Φέτος, τα άρθρα για τον υπερτουρισμό μονοπώλησαν το ενδιαφέρον μου, καθώς ο αντίκτυπος αυτού του φαινομένου στις τοπικές κοινωνίες είναι μεγάλος. Όταν ζεις σε μια πόλη που αποτελεί παγκόσμιο πόλο έλξης τουριστών, οι οποίοι δεν σέβονται τη ρουτίνα της ζωής σου, τότε τα πράγματα αγριεύουν.
Αν δεν ανήκεις σε αυτούς που μπορούν να μετακομίσουν στα προάστια για να βρουν τη χαμένη ποιότητα ζωής, είσαι αναγκασμένος να πληρώσεις ακριβά για να απολαμβάνεις τις προσφερόμενες υπηρεσίες και τα αγαθά της πόλης σου. Οι επισκέπτες αγοράζουν πανάκριβα τα πάντα. Από ένα μπουκαλάκι νερό μέχρι ένα απλό γεύμα δυο πιάτων. Το ίδιο ισχύει και για σένα. Η διαφορά είναι ότι εσύ δεν ψάχνεις για εμπειρίες. Ψάχνεις την ησυχία σου, από αυτούς.
Αν τουρισμός για τον τουρίστα σημαίνει διασκέδαση και απόδραση, η τοπική κοινωνία θα τρέξει να πραγματοποιήσει τις επιθυμίες του. Αυτή είναι εξάλλου και η έννοια της επιχειρηματικότητας. Για να καταστεί όμως αυτό εφικτό, το επίπεδο ζωής των ντόπιων βρίσκεται σε κάθετη πτώση. Οι θυσίες των πολιτών στο βωμό του κέρδους των επιχειρηματιών προκαλούν, ανάλογα με την περίπτωση, άλλες φορές μεγάλη φθορά στο τουριστικό προϊόν, άλλες φορές ψυχολογική φθορά στους κατοίκους των περιοχών ή και τα δυο.
Ενδεικτικά θα αναφέρω τις εκπομπές ρύπων (CO2) ανά επιβάτη κάθε μέρα. Αν και εφαρμόζονται διάφορα πλάνα για τη μείωσή τους, η σημασία της βιωσιμότητας χάνει κατά κράτος. Διότι πέρα από τη μείωση των ποσοστών της ανεργίας και την ανάπτυξη που έρχεται μέσω του τουρισμού, η δεύτερη έχει καταντήσει να υποβαθμίζει αυτό που υποτίθεται και πρέπει να στηρίζει. Κι αυτό είναι το κοινό καλό. Κι ενώ η βιωσιμότητα αποτελεί καθοριστικό συντελεστή αξιολόγησης ενός καταλύματος, πολλοί σφυρίζουν αδιάφορα καταπατώντας το περιβάλλον χωρίς να λαμβάνουν υπόψη ότι δεν τους ανήκει, αλλά είναι κτήμα όλων των μελλοντικών γενεών.
Η πίεση που δημιουργεί ο μεγάλος συνωστισμός σε κορυφαίους ταξιδιωτικούς προσδιορισμούς (Βενετία, Μαδρίτη κ.α.), τονίζει την οξύτητα του προβλήματος που καλείται η τοπική κοινωνία να χρεωθεί. Αν δεν υπάρξει επανασχεδιασμός και αναχαίτιση, οι επιπτώσεις θα είναι μη αναστρέψιμες. Κι αυτό, όχι σε βάθος δεκαετίας, αλλά πολύ συντομότερα. Ο μόνος τρόπος για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος είναι ο συντονισμός όλων των εμπλεκόμενων φορέων που θα σχεδιάσουν μια στρατηγική επικοινωνίας που θα πορεύεται δίπλα στην κοινωνία με γνώμονα τη βιωσιμότητα και όχι απέναντι της.
***
Η Γκέλη Ντηλιά είναι αριστούχος απόφοιτος ΙΕΚ Άργους, τμήμα Στέλεχος Μονάδων Φιλοξενίας. Έχει επιμορφωθεί στην Οργάνωση και Διοίκηση Τουριστικών Επιχειρήσεων από το Πανεπιστήμιο Αιγαίου, στο Τουριστικό και Ταξιδιωτικό Μάνατζμεντ από το Πανεπιστήμιο του Κουίνσλαντ και στην Ασφάλεια στον Τομέα των Ξενοδοχείων του Τουρισμού από τον Φορέα CEARS σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Gugliemo Marconi.