Η Άγκυρα κινείται στο πλαίσιο της σταθερής αντίληψης που διαπνέει το τουρκικό πολιτικό σύστημα περί της ικανότητας του τουρκικού χώρου να εκδηλώνει στρατηγικά προσανατολισμένα δυνατότητες εμπέδωσης κυριαρχίας στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής. Συνάπτει προς τούτο συμφωνίες εν είδει συμμαχικών προσεγγίσεων με χώρες παραδοσιακά προσκείμενες προς την Άγκυρα, όπως η Λιβύη, με απώτερο στόχο την δημιουργία ενός πλαισίου αναδεικνύοντος ή προβάλλοντος την κυριαρχική παρουσία της Άγκυρας στην ευρύτερη περιοχή.
Στο πλαίσιο της ανάδειξης ενός στρατηγικά ευνοϊκού για τα τουρκικά συμφέροντα παρεμβατικού ρόλου της Άγκυρας, σημειώθηκε και η υπογραφή μνημονίου κατανόησης και συνεργασίας μεταξύ του Προέδρου Ερντογάν και του Φαγέζ αλ Σαράζ. Πρέπει να σημειώσουμε πως η Λιβύη ως κράτος και ως πολιτειακό μόρφωμα βρίσκεται εν μέσω ενός εν εξελίξει υφιστάμενου εμφυλίου, όπου αφενός εμφανίζεται η νομιμοποιημένη κυβέρνηση της Τρίπολης του εξαρτώμενου από την Άγκυρα, Φαγέζ αλ Σαράζ, ενώ αφετέρου ο αποκαλούμενος Ελεύθερος Στρατός της Λιβύης υπό την ηγεσία του στρατηγού Χαλίφα Χαφτάρ, διαδραματίζει ρόλο αμφισβήτησης και διάσπασης του πολιτειακού λιβυκού σχήματος, τόσο στο έδαφος, όσο και στην συνταγματική τάξη. Η χώρα, κατά ταύτα, είναι χωρισμένη στα δύο ενώ την ίδια στιγμή η Τουρκία παρεμβαίνει στον χώρο ενισχύοντας τις δικές της δυνάμεις με οπλικά συστήματα και πολεμοφόδια, έτσι ώστε να μετατρέψει την Λιβύη σε τουρκικό προτεκτοράτο.
Αθήνα, Λευκωσία και Κάιρο υπογράμμισαν εν προκειμένω πως οι συμφωνίες που έλαβαν χώρα στην Κωνσταντινούπολη δεν απηχούν το κύρος και την αξιοπιστία διατάξεων διεθνούς δικαίου, αλλά τελούν εν δυσαρμονία προς τούτο, μη έχουσες νομική ισχύ. Η τουρκική θέση, υιοθετώντας την αντίληψη πολιτικής ιδιαιτεροτήτων ως προς την εφαρμογή του διεθνούς δικαίου, δεν επιχειρεί την οριοθέτηση ΑΟΖ βάσει της μέσης γραμμής, η οποία στηρίζεται στην Σύμβαση για το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας του 1982, αλλά βάσει ειδικών συνθηκών, όπως η ίδια τις προσδιορίζει και προσομοιάζουν στα συμφέροντά της.
Το σκεπτικό της Τουρκίας εδράζεται στην οπτική πως η χώρα διαθέτει ακτογραμμή 2200 χιλιομέτρων στην Ανατολική Μεσόγειο, όπερ και υπογραμμίζεται στην πρόσφατη επιστολή που απέστειλε ο Μόνιμος Αντιπρόσωπος της Τουρκίας στα Ηνωμένα Έθνη, Φεριντούν Σινιρίογλου, διά της οποίας επιχειρείται να αναδειχθεί η σπουδαιότητα του τουρκικού ρόλου στην περιοχή, ρόλος που προσδιορίζεται κατ’ αυτά με μία εντέχνως προβαλλόμενη νομιμοφάνεια. Η τουρκική οπτική αγνοεί εκκωφαντικά την διεθνή νομιμότητα σε νήσους, όπως εν προκειμένω η Κρήτη. Υπενθυμίζεται, κατά τα ανωτέρω, πως η Σύμβαση του Μοντέγκο Μπέυ, η οποία έχει κυρωθεί από πέραν των 160 χωρών, καθιστάμενη τοιουτοτρόπως αναγκαστικό δίκαιο, προνοεί κατά τρόπο μη επιδεχόμενο αμφισβήτησης το γεγονός πως τα νησιά διαθέτουν αιγιαλίτιδα ζώνη, υφαλοκρηπίδα και Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη.
Τα ανωτέρω λαμβάνουν χώρα ίσως καθόλου τυχαία μετά την αρνητική στάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης έναντι των τουρκικών ενεργειών στην κυπριακή ΑΟΖ, γεγονότα που η Τουρκία δεν λαμβάνει υπόψη της, υπολογίζοντας αποκλειστικά και μόνον σε ίδιες δυνάμεις προβολής ισχύος και παραπέμποντας σε ένα ιστορικά δοκιμασμένο παράδειγμα των διεθνών σχέσεων, που υπογραμμίζει το «might makes right», δηλαδή η ισχύς δημιουργεί δίκαιο.
