Oι ψηφοφόροι που θα προσέλθουν στις κάλπες την Κυριακή (31 Μαρτίου) δεν θα δουν το όνομα Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν γραμμένο στα ψηφοδέλτια, γιατί ο Τούρκος πρόεδρος δεν μπορεί να είναι υποψήφιος (και) στις δημοτικές εκλογές.
Ωστόσο, σε μία εξαιρετικά εύστοχη πολιτική ανάλυση, το ηλεκτρονικό περιοδικό Politico παρατηρεί ότι ο Ερντογάν αγωνίζεται εδώ και πολλές εβδομάδες, σε μία από τις πιο έντονες εκστρατείες του:
«Καθώς η ύφεση χτυπά την πόρτα της γείτονος και πιέζει εκατομμύρια νοικοκυριά, διακυβεύεται ο έλεγχος περίπου 80 δήμων. Σε αυτούς περιλαμβάνονται οι δύο μεγαλύτερες πόλεις της χώρας, όπου το συντηρητικό κίνημα του Ερντογάν έχει κυριαρχήσει για ένα τέταρτο του αιώνα, αλλά τώρα αντιμετωπίζει σοβαρές προκλήσεις από μια απρόσμενα συμπαγή αντιπολίτευση.»
Politico.eu
Ο Ερντογάν εδραιώνεται σταθερά στην εξουσία, αξιοποιώντας στο έπακρο τα πλεονεκτήματα που προσφέρει η προεδρία, μετά την θριαμβευτική νίκη του 2018. Ωστόσο, αντιλαμβάνεται ότι μία ακόμη νίκη - αυτή τη φορά στις εκλογές για τους δημάρχους και τα δημοτικά συμβούλια - αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση, ώστε να διατηρήσει τον πλήρη έλεγχο της κατάστασης. Ο ίδιος θεωρεί απαραίτητο και αυτονόητο τον αυταρχισμό, ώστε να κυριαρχεί στην τουρκική κοινωνία. Δομές και θεσμοί που κινούν νήματα σε κομμάτια του κράτους, ίσως αλλάξουν συμπεριφορά, εάν διακρίνουν στον ορίζοντα την προοπτική μίας κυβερνητικής αλλαγής.
“Τα γεγονότα στην περιοχή μας δείχνουν ότι δεν πρόκειται για απλή εκλογή, για τοπικούς διαχειριστές. Οι εκλογές αυτές εξελίσσονται σε ζήτημα επιβίωσης για τη χώρα μας.”
Δεν είναι καθόλου παράξενο, λοιπόν, που ο Τούρκος πρόεδρος επιμένει να δίνει χαρακτήρα δημοψηφίσματος στις κάλπες της 31ης Μαρτίου.
Προσέξτε την ρητορική και το ύφος του: Επαναλαμβάνει - σε βαθμό πλύσης εγκεφάλου - ότι χωρίς την ισχυρή ηγεσία του, μπορεί να βυθιστεί η χώρα στο χάος...
Έχει παρουσιάσει την εκλογή της Κυριακής ως υπαρξιακό τεστ για τη χώρα του, λέγοντας στους Τούρκους ότι μόνο η δική του ισχυρή ηγεσία μπορεί να τους προστατεύσει από το χάος που κρύβεται κοντά.
Η νίκη σε μία από τις δύο μεγαλύτερες πόλεις της Τουρκίας μπορεί να μην χαλαρώσει τον ασφυκτικό έλεγχο του Ερντογάν πάνω στη χώρα, αλλά μπορεί να αποκαλύψει μία αχίλλειο πτέρνα του «συστήματος Ερντογάν» μετά από 16 χρόνια στο τιμόνι.
Στο μεταξύ, οι φόβοι για την εθνική ασφάλεια (τους οποίους καλλιεργεί ο ίδιος ο Ερντογάν για να «ψαρέψει» ψήφους...) λειτουργούν αρνητικά για την οικονομία. Η τουρκική λίρα κατέρρευσε το 2018, σπρώχνοντας την οικονομία σε ύφεση. Ο πληθωρισμός εκτοξεύθηκε στο 20% και εκατομμύρια άνθρωποι έγιναν άνεργοι.
Ο Ερντογάν κατηγορεί τις ξένες δυνάμεις για υπονόμευση της τουρκικής οικονομίας. Η ύφεση έχει γίνει το βασικό ζήτημα των εκλογών.
Σε μία έρευνα, το 65% των ερωτηθέντων ανέφερε την ύφεση ως το κύριο πρόβλημα της χώρας και περισσότεροι από τους μισούς δήλωσαν ότι θα επηρεάσει την ψήφο τους.
