Η απόφαση του Εμανουέλ Μακρόν να ασκήσει βέτο στις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) με Βόρεια Μακεδονία και Αλβανία, ερμηνεύεται στο πλαίσιο μιας ευρύτερης στρατηγικής, για ανάδειξης της Γαλλίας σε διαμορφωτή λήψης αποφάσεων σημαντικών διεθνών ζητημάτων.
Ο ανταγωνισμός Παρίσι – Βερολίνου, οι γάλλο – αμερικανικές σχέσεις και επαφές Εμανουέλ Μακρόν και Βλαντιμίρ Πούτιν, τείνουν να θεωρούνται οι κύριες μεταβλητές που επηρεάζουν την άσκηση της γαλλικής εξωτερικής πολιτικής. Ο γάλλος πρόεδρος έθεσε θέμα μεταρρύθμισης της διαδικασίας της διεύρυνσης καθώς και της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη διαδικασία λήψης των αποφάσεων, απορρίπτοντας την ευρωπαϊκή προοπτική Βόρειας Μακεδονίας και Αλβανίας.
Η προσεκτική ανάγνωση του γαλλικού «ΝΟ» παραπέμπει στις ακόλουθες πέντε παραμέτρους:
(α) Ο Εμανουέλ Μακρόν φιλοδοξεί να μεταρρυθμίσει την ΕΕ και να περιορίσει την επιρροή της Γερμανίας, που με ένταξη κρατών των δυτικών Βαλκανίων της ΕΕ, επιδιώκει να διευρύνει τους συμμάχους της μέσα στον ευρωπαϊκό οργανισμό. Η ένταξη τους στην ΕΕ, αποτελεί πάγια στρατηγική της γερμανικής εξωτερικής πολιτικής και προωθείται από το Berlin Process, την πρωτοβουλία της Άνγκελα Μέρκελ, που εγκαινίασε το 2014. Η απόρριψη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων Βόρειας Μακεδονίας και Αλβανίας, παραπέμπει σε σύγκρουση εξουσιών μεταξύ Μακρόν και Μέρκελ για την πρωτοκαθεδρία στην ΕΕ. Το βέτο Μακρόν σε Βόρεια Μακεδονία και Αλβανία ενδεχόμενος να του δίνει τη δυνατότητα να διαπραγματευτεί με τη Γερμανία πολιτικές, που επιθυμεί να προωθήσει εντός της ΕΕ. Ο Μακρόν από τότε που εκλέχτηκε στη γαλλική προεδρία, έχει εκπονήσει ατζέντα μεταρρυθμίσεων για την αναδιαμόρφωση της ΕΕ. Ωστόσο, οι προσπάθειές του αντιμετωπίζονται με απροθυμία υλοποίησής τους από την Μέρκελ.
ΠΙΓΚ-ΠΟΓΚ ΜΕΤΑ ΤΟ ΒΕΤΟ
Απάντηση Κομισιόν σε Ζάεφ: Οι αρχές παραμένουν δεσμευμένες στη συμφωνία των Πρεσπών
(β) Το βέτο Μακρόν εκθέτει τις δεσμεύσεις της ΕΕ προς τη Βόρεια Μακεδονία και υπονομεύει τη Συμφωνία των Πρεσπών, ως μοντέλο για την επίλυση και άλλων συγκρούσεων μεταξύ κρατών των δυτικών Βαλκανίων, όπως Σερβίας – Κοσόβου. Βασική προϋπόθεση για την ένταξη στις ευρωπαϊκές δομές είναι η επίλυση των «παγωμένων» συγκρούσεων. Η Βόρεια Μακεδονία μετά την απόρριψη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων κλυδωνίζεται από πολιτική κρίση – διενέργεια πρόωρων εκλογών στις 12 Απριλίου και παραίτηση της κυβέρνησης Ζάεφ (3 Ιανουαρίου 2020). Αν η ΕΕ εμφανίζεται ότι δεν είναι σε θέση να τηρήσει τις δεσμεύσεις της, τότε παρουσιάζει έλλειμμα αξιοπιστίας σε προσπάθειες επιλύσεις συγκρούσεων, ιδιαίτερα σε μια περιοχή που οι εθνικιστικές και θρησκευτικές διαμάχες καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό τις πολιτικές των κρατών των δυτικών Βαλκανίων.
