμα, κάποιος μπορεί να πάει για ψώνια άτομα λιγότερο τυχερά ή ηλικιωμένους που είναι λιγότερο ικανοί να βγουν από τα σπίτια τους. Άλλοι μπορεί να προσφερθούν να πάρουν μια ομάδα παιδιών σε ένα πάρκο για λογαριασμό άλλων γονέων ώστε να μπορούν να χαλαρώσουν», αναφέρει.
«Το να βρούμε νόημα μετά από ένα τραυματικό συμβάν είναι ένας άλλος τρόπος για να θεραπευτούμε από την εμπειρία», προσθέτει η πρόσθεσε η Ντόμχεκερ . «Αυτό μπορεί να γίνει σε ατομικό ή κοινωνικό επίπεδο δημιουργώντας σκοπό μετά από ένα συμβάν ή θεσπίζοντας πολιτικές που οδηγούν σε θετικές αλλαγές και μεγαλύτερη ισότητα για την κοινωνία».
Ο περιορισμός της κατανάλωσης πολυμέσων είναι επίσης χρήσιμος, αναφέρουν οι ειδικοί. Ας αποσυνδεθούμε κι ας στρέψουμε τους προτιμώμενους μηχανισμούς αντιμετώπισης, είτε μαγειρεύουμε, ακούμε μουσική ή κάνουμε μεγάλες βόλτες. Το τραύμα μπορεί να είναι συλλογικής φύσης, αλλά δεν υπάρχει μια προσέγγιση για όλες τις θεραπείες.