Ο Ρ. Τ. Ερντογάν μετά το «πραξικόπημα» του 2016 επιχείρησε μια σχεδιασμένη, βίαιη και κατεπείγουσα απόπειρα ανασύστασης νέο-οθωμανικής αυτοκρατορίας μέσα στον εικοστό πρώτο αιώνα, με συνεργάτη το ακραίο, φασιστικό κόμμα των «Γκρίζων Λύκων».
Για την επίτευξη της φαντασίωσης αυτής, δεν δίστασε να εγκαταλείψει την σταθερή πορεία της Τουρκίας στη διεθνή σκηνή για ένα περίπου αιώνα, με απογοητευτικά αποτελέσματα τόσο στο εξωτερικό, όσο και στο εσωτερικό.
Στο εξωτερικό, η Τουρκία γνωρίζει μια πρωτόγνωρη διπλωματική απομόνωση. Παραδοσιακά φιλικές σχέσεις με χώρες Β. Αφρικής, Μ. Ανατολής, Βαλκανίων, Αραβίας, Καυκάσου και Ευρώπης από την εποχή της διάλυσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την ίδρυση της σύγχρονης Τουρκικής Δημοκρατίας στις 29 Οκτωβρίου 1923, συμμαχικοί δεσμοί μισού (και πλέον) αιώνα με διεθνείς Οργανισμούς όπως εκείνος του Βορειοατλαντικού Συμφώνου και πολλοί άλλοι, δοκιμάζονται σκληρά ή διαλύονται τελείως.
Η φαντασίωση του κατακτητικού, οθωμανικού μεγαλείου σαν σύγχρονη εθνική υποχρέωση, η ταυτόχρονη απόρριψη όλων των ειδεχθών εγκλημάτων του οθωμανικού παρελθόντος και η χρησιμοποίηση μιας ξένης προς το καθιερωμένο διεθνές διπλωματικό πλαίσιο επιθετικής και προσβλητικής ρητορικής, αποτελούν ακραίες καταστάσεις οι οποίες απορρίπτονται συνολικά από την διεθνή κοινότητα.
Οι συνεχείς προσπάθειες «προσαρμογής» του διεθνούς δικαίου στις φαντασιώσεις του νέο-οθωμανισμού με κραυγαλέες αυθαιρεσίες, έχει επιφέρει τα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα.
Με την πρόσθετη επώδυνη συνέπεια ενός ανεπάντεχα υψηλού φόρου αίματος στα πεδία των διάφορων μαχών, τον οποίο είναι δύσκολο να αποδεχτεί η τουρκική κοινωνία.
Στο εσωτερικό της Τουρκίας, η πολιτική κατάσταση επιδεινώνεται ραγδαία.
Το «πραξικόπημα» του 2016 εγκαινίασε ένα απάνθρωπο κυνήγι μαγισσών εναντίον των «Γκιουλενιστών», δηλαδή όλων των αντιφρονούντων, που μοιάζει εξαιρετικά με το κυνήγι των τροτσκιστών από τον Στάλιν.
Ένας άγνωστος αριθμός ανθρώπων δολοφονήθηκε, δεκάδες χιλιάδες φυλακίστηκαν, το 95% των ΜΜΕ τέθηκε υπό τον έλεγχο των ισλαμιστών και των φασιστών ποδοπατώντας κάθε έννοια ελευθερίας της έκφρασης, το κράτος δικαίου μετατράπηκε σε εκτελεστικό όργανο της εξουσίας με την ξεδιάντροπη «καθοδήγηση» εισαγγελέων και δικαστών.
Οι συνεχείς διώξεις των εκλεγμένων συν-αρχηγών, πολιτευτών και χιλιάδων στελεχών του φιλοκουρδικού κόμματος HDP εκφράζει την αγωνία των ισλαμοφασιστών που ελέγχουν την τουρκική εξουσία, για την αυξανόμενη επιρροή του HDP και τους κινδύνους που αυτό συνεπάγεται για την μακροημέρευση τους.
Ο Ρ.Τ. Ερντογάν, όπως όλοι οι παντουρκιστές, δίνουν τεράστια σημασία στην βιτρίνα, στον φερετζέ της Τουρκικής «Δημοκρατίας».
Μπορεί να εφαρμόζουν στην πράξη τις πιο τερατώδεις αυθαιρεσίες, αλλά προσέχουν υπερβολικά ώστε να έχουν πάντα ένα «φύλο συκής» σαν δικαιολογία.
Θα απαγορεύσουν την λειτουργία του HDP για (δήθεν) «δεσμούς τρομοκρατίας» με το εκτός νόμου ΡΚΚ, θα προσπαθήσουν να τροποποιήσουν το σύνταγμα ώστε να νομιμοποιήσουν την «προσαρμογή» του στις τρέχουσες εκλογικές δυνατότητες των «συνεταίρων» της εξουσίας, θα κάνουν εκτεταμένη νοθεία στις κουρδοκρατούμενες νοτιοανατολικές επαρχίες και όπου αλλού είναι δυνατόν χωρίς να πιαστούν «επί τω έργω», θα εντείνουν τις επιδόσεις τους στα Fake News (σύμφωνα με το Forbes, το 49% των «ειδήσεων» που κυκλοφορούν επίσημα στην Τουρκία είναι Fake News), θα προσπαθήσουν να επαναφέρουν την θανατική ποινή που καταργήθηκε στην Τουρκία το 2004 για εκφοβισμό της κοινής γνώμης κ.α.π.