Η πρόσφατη εξέλιξη μεταξύ Τουρκίας και Λιβύης δεν εκδηλώνεται ως κεραυνός εν αιθρία, αλλά άπτεται παλαιοτέρων τουρκικών κινήσεων, όπου κατά τον παρελθόντα Νοέμβριο του 2018, όταν ο Χουλουσί Ακάρ ευρισκόμενος σε επίσημη επίσκεψη στην Λιβύη προέβαλε χάρτες, διά των οποίων απεικονιζόταν πως δήθεν η Ελλάδα επιχειρούσε να αποσπάσει δικαιώματα και συνθήκες λιβυκών δικαιωμάτων, όπως σχετική έκταση 39.000 τ.χ., νοτίως της Κρήτης, τα οποία, κατά την εκτίμησή του, εντάσσονταν στην λιβυκή κυριαρχία. Η τουρκική συλλογιστική προσάπτει στην Ελλάδα την σκοπιμότητα ή τον σχεδιασμό αξιοποίησης της λιβυκής πολιτικής αστάθειας και ρευστότητας προς ίδιον όφελος. Το ως άνω γεγονός, το οποίο έλαβε χώρα ένα χρόνο πριν, σήμερα επανέρχεται, όχι πλέον ως απεικόνιση σε χάρτη, αλλά ως πραγματικότητα, που οφείλει να προβληματίσει και να κινητοποιήσει την ελληνική κυβέρνηση προς την κατεύθυνση υπεράσπισης των δικαιωμάτων της χώρας.
Η Άγκυρα σήμερα αξιοποιώντας ευκαιρίες και δυνατότητες, που της επιφέρουν το μικρότερο δυνατό κόστος, επιδιώκει να ικανοποιήσει τις επεκτατικές της βλέψεις στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής. Οι κινήσεις και ενέργειες της Τουρκίας παράγουν στην διαδρομή τους de facto καταστάσεις, οι οποίες από την δική μας πλευρά, ούσες απρόβλεπτες, δημιουργούν δεδομένα, τα οποία επιχειρούμε από θέση αδυναμίας να αναιρέσουμε. Το ότι εξαφάνισε προς στιγμήν την Κρήτη από τον χάρτη μπορεί να εμφανίζεται ως κάτι, το οποίο δεν προσδίδει ιδιαίτερη σοβαρότητα στην τουρκική κίνηση. Ιδωμένο όμως σε μακρά διαδρομή, στο πλαίσιο της οποίας κινείται η τουρκική στρατηγική, καλλιεργεί μια αίσθηση αμφισβήτησης ελληνικού θαλασσίου χώρου, πράγμα που σε μια δεδομένη στιγμή, όπου η Τουρκία θα βρίσκεται από θέση ισχύος, θα μπορούσε να αξιοποιηθεί η ανωτέρω αμφισβήτηση δεόντως υπέρ των τουρκικών συμφερόντων. Αυτή την στιγμή από τη μεριά της Άγκυρας εκδηλώνονται πιλοτικές κινήσεις, διά των οποίων επιδιώκεται η εδραίωση μιας εικόνας, καθώς και η βολιδοσκόπηση των ελληνικών και άλλων αντιδράσεων.
Η Τουρκία προβάλλει στην διεθνή κοινότητα την αντίληψη πως η Ελλάδα και η Κύπρος, τόσο στην Κρήτη, όσο και στην κυπριακή ΑΟΖ, εμφανίζονται να διαθέτουν ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα, όπερ η ίδια δεν αποδέχεται ως νόμιμη διάσταση της διεθνούς πολιτικής. Διά των κινήσεών της, δεδομένων των πραγματικοτήτων του διεθνούς δικαίου στον ελλαδικό και κυπριακό χώρο, επιχειρεί να αποτρέψει αυτό που η ίδια φοβάται ως επερχόμενο, δηλαδή ένα ασφυκτικό κλοιό που περισφίγγει τον τουρκικό χώρο, μη επιτρέποντάς του να αναπνέει, κινήσεις απολύτως νόμιμες για Ελλάδα και Κύπρο βάσει του διεθνούς δικαίου στην περίπτωση της ένωσης των ΑΟΖ Ελλάδας και Κύπρου. Κατά ταύτα η Τουρκία αναπτύσσει την προσέγγιση της γεωπολιτικής νομιμότητας της ηπειρωτικής ενδοχώρας ως συνάδουσα προς το διεθνές δίκαιο, όπερ και προδήλως εσφαλμένο.
Συμπερασματικά, η συλλογιστική διαρθρώνεται στις εξής διαστάσεις. Η πρώτη αναφέρεται στην τουρκική αντίληψη ότι τα νησιά δεν διαθέτουν ΑΟΖ. Επομένως, τόσο το Καστελόριζο, όσο και η Κρήτη δεν διαθέτουν ΑΟΖ κατά το τουρκικό σκεπτικό, αμφισβητώντας, κατά τα ανωτέρω, την ύπαρξή τους. Διά ταύτα δεν προβάλλουν τα πλεονεκτήματα της ΑΟΖ και οι χώρες ή οι χώροι δεν ενώνονται ούτε με την Αίγυπτο, πολλώ δε μάλλον με την Κύπρο. Τούτων λεχθέντων επιχειρεί να καταδείξει, επίσης, πως παρά ταύτα, η Άγκυρα δεν είναι απομονωμένη στον περιφερειακό και διεθνή της περίγυρο, αλλά διαθέτει ad hoc ή και σταθερές συνεργασίες. Η τελευταία βρίσκεται, ούτως ή άλλως, σε αντίθεση με την τριμερή συνεργατική διάσταση Ελλάδας – Κύπρου – Αιγύπτου. Δεδομένης της εν τοις πράγμασι ύπαρξης μιας δυνάμει συμμαχίας Τρίπολης – Άγκυρας, το ενδεχόμενο παραχώρησης από την πρώτη στην Τουρκία δυνατοτήτων έρευνας σε περιοχές, που οι δύο χώρες θεωρούν ως λιβυκής κυριαρχίας, θα καθιστούσε την Τουρκία ένα ισχυροποιημένο παράγοντα παρεμβατικής λειτουργίας στην ευρύτερη περιοχή της νοτιοανατολικής Μεσογείου.