(γ) Θεωρείται εν δυνάμει αμφισβήτηση του αμερικανικού γεωοικονομικού δόγματος στα δυτικά Βαλκάνια που επικεντρώνεται στο περιορισμό της ρωσικής επιρροής στην περιοχή, με ένταξη κρατών στις ευρωαντλαντικές δομές. Βόρεια Μακεδονία και ΝΑΤΟ υπέγραψαν το Φεβρουάριο του 2019 πρωτόκολλο ένταξης. Όμως, η γαλλική βουλή δεν έχει ακόμα επικυρώσει το πρωτόκολλο για τη Βόρεια Μακεδονία. Οι ΗΠΑ ενδεχομένως να ανησυχούν και για ένα γαλλικό «ΝΟ» στις διαδικασίες για την πλήρη ένταξη της Βόρειας Μακεδονία στο ΝΑΤΟ.
(δ) Διπλωματική κίνηση που δύναται να εκληφθεί ότι προσεγγίζει τη Ρωσία, καθώς η ένταξη κρατών των δυτικών Βαλκανίων στις ευρώ-ατλαντικές δομές δεν εξυπηρετεί τα στρατηγικά της συμφέροντα. Το σενάριο ότι η Γαλλία προωθεί ανεπίσημα μια ειδική προνομιακή σχέση που μπορεί να υποκαταστήσει την ένταξη στην ΕΕ, ενδεχομένως να συνδέεται με τις γάλλο-ρωσικές σχέσεις. Σύμφωνα με τη γαλλική πρόταση θα προσφερθεί στα κράτη των Δυτικών Βαλκανίων οικονομική στήριξη, ειδικές ρυθμίσεις για την πρόσβαση στις ευρωπαϊκές αγορές και άλλα οφέλη.
(ε) Τα γαλλικά συμφέροντα στην ανοικοδόμηση της Συρίας που ενδεχομένως να μη διασφαλίζονται από τις νέες ισορροπίες που διαμορφώνονται από την τουρκική στρατιωτική επιχείρηση στη βόρεια Συρία. Ο Μακρόν είχε δηλώσει ότι θα είναι «τερατώδες λάθος» αν ο πρόεδρος Μπασάρ Άσαντ παραμένει στην εξουσία. Η Ρωσία που είναι η μεγάλη κερδισμένη στη συριακή «γεωπολιτική σκακιέρα» και στενός σύμμαχος του Άσαντ, αναμένεται να έχει σημαντικό ρόλο στις πολιτικό-οικονομικές ισορροπίες της μετά-πολεμικής Συρίας. Η Γαλλία ανακοίνωσε τον Απρίλιο του 2018 ότι θα συνεισφέρει την περίοδο 2018-2020 πάνω από 1 δισεκατομμύριο ευρώ στη Συρία (250 εκατ. ευρώ σε επιχορηγήσεις και 850 εκατ. ευρώ σε δάνεια). Επίσης, η Γαλλία είναι ενεργό μέλος του Syria Recovery Trust Fund (SRTF) το οποίο παρέχει οικονομική υποστήριξη σε έργα στους τομείς της ύδρευσης, της αποχέτευσης, της ηλεκτρικής ενέργειας, της εκπαίδευση και της διαχείρισης αποβλήτων.
Ο Εμανουέλ Μακρόν επιδιώκει να προωθήσει τις διπλωματικές του φιλοδοξίες και τα συμφέροντα της Γαλλίας σε μια διεθνή γεωπολιτική σκακιέρα που θεωρείται ευμετάβλητη. Το βέτο σε Βόρεια Μακεδονία και Αλβανία, η παράταση δεκαπέντε ημερών για το Brexit, οι επικρίσεις στο ΝΑΤΟ που δεν απέτρεψε την τουρκική στρατιωτική επιχείρηση στη βόρεια Συρία καθώς και προς την Τουρκία και οι προσπάθειες διάσωσης της συμφωνίας για τα πυρηνικά του Ιράν, εντάσσονται σε ένα πλαίσιο δημιουργίας εντυπώσεων ότι ο Μακρόν ενεργεί και διαμορφώνει εξελίξεις. Όμως, το γεγονός ότι η Γαλλία δεν είναι υπερδύναμη καθιστά ιδιαίτερα δύσκολη την προσπάθεια του.