Όλα όμως αυτά, προκειμένου να τηρηθούν τα προσχήματα, απαιτούν ένα ελάχιστο, κατώτατο ποσοστό επιρροής στο εκλογικό σώμα.
Δυστυχώς για τους «συνεταίρους» της τουρκικής εξουσίας, όλες οι μετρήσεις της κοινής γνώμης δείχνουν δύο πρόσωπα να προηγούνται σταθερά για την προεδρία της Τουρκικής Δημοκρατίας.
Ο δήμαρχος της Άγκυρας Μανσούρ Γιαβάς και ο δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου.
Εκείνοι που δηλώνουν «Δεν θα ψήφιζα ποτέ για τον Ερντογάν» ανέρχονται πλέον στο 48% των δειγμάτων.
Στην τελευταία δημοσκόπηση της εταιρίας Aksoy που δημοσίευσε η Cumhuriyet την Κυριακή 9 Μαΐου 2021, ακόμα και η Μεράλ Ακσενέρ ξεπέρασε τον Ερντογάν: Ο Γιαβάς προηγείται με 12,7% του Ρ.Τ.Ερντογάν, ο Ιμάμογλου με 9,5% και η Ακσενέρ με 0,1%.
Το φιλοκουρδικό ΗDP με τόσες διώξεις, φυλακίσεις και μένος των κρατούντων, ήδη αποτελεί ρυθμιστικό παράγοντα των επερχόμενων προεδρικών εκλογών της Τουρκίας, αφού συμβάλλει σημαντικά στην δημοσκοπική εικόνα των δημάρχων Αγκύρας και Κωνσταντινούπολης.
Το εσωτερικό τοπίο συμπληρώνουν η κατάρρευση της τουρκικής λίρας, με ότι αυτό συνεπάγεται για μια μέση οικογένεια (η ισοτιμία διατηρείται σταθερά πλέον πάνω από 10 τουρκικές λίρες για κάθε 1 Ευρώ, έναντι 4 λιρών, μόλις το 2017).
Η ραγδαία εξάπλωση της πανδημίας από ανεπαρκή κρατική αντιμετώπιση (5 εκατομμύρια επίσημα κρούσματα, 50.000 επίσημοι θάνατοι).
Η «εκτίναξη» του επίσημου πληθωρισμού στο 13,6%.
Τα συνεχή σκάνδαλα (ο γαμπρός του προέδρου φέρεται ιδιοκτήτης μεγάλων εκτάσεων γύρω από το νέο κανάλι της Κωνσταντινούπολης το οποίο θα κατασκευασθεί από την «συμμορία των 5», δηλαδή τους πέντε «κολλητούς» εργολάβους οι οποίοι «αναλαμβάνουν» όλα τα τουρκικά δημόσια έργα.
Η «εξαέρωση» 2 δισ. δολαρίων από τον (εξαφανισμένο) «ημέτερο» Φατίχ Οζέρ με την μέθοδο των κρυπτονομισμάτων, η απώλεια 128 δισ. δολαρίων τα οποία (υποτίθεται) ότι δαπανήθηκαν για την στήριξη της τουρκικής λίρας, η «αναζήτηση» 159 τόνων χρυσού της κεντρικής τράπεζας κ.α.π.
Συμπεράσματα: Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν γνωρίζει πολύ καλά ότι αν παραδώσει την εξουσία το πιθανότερο είναι να αντιμετωπίσει μια νέα «Δίκη της Πλάτης» για διαφθορά, βύθιση της «Γαλάζιας Πατρίδας», νεποτισμό και πολλά άλλα.
Το τέλος του θα είναι ανάλογο με εκείνο του Αντνάν Μεντερές το 1961 και σίγουρα η αγχόνη αν ο ίδιος επαναφέρει την θανατική ποινή, όπως επιμένει ο φασίστας συνέταιρος της τουρκικής εξουσίας προκειμένου να εκκαθαρίσει χωρίς ενοχλητικά «εμπόδια» τους αντιπάλους του.
Οι συνθήκες όμως του 2021 δεν μοιάζουν με εκείνες της δεκαετίας του 1960. Οι πιο επικίνδυνοι από τους αντιπάλους του Ρ. Τ. Ερντογάν βρίσκονται φυλακισμένοι.
Ο στρατός αποδεκατισμένος από τις συνεχείς διώξεις, αλλά ακόμα ελεγχόμενος.
Η κυριαρχία των ισλαμιστών και φασιστών στα σώματα ασφαλείας, την τουρκική δικαιοσύνη, όλα σχεδόν τα θεσμικά όργανα, το συντριπτικό ποσοστό των τουρκικών ΜΜΕ καθώς και ο ιδιωτικός στρατός του Ρ. Τ. Ερντογάν (SADAT του απόστρατου ταξίαρχου Αντνάν Τανριβέρντι, τζιχαντιστές με την καθοδήγηση της πανίσχυρης ΜΙΤ του Φιντάν Χακάν) δεν υποχρεώνουν ούτε τον Ερντογάν, ούτε τους φασίστες να παραδώσουν την εξουσία και να χάσουν το κεφάλι ή την ελευθερία τους.
Καλυμμένα ή απροκάλυπτα θα προσπαθήσει να κρατήσει την εξουσία και την αυλή του, ακόμα και μετά από μια εκλογική ήττα.
Αυτό όμως θα αποτελέσει την θρυαλλίδα ραγδαίων εξελίξεων μέσα στην Τουρκία με ένα εμφύλιο πόλεμο εξαιρετικά πιθανό αν όχι βέβαιο…