Ο Ερντογάν εξακολουθεί να είναι ο πιο δημοφιλής πολιτικός της Τουρκίας, ωστόσο, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η ακούραστη εκστρατεία του δεν μπορεί να φέρει το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) στην κορυφή σε πόλεις όπως η πρωτεύουσα της Τουρκίας Άγκυρα, ο βιομηχανικός κόμβος της Μπούρσα, ή τα Άδανα στο νότο.
Στην Άγκυρα, ο υποψήφιος της αντιπολίτευσης οδηγεί την κούρσα με μικρό προβάδισμα (δύο ποσοστιαίες μονάδες).
Το AKP χάνει επίσης την Κωνσταντινούπολη - σε επίπεδο δημοσκοπήσεων - αν και ορισμένοι αναλυτές θεωρούν οριακή τη διαφορά.
«Η Κωνσταντινούπολη και η Άγκυρα συμβόλιζαν την απίστευτη πολιτική άνοδο του Ερντογάν στην εξουσία», δήλωσε στο Politico.eu ο Σονέρ Καγκάπταϊ, διευθυντής ερευνών για την Τουρκία στο Ινστιτούτο για την Πολιτική της Εγγύς Ανατολής (Ουάσιγκτον) και συγγραφέας βιογραφίας του Ερντογάν.
“Η απώλεια της Αγκυρας και της Κωνσταντινούπολης θα ήταν ένα συμβολικό, αλλά βαρύ πλήγμα στην εικόνα του Ερντογάν. Μέχρι τώρα έχτιζε την εικόνα ότι, ως αήττητος ηγέτης, ποτέ δεν χάνει μια πολιτική μάχη”
Στην Κωνσταντινούπολη, η αντιπολίτευση στη μεγάλη πλειοψηφία της υποστηρίζει από κοινού τον Εκρέμ Ιμάμογλου, τον υποψήφιο δήμαρχο του Δημοκρατικού Λαϊκού Κόμματος (CHP).
Ο ίδιος έχει αστειευτεί, ότι αντίπαλός του δεν είναι ο υποψήφιος του ΑΚΡ Μπιναλί Γιλντιρίμ, δηλαδή ο πρώην πρωθυπουργός, αλλά ο ίδιος ο Ερντογάν, του οποίου η εικόνα είναι αναρτηθεί σε αφίσες σε όλη την πόλη.
Η Κωνσταντινούπολη, η πατρίδα του Ερντογάν, έχει ιδιαίτερο ιστορικό βάρος για τον Τούρκο Πρόεδρο. Ο ίδιος καθιερώθηκε στην πολιτική σκηνή το 1994, όταν εκλέχθηκε ως δήμαρχος της πόλης, κερδίζοντας εύσημα για την επέκταση των κοινωνικών υπηρεσιών, τον περιορισμό της ρύπανσης και την αναδιάρθρωση των δημόσιων συγκοινωνιών.
Από τότε που μετακόμισε στην πρωτεύουσα το 2003, επέμεινε να ασχολείται προσωπικά με την εικόνα της Πόλης, μετατρέποντας ένα τοπίο 8.000 ετών (!) με νέες γέφυρες, ουρανοξύστες και τζαμιά.
Με ένα τόσο μεγάλο στοίχημα μπροστά του, ο Ερντογάν τα παίζει όλα για όλα. Η προεκλογική καμπάνια του - στην οποία υπήρξε πρωταγωνιστής, αν και εκλεγμένος Πρόεδρος της Τουρκίας - συμπεριέλαβε ακόμα και τη διανομή επιδοτούμενων από το κράτος ειδών διατροφής σε μεγάλες πόλεις, ώστε να αποθαρρύνει τους ψηφοφόρους που ανησυχούσαν για τις αυξανόμενες τιμές των τροφίμων.
Στο τέλος, ξεπέρασε τον εαυτό του, με μία πρόταση που απευθύνεται ολοφάνερα στους εθνικιστές και στους συντηρητικούς ψηφοφόρους: να μετατρέψει την Αγία Σοφία της Κωνσταντινούπολης σε τζαμί, καταργώντας το υφιστάμενο καθεστώς του μουσείου. Είναι μία κίνηση που θα είχε τεράστιο κόστος, όχι στο εσωτερικό αλλά σίγουρα πολύ πέρα από τα σύνορα της Τουρκίας.
Και μοιάζει σαν το τελευταίο χαρτί, ενός ηγέτη που χάνει την ψυχραιμία του.
με πληροφορίες από τo Politico